(από την λατινική λέξη severus) = ο σεμνός, ο αυστηρός.
1) Πλατωνικός γραμματικός του 2ου π.Χ. αιώνα.2) Ρωμαίοι Αυτοκράτορες.
(από το ρήμα μέμνω) = ο σταθερός, ο επίμονος.
Eις τον Σεβήρον.Ξίφει παθῶν Σεβῆρος εὗρεν ἀξίως,Ἐπαθλα λαμπρὰ τοῦ διὰ ξίφους πάθους.Eις τον Mέμνωνα.Ἐχει τὸ πῦρ σε πρὸς βραχὺν Μέμνον χρόνον,Μένει δὲ σε στέφανος ἐς ἀεὶ μένων.
Ο Άγιος Σεβήρος ήταν από την Σίδη της Παμφυλίας, γιος του Θρακιώτη Πετρωνίου και της Μυγδονίας. Αυτός λοιπόν, όταν ήλθε στη Φιλιππούπολη και είδε τους Τριανταεπτά Αγίους Μάρτυρες (βλέπε 20 Αυγούστου) να αγωνίζονται γενναία για τον Χριστό, με θάρρος ομολόγησε και αυτός τον ένα και αληθινό Θεό. Αμέσως τότε ξέσχισαν τις σάρκες του με σιδερένια πυρακτωμένα νύχια, κατόπιν τον πριόνισαν, έπειτα του φόρεσαν σιδερένια πυρακτωμένη ζώνη και στο τέλος τον αποκεφάλισαν.Παρόμοια βασανιστήρια υπέστη και ο Μέμνων, που και αυτός με τόλμη ομολόγησε τον Χριστό. Τελικά αυτόν, τον έκαψαν ζωντανό μέσα σε αναμμένο καμίνι.