(από το λατινικό Justus) = ο δίκαιος.
Μὴ θῦμα βαλεῖν εἰς τὸ βωμοῦ πῦρ θέλων,Εἰς πῦρ Ἰοῦστος θῦμα βάλλεται ξένον.
Ο Άγιος Ιούστος ήταν Ρωμαίος στην καταγωγή και στρατιωτικός στο επάγγελμα και διακρινόταν για τη γενναιότητά του. Σε πολλές μάχες έδειξε σπάνια ανδρεία, γι' αυτό και οι ανώτεροι του τον τιμούσαν Ιδιαίτερα. Μάλιστα, μετά από κάθε πόλεμο τον προβίβαζαν και σε κάποιο ανώτερο στρατιωτικό αξίωμα. Σε κάποια όμως εκστρατεία κατά των βαρβάρων, το στράτευμα βρέθηκε σε μεγάλο κίνδυνο και τότε η αυτοθυσία των χριστιανών στρατιωτών το έσωσε. Ο Ιούστος, με αφορμή το περιστατικό αυτό, θαύμασε τη διαγωγή των χριστιανών και θέλησε να γίνει και ό ίδιος χριστιανός. Εκείνοι του απάντησαν ότι μόνο με την πίστη στο Χριστό μπορεί να γίνει αυτό και τον ενημέρωσαν σχετικά με το Ευαγγέλιο. Ο Ιούστος, όταν άκουσε αυτά, βρέθηκε σε δίλημμα. Διότι αντιδρούσε μέσα του η παλαιά θρησκεία των ειδώλων. Αλλά κάποια νύχτα που κοίταζε τον έναστρο ουρανό συλλογιζόμενος, παρατήρησε φωτεινό σταυρό, γύρω από τον οποίο έλαμπε η λέξη «ἀκολούθει». Πράγματι, ο Ιούστος σ' αυτό το κάλεσμα του Χριστού ανταποκρίθηκε αμέσως χωρίς δισταγμούς. Δε λογάριασε ούτε δόξες, ούτε τιμές, ούτε στρατιωτική καριέρα, ούτε απολαύσεις. Αλλά «καταλιπῶν ἅπαντα ἀναστᾶς ἠκολούθησεν αὔτω» (Λουκά, ε' 28). Αφού, δηλαδή, άφησε τα πάντα, βαπτίσθηκε και ακολούθησε το Χριστό. Όταν όμως έμαθε το γεγονός ο Τριβούνος Κλαύδιος, τον βασάνισε με πυρωμένα σίδερα. Κατόπιν τον έριξε στη φωτιά, όπου θριαμβευτικά παρέδωσε στο Θεό την ψυχή του.