(κάλλος + νίκη) = ο ωραίος και ένδοξος νικητής.
1) Γιός του Αντίοχου Δ', βασιλιά Καμμαγήνης 2) Σύριος διδάσκαλος ρητορικής που έζησε στην Αθήνα τον 3ο π.Χ. αιώνα
Καλλίνικος μένουσαν ἡδονὴν μένων,Πρὸς τὴν τελευτὴν οὐκ ἀηδῶς ἦν ἔχων.
Πρόκειται για τον Πατριάρχη Καλλίνικο τον Α', που διαδέχτηκε τον Παύλο τον Γ'. Ήταν προηγουμένως πρεσβύτερος της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, και σκευοφύλακας του ναού των Βλαχερνών. Ο Καλλίνικος ο Α', είχε μεγάλα πλεονεκτήματα λόγου και ήθους, και γι αυτόν ο Εφραίμιος λέει ότι ήταν «ανήρ λόγω βίω τε και καλώς εμπρέπων». Στα χρόνια όμως της πατριαρχίας του βασίλευε ένας ασύνετος αυτοκράτορας ο Ιουστινιανός ο Β'. Αυτός λοιπόν, για να κάνει μια πολυτελή βρύση κοντά στ' ανάκτορα του, διάλεξε σαν τόπο το χώρο που βρισκόταν ο ναός της Θεοτόκου και απαίτησε από τον Καλλίνικο, να δώσει ευχή να γκρεμίσουν τον ναό! Ο Καλλίνικος απάντησε ότι, η Εκκλησία έχει ευχές για την ανέγερση ναών και όχι για τον κρημνισμό. Στην πίεση όμως του αυτοκράτορα, ο Καλλίνικος ξεφώνησε: «Ας είναι δόξα εις σε Χριστέ μου, ότι πάντοτε ανέχεσαι και υπομένεις». Ήταν δηλαδή μια ευχή εις βάρος του αυτοκράτορα. Πράγματι το 695 μ.Χ. ο Ιουστινιανός Β' έπεσε από τον στρατηγό Λεόντιο, και μέσα στον Ιππόδρομο του έκοψαν τη μύτη και τον εξόρισαν στη Χερσώνα. Αργότερα το 705 μ.Χ., όταν με προδοσία μαζί με τους Βουλγάρους και Σλαύους, μπήκε στη Κωνσταντινούπολη, το πρώτο του θύμα ήταν ο Πατριάρχης Καλλίνικος. Δηλαδή τον καταδίκασε χωρίς δίκη, τον τύφλωσε και τον εξόρισε στη Ρώμη. Ο Πατριάρχης Καλλίνικος ο Α', πατριάρχευσε από το 693 ως το 705 μ.Χ.