Ο Άγιος Ιωάννης ήταν γιος Ιερέα και γεννήθηκε στο χωριό Γεράκι της Μονεμβασιάς. Το 1770 μ.Χ. όταν οι Αλβανοί ήλθαν στην Πελοπόννησο, έσφαξαν τον πατέρα του, και αυτόν μαζί με τη μητέρα του απήγαγαν στη Λάρισα. Ήταν τότε ο Ιωάννης 15 χρονών. Εκεί πουλήθηκε μαζί με τη μητέρα του σε κάποιο Τούρκο. Επειδή όμως ο Τούρκος αυτός δεν είχε παιδιά, θέλησε να υιοθετήσει τον Ιωάννη αφού τον εξισλαμίσει. Οι τεράστιες και ποικίλες προσπάθειες του Τούρκου για να εξισλαμίσει τον Ιωάννη, δεν έφεραν κανένα καρπό. Ο νέος με υψηλό φρόνημα, διαρκώς έλεγε: «εγώ Τούρκος δεν γίνομαι, εγώ είμαι χριστιανός και χριστιανός θέλω να πεθάνω». Τότε ο Τούρκος, μέσα στο σπίτι του, άρχισε να βασανίζει σκληρά τον Ιωάννη. Την περίοδο του δεκαπενταύγουστου τον πίεζε να καταλύσει, και μάλιστα είχε βάλει και τη μητέρα του να τον παρακαλέσει να φάει από τα δελεαστικά φαγητά. Αλλά ο Ιωάννης απάντησε: «εγώ είμαι γιος παπά και πρέπει να φυλάττω καλύτερα από τους γιους των λαϊκών τους νόμους και τα έθιμα της Αγίας μας Εκκλησίας». Εξαγριωμένος ο σκληρός Τούρκος από τη στάση του Ιωάννη, τον μαχαίρωσε στην καρδιά, με αποτέλεσμα να πεθάνει στις 21 Οκτωβρίου 1773 μ.Χ.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον γόνον σέ, Μονεμβασία, ἀνεβλάστησε, καρποφοροῦντα, Ἰωάννη τᾶς τῆς πίστεως χάριτος, τῶν γὰρ πατρῴων θεσμῶν ἀντεχόμενος, τοὺς ἐκ τῆς Ἀγαρ ἀθλήσας κατήσχυνας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.