(από τα Θεοφάνεια, Θεός + φαίνομαι) = Ο υπό του Θεού αποκαλυπτόμενος ως άξιος.
1) Ιστορικός του 1ου π.Χ. αιώνα, φίλος του Πομπηΐου2) Έλληνας ζωγράφος από την Κρήτη του 16ου μ.Χ. αιώνα
Φανείς Θεού μέγιστος αστήρ καθάπερ,Tην νύκτα λύεις Θεόφανες της πλάνης.
Οι γονείς ήταν φανατικοί ειδωλολάτρες, αλλά ο γιος τους, άκουσε κηρύγματα χριστιανών και ελκύστηκε από τη ζωή της αλήθειας και της αγάπης. Αυτός ήταν ο Θεοφάνης, που γεννήθηκε το 283 μ.Χ. επί βασιλέων Κάρου και Καρίνου. Κάποια μέρα λοιπόν ο Θεοφάνης, πριν βαπτιστεί, νέος ακόμα, συνάντησε μέσα στον παγωμένο καιρό ένα παιδί, υπερβολικά φτωχό που κινδύνευε να πεθάνει από το κρύο. Το θέαμα σπάραξε την καρδιά του Θεοφάνη, και χωρίς...