Ο Όσιος Γρηγόριος έζησε τον 9ο αιώνα μ.Χ. και καταγόταν από την Ειρηνόπολη της Δεκαπόλεως. Τη χριστιανική ανατροφή του όφειλε πρώτα στη μητέρα του Μαρία, η οποία, με τη ζωντανή της πίστη στο Χριστό, ανέθρεψε το γιο της σύμφωνα με τις επιταγές του Ευαγγελίου.
Ο Γρηγόριος έγινε μοναχός και αγωνιζόταν έντονα για ηθική τελειοποίηση. Εκείνο που ιδιαίτερα τον διέκρινε, ήταν η καλλιέργεια της εγκράτειας στον εαυτό του. Τη θεωρούσε απαραίτητη για την καθαρότητα του νου και την ηθική κυριαρχία στη σάρκα. Και σε όσους τον ρωτούσαν γιατί δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα σ' αυτή την αρετή, απαντούσε με τον αιώνιο λόγο της Αγίας Γραφής: «Πᾷς ὁ ἀγωνιζόμενος πάντα ἐγκρατεύεται, ἐκεῖνοι μὲν οὖν ἵνα φθαρτὸν στέφανον λάβωσιν, ἡμεῖς δὲ ἄφθαρτον» (Α' προς Κορινθίους, θ' 25). Καθένας, δηλαδή, που αγωνίζεται, εγκρατεύεται σε όλα, ακόμα και στην τροφή και στο ποτό. Και εκείνοι μεν, οι αθλητές του κόσμου, αγωνίζονται και εγκρατεύονται για να πάρουν στεφάνι που φθείρεται. Εμείς όμως, οι αθλητές του Χριστού, αγωνιζόμαστε για άφθαρτο στεφάνι.
Ο Γρηγόριος όμως δεν αρκέσθηκε μόνο στη μοναχική ζωή. Μετείχε από κοντά στους σκληρούς αγώνες κατά των εικονομάχων βασιλέων. Έκανε πολλά ταξίδια και τελικά εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη, στη Μονή του Αγίου Μηνά. Επιδόθηκε σε συγγραφές και πέθανε από βαριά αρρώστια στην Κωνσταντινούπολη το 816 μ.Χ.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Λυχνία ὡς δίπυρσος τῶν θεϊκῶν δωρεῶν, ἀκτῖσι τῆς χάριτος φωταγωγοῦσιν ἡμᾶς πατέρες οἱ ἔνθεοι, Πρόκλος τοῦ Βυζαντίου, ὁ σοφὸς ποιμενάρχης, Γρηγόριος ὁ θεόφρων, Δεκαπόλεως γόνος· διὸ μετὰ προθυμίας τούτοις προσέλθωμεν.
Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Ὁ Θεὸς τῶν Πατέρων ἡμῶν, ὁ ποιῶν ἀεὶ μεθ᾽ ἡμῶν, κατὰ τὴν σὴν ἐπιείκειαν, μὴ ἀποστήσῃς τὸ ἔλεός σου ἀφ᾽ ἡμῶν, ἀλλὰ ταῖς αὐτῶν ἱκεσίαις, ἐν εἰρήνῃ κυβέρνησον τὴν ζωὴν ἡμῶν.
Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τῇ θείᾳ λαμπρότητι, καταυγαζόμενος, τὸ σκότος ἐδίωξας, τῶν ψυχοφθόρων παθῶν, Γρηγόριε ἀοίδιμε, ἤρθης πρὸς ἀπαθείας, καθαρώτατον ὕψος, ἤστραψας παραδόξως, ἰαμάτων ἀκτῖνας, σκηνώσας εἰς ἄδυτον φῶς, τῆς βασιλείας Χριστοῦ.