ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' ΙΒ´ 12 - 26
12 Διότι, καθὼς τὸ ἀνθρώπινον σῶμα εἶναι ἕνα καὶ ἔχει πολλὰ μέλη, ὅλα δὲ τὰ μέλη τοῦ σώματος τοῦ ἑνός, καίτοι εἶναι πολλά, ἀποτελοῦν ἕνα σῶμα, ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς μὲ τὸ πλῆθος τῶν πιστῶν εἶναι ἕνα σῶμα πνευματικόν.
13 Μὴ παραξενεύεσθε, ὅταν ἀκούετε, ὅτι ὅλοι οἱ πιστοὶ εἴμεθα ἕνα. Διότι καὶ εἰς ἕνα Πνεῦμα ὅλοι ἡμεῖς ἐβαπτίσθημεν καὶ ἀπὸ ἕνα Πνεῦμα ἀνεγεννήθημεν ὅλοι εἰς τὴν κολυμβήθραν, διὰ νὰ γίνωμεν ἕνα σῶμα, εἴτε Ἰουδαῖοι εἴτε Ἕλληνες ἤμεθα προτήτερα κατὰ τὴν ἐθνικότητα καὶ τὴν θρησκείαν· εἴτε δοῦλοι εἴτε ἐλεύθεροι κατὰ τὴν κοινωνικήν μας θέσιν καὶ τάξιν. Καὶ ὅλοι ἐποτίσθημεν ἕνα Πνεῦμα, διότι σὰν ἄλλα δένδρα ἐποτίσθημεν ὅλοι μὲ τὸ αὐτὸ πνευματικὸν νερὸν τῆς χάριτος.
14 Μὴ παρασύρεσθε δὲ ἀπὸ τὸ ὅτι εἴμεθα πολλοὶ καὶ μὴ ἀπορῆτε, πῶς οἱ πολλοὶ ἠμπορεῖ νὰ εἶναι ἕν. Διότι καὶ τὸ σῶμα δὲν εἶναι ἕνα μέλος, ἀλλὰ πολλά.
15 Ἐὰν ἐπὶ παραδείγματι εἴπῃ τὸ πόδι, ἐπειδὴ δὲν εἶμαι χέρι, δι’ αὐτὸ δὲν εἶμαι ἀπὸ τὰ μέλη τοῦ σώματος· μὲ τὸ ὅτι λέγει τὸν λόγον αὐτόν, ἔπαυσεν ἆραγε νὰ εἶναι μέλος τοῦ σώματος;
16 Καὶ ἐὰν εἴπῃ τὸ αὐτί, ἀφοῦ δὲν εἶμαι μάτι, δὲν εἶμαι ἀπὸ τὰ μέλη τοῦ σώματος· τάχα, διότι εἶπε τὸν λόγον αὐτόν, ἔπαυσε νὰ εἶναι μέλος τοῦ σώματος; Ἔτσι καὶ σύ, ἐπειδὴ ἔχεις αὖτο τὸ χάρισμα καὶ δὲν ἔχεις ἐκεῖνο, ποὺ θὰ ἐπροτίμας, δὲν παύεις δι’ αὐτὸ νὰ ἀνήκῃς εἰς τὸ ἕνα τοῦ Χριστοῦ σῶμα.
17 Ἐὰν ὅλον τὸ σῶμα ἦτο μάτι, τότε ποὺ θὰ ἦτο ἡ ἀκοή; Τὸ σῶμα θὰ ἔμενε κωφόν. Καὶ ἐὰν ὅλον τὸ σῶμα ἦτο ἀκοή, ποὺ θὰ ἦτο ἡ ὄσφρησις; Τὸ σῶμα θὰ ἐστερεῖτο ὄσφρησιν.
18 Τώρα ὅμως ὁ Θεὸς σοφὰ ἐτοποθέτησε εἰς τὸ σῶμα καθένα ἀπὸ τὰ μέλη ἀκριβῶς, ὅπως σύμφωνα μὲ τὴν ἀγαθότητα καὶ πανσοφίαν του ἠθέλησε, πάντοτε διὰ τὸ συμφέρον καὶ τὴν ἐξυπηρέτησιν τοῦ σώματος ὁλοκλήρου.
19 Ἐὰν ὅμως ἦσαν ὅλα ἕνα μέλος, τότε ποὺ θὰ ἦτο τὸ σῶμα; Δὲν θὰ διελύετο;
20 Ἀλλὰ τώρα ὑπάρχουν μὲν πολλὰ μέλη, ἕνα ὅμως σῶμα, εἰς τὸ ὁποῖον τὸ ἕνα μέλος ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὰ ἄλλα καὶ δὲν ἠμπορεῖ τὸ καθένα μέλος νὰ κάμῃ χωρὶς τὰ ἄλλα.
21 Δὲν ἠμπορεῖ ἐπὶ παραδείγματι τὸ μάτι νὰ εἴπῃ εἰς τὸ χέρι, δὲν ἔχω τὴν ἀνάγκην σου· ἢ πάλιν ἡ κεφαλὴ νὰ εἴπῃ εἰς τὰ πόδια, δὲν ἔχω τὴν ἀνάγκην σας.
22 Ἀλλὰ τὰ μέλη, ποὺ ἐκ φύσεως φαίνονται ἀσθενέστερα, αὐτὰ εἶναι περισσότερον ἀναγκαία διὰ τὴν ὕπαρξιν τοῦ σώματος.
23 Καὶ ἐκεῖνα τὰ μέλη τοῦ σώματος, ποὺ τὰ θεωροῦμεν περισσότερον ἄσχημα καὶ νομίζομεν, ὅτι στεροῦνται τιμὴν σχετικῶς πρὸς τὰ ἄλλα, αὐτὰ τὰ σκεπάζομεν καὶ ἔτσι τὰ περιβάλλομεν μὲ περισσοτέραν τιμήν. Καὶ τὰ ἄσχημα μέλη μας ἔχουν περισσότερον ἐξωτερικὸν στολισμὸν καὶ κοσμιωτέραν περιβολήν.
24 Τὰ δὲ μέλη μᾶς, ποὺ φαίνονται εὔσχημα, δὲν ἔχουν ἀνάγκην νὰ τὰ σκεπάσωμεν. Ἀλλ’ ὁ Θεὸς ἔσμιξε μαζὶ διάφορα μέλη, εὔσχημα καὶ ἄσχημα, καὶ ἔφτιασε τὸ σῶμα, καὶ ἔδωκε περισσοτέραν τιμὴν εἰς τὸ μέλος, ποὺ εἴτε εἰς εὐσχημοσύνην εἴτε εἰς δύναμιν ὕστερα ἀπὸ τὰ ἄλλα.
25 Καὶ ἔκαμε τὴν σοφὴν αὐτὴν ἀνάμιξιν ὁ Θεός, διὰ νὰ μὴ ὑπάρχῃ διχασμὸς καὶ διαίρεσις εἰς τὸ σῶμα, ἀλλὰ νὰ λαμβάνουν τὴν ἰδίαν καὶ τὴν ἴσην φροντίδα ἀναμεταξύ τους τὰ μέλη τὸ ἕνα διὰ τὸ ἄλλο.
26 Καὶ πράγματι εἴτε πάσχει καὶ πονεῖ ἕνα μέλος, πάσχουν μαζί του ὅλα τὰ μέλη εἴτε δοξάζεται ἕνα μέλος, χαίρουν μαζί του ὅλα τὰ μέλη.