(εκ του αγγέλλω) = ο άγγελος, ο απεσταλμένος από τον Θεό, ο έχων μορφή, ψυχή και αισθήματα αγγέλου.
Άνθρωπος ην μεν, Aγγελής κατ’ ουσίαν,Tμηθείς δε ώφθη, Άγγελος συν Aγγέλοις.
Ο Άγιος Αγγελής ήταν χρυσοχόος στο επάγγελμα. Κάποτε διασκέδαζε στην Κωνσταντινούπολη με γνώριμους εξωμότες χριστιανούς. Και χάριν αστείου, φόρεσε στο κεφάλι του τούρκικο σαρίκι. Οι Τούρκοι, θεώρησαν αυτή την ενέργεια του σαν άρνηση της χριστιανικής θρησκείας και αποδοχή του μουσουλμανισμού. Γι' αυτό και τον πίεζαν να εξισλαμιστεί. Ο μάρτυρας απέκρουσε με αποστροφή τις δελεαστικές προτάσεις των Τούρκων και δέχτηκε για την αγάπη του Χριστού το μαρτύριο, χωρίς να υπολογίσει τη γυναίκα του και τα έξι παιδιά του. Είπε μάλιστα στον Βεζίρη· «Ό,τι θέλεις κάμε, δέρνε, κόβε, σφάζε, κάψε με στη φωτιά, ρίξε με στα θηρία, πνίξε με στη θάλασσα, και ό,τι μπορείς κάμε σ' αυτό το πήλινο σώμα μου, εγώ τον Χριστό μου δεν αρνούμαι, εγώ την πίστη μου δεν αλλάζω, εγώ Τούρκος δεν γίνομαι». Έτσι στις 1 Σεπτεμβρίου 1680 μ.Χ. μπροστά στο παλάτι, κοντά στην Αγία Σοφία, τον αποκεφάλισαν και δέχτηκε το στεφάνι του μαρτυρίου. Το λείψανο του αγοράστηκε από τους χριστιανούς, αντί 300 γροσιών, που το ενταφίασαν στο Μοναστήρι της νήσου Πρώτης.