Αρχαίο κείμενο | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
1 Εἰ οὖν συνηγέρθητε τῷ Χριστῷ, τὰ ἄνω ζητεῖτε, οὗ ὁ Χριστός ἐστιν ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ καθήμενος, | 1 Εαν, λοιπόν, ανεστήθητε μαζή με τον Χριστόν, ζητείτε και επιδιώκετε τα άνω, τα εν ουρανοίς, εκεί όπου υπάρχει ο Χριστός, καθήμενος επί θρόνου εις τα δεξιά του Θεού. | 1 Εὰν λοιπὸν ἀνεστήθητε μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸν εἰς τὸ βάπτισμα, πρέπει νὰ ζητάτε τὰ ἄνω, δηλαδὴ τὰ ἐπουράνια, τὰ ὁποῖα εἶναι ἐκεῖ, ὅπου ὑπάρχει ὁ Χριστός, καθήμενος εἰς τὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ. |
2 τὰ ἄνω φρονεῖτε, μὴ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς. | 2 Τας σκέψεις σας, τας επιθυμίας σας, όλα τα φρονήματά σας, ανυψώσατέ τα προς τα άνω και όχι εις τα επί της γης. | 2 Πρὸς τὰ ἄνω διευθύνατε καὶ προσηλώσατε τὰς σκέψεις σας· ὄχι πρὸς τὰ γήϊνα. |
3 ἀπεθάνετε γάρ, καὶ ἡ ζωὴ ὑμῶν κέκρυπται σὺν τῷ Χριστῷ ἐν τῷ Θεῷ· | 3 Μη σκέπτεσθε και μη ελκύεσθε από τα γήϊνα και κοσμικά, διότι έχετε αποθάνει ως προς τον κόσμον δια του αγίου βαπτίσματος και ελάβατε νέαν ζωήν, η οποία είναι κρυμμένη μαζή με τον Χριστόν εν τω Θεώ. | 3 Μὴ σᾶς ἐλκύουν τὰ γήϊνα, διότι ἀπεθάνατε μυστηριακῶς ἐν τῷ ἁγίῳ βαπτίσματι μὲ τὰ παλαιὰ καὶ γήϊνα φρονήματά σας, καὶ σᾶς ἐδόθη ἀπὸ τὴν θείαν χάριν νέα ζωή, ἡ ὁποία εἶναι κρυμμένη μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸν ἐν τῷ Θεῷ καὶ δὲν ἐφανερώθη ἀκόμη ἡ δόξα της καὶ ἡ μακαριότης της. |
4 ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ἡ ζωὴ ὑμῶν, τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ. | 4 Οταν δε ο Χριστός, που είναι η ζωή και η πηγή της ζωής μας, φανερωθή ένδοξος κατά την δευτέραν παρουσίαν, τότε και σεις μαζή με αυτόν θα φανερωθήτε και θα λάμψετε εν δόξη. | 4 Ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ὁ αἴτιος καὶ ὁ χορηγὸς τῆς πνευματικῆς ταύτης ζωῆς μας, τότε καὶ σεῖς μαζὶ μὲ αὐτὸν θὰ φανερωθῆτε δοξασμένοι. |
5 Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία, | 5 Λοιπόν, νεκρώσατε τα μέλη σας, τα μέλη του παλαιού ανθρώπου, που ζητούν γηΐνας αμαρτωλάς απολαύσεις και ηδονάς· νεκρώσατε και διώξτε από τον εαυτόν σας την πορνείαν, την σαρκικήν ακαθαρσίαν, κάθε αμαρτωλόν πάθος, κάθε κακήν επιθυμίαν, που μολύνει τον άνθρωπον και τον ωθεί προς την κακήν πράξιν, και την πλεονεξίαν, η οποία είναι ειδωλολατρία που θεοποιεί και λατρεύει το χρήμα. | 5 Νεκρώσατε λοιπὸν τὰ μέλη σας, ποὺ ἐπιθυμοῦν τὰς γηΐνας ἀπολαύσεις καὶ ἡδονάς. Νεκρώσατε τὴν πορνείαν, τὴν άκαθαρσίαν, κάθε πάθος καὶ ὑποδούλωσιν εἰς τὸ κακόν, κάθε κακὴν ἐπιθυμίαν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἡ ὁποία εἶναι λατρεία εἰς τὸ εἴδωλον τοῦ χρήματος. |
6 δι’ ἃ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας, | 6 Δια τα αμαρτήματα αυτά έρχεται και ξεσπάει η οργή του Θεού εναντίον των τέκνων της παρακοής, εναντίον αυτών που επεμένουν αμετανόητοι εις την κακίαν των. | 6 Διὰ τὰ ἁμαρτήματα αὐτὰ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ εἰς αὐτούς, ποὺ συστηματικὲς καὶ μὲ ἐπιμονὴν ἀπειθοῦν. |
7 ἐν οἷς καὶ ὑμεῖς περιεπατήσατέ ποτε, ὅτε ἐζῆτε ἐν αὐτοῖς· | 7 Εις τα αμαρτήματα αυτά και σεις είχατε περιπατήσει και παρασυρθή άλλοτε, τότε που εζούσατε μεταξύ αυτών. | 7 Εἰς τὰ ἁμαρτήματα αὐτὰ καὶ σεῖς ἐπεριπατήσατε καὶ ἐδουλεύσατε κάποτε, ὅταν ἐζῆτε μεταξὺ αὐτῶν τῶν ἀπειθῶν ἀνθρώπων. |
8 νυνὶ δὲ ἀπόθεσθε καὶ ὑμεῖς τὰ πάντα, ὀργήν, θυμόν, κακίαν, βλασφημίαν, αἰσχρολογίαν ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν· | 8 Τωρα όμως πετάξτε και σεις από πάνω σας όλα αυτά, ακόμη δε και την οργήν, τον θυμόν, την κακότητα και πονηρίαν, την υβρεολογίαν και την αισχρολογίαν από το στόμα σας. | 8 Τώρα ὅμως βγάλετε ἀπὸ ἐπάνω σας καὶ σεῖς, σὰν ἄλλο ἀκάθαρτον ἔνδυμα, ὅλα αὐτὰ τὰ κακά, τὴν ὀργήν, τὸν θυμόν, τὴν στρεβλότητα καὶ πονηρίαν, τὴν κακολογίαν, τὴν αἰσχρολογίαν ἀπὸ τὸ στόμα σας. |
9 μὴ ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους, ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ | 9 Μη λέτε ψέματα ο ένας στον άλλον, αφού έχετε αποβάλει πλέον τον παλαιόν άνθρωπον μαζή με τας πονηράς αυτού πράξεις | 9 Μὴ ψεύδεσθε μεταξύ σας ὁ ἕνας εἰς τὸν ἄλλον, ἀφοῦ πλέον ἐγδυθήκατε τὸν παλαιὸν διεφθαρμένον ἄνθρωπον μαζὶ μὲ τὰς πράξεις του, |
10 καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ’ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν, | 10 και έχετε ενδυθή τον νέον, ο οποίος συνεχώς ξανακαινουργώνεται, ώστε να προχωρή εις βαθυτέραν γνώσιν του Θεού και να γίνεται συνεχώς τελειοτέραν εικών του Χριστού, ο οποίος τον έκτισεν. | 10 καὶ ἀφοῦ ἐνδυθήκατε τὸν νέον ἄνθρωπον, ποὺ συνεχῶς ἀνανεοῦται καὶ γίνεται καινούργιος, ὥστε νὰ προοδεύῃ εἰς τὴν τελείαν γνῶσιν τοῦ Θεοῦ. Καὶ γίνεται καινούργιος μὲ τὸ νὰ λαμβάνῃ τὴν αὐτὴν μορφὴν πρὸς τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ τὸν ἔκτισεν. |
11 ὅπου οὐκ ἔνι Ἕλλην καὶ Ἰουδαῖος, περιτομὴ καὶ ἀκροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δοῦλος, ἐλεύθερος, ἀλλὰ τὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσι Χριστός. | 11 Εις την νέαν δε αυτήν κατάστασιν των ανακαινισμένων υπό του Χριστού ανθρώπων, δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ Ελληνος και Ιουδαίου, περιτμημένου Ισραηλίτου και απεριτμήτου εθνικού. Δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ βαρβάρου, Σκύθου, δούλου, ελευθέρου, αλλά όλα αυτά και εις όλους τους πιστούς είναι ο Χριστός. | 11 Εἰς αὐτὸν δὲ τὸν νέον ἄνθρωπον δὲν ὑπάρχει διάκρισις Ἕλληνος καὶ Ἰουδαίου, περιτμημένου Ἰσραηλίτου καὶ ἀπεριτμήτου ἐθνικοῦ, βαρβάρου καὶ Σκύθου, δούλου καὶ ἐλευθέρου, ἀλλὰ καὶ ἐθνικότης καὶ καταγωγὴ καὶ ἀξίωμα καὶ τὰ πάντα, καθὼς καὶ εἰς πάντας τοὺς πιστοὺς εἶναι ὁ Χριστός. |
12 Ἐνδύσασθε οὖν, ὡς ἐκλεκτοὶ τοῦ Θεοῦ, ἅγιοι καὶ ἠγαπημένοι, σπλάγχνα οἰκτιρμοῦ, χρηστότητα, ταπεινοφροσύνην, πρᾳότητα, μακροθυμίαν, | 12 Ενδυθήτε, λοιπόν, σαν εκλεκτοί του Θεού, αγιασμένοι και αγαπημένοι από τον Θεόν, καρδίαν ευσπλαγχνικήν και πονετικήν, αγαθότητα και καλωσύνην, ταπεινοφροσύνην, πραότητα, μεγαλοκαρδίαν. | 12 Ἐνδυθῆτε λοιπὸν σὰν ἐκλεκτοὶ τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶσθε συγχρόνως καὶ ἁγιασμένοι καὶ ἀγαπημένοι ἀπὸ τὸν Θεόν, καρδίαν πονετικὴν καὶ συμπαθῆ, διάθεσιν ἀγαθὴν εἰς τὸ νὰ εὐεργετῆτε, ταπεινοφροσύνην, πρᾳότητα, μακροθυμίαν. |
13 ἀνεχόμενοι ἀλλήλων καὶ χαριζόμενοι ἑαυτοῖς, ἐάν τις πρός τινα ἔχῃ μομφήν· καθὼς καὶ ὁ Κύριος ἐχαρίσατο ὑμῖν, οὕτω καὶ ὑμεῖς· | 13 Να ανέχεσθε με αγάπην ο ένας του άλλου τας αδυναμίας, να χαρίσεσθε μεταξύ σας και να αλληλοσυγχωρήσθε, εάν τυχόν κανένας έχη εναντίον άλλου κάποιον δικαιολογημένην δυσαρέσκειαν και αφορμήν κατηγορίας. Οπως ο Χριστός εχαρίσθη εις σας και σας συνεχώρησε, έτσι και σεις να συγχωρήτε ο ένας τον άλλον. | 13 Νὰ ἀνέχεσθε ὁ ἕνας τὰς ἀδυναμίας τοῦ ἄλλου καὶ νὰ χαρίζεσθε καὶ συγχωρῆσθε μεταξύ σας, ἐὰν κανένας ἔχῃ κάτι παράπονον κατὰ τοῦ ἄλλου. Καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς ἐχαρίσθη εἰς σᾶς καὶ σᾶς συνεχώρησεν, ἔτσι καὶ σεῖς νὰ συγχωρῆτε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. |
14 ἐπὶ πᾶσι δὲ τούτοις τὴν ἀγάπην, ἥτις ἐστὶ σύνδεσμος τῆς τελειότητος. | 14 Παρά πάνω δε από όλα αυτά να ενδυθήτε και να κάμετε κτήμα της ψυχής σας την αγάπην, η οποία συνδέει εις ένα τέλειον σύνολον όλας τας αρετάς. | 14 Ἐπάνω δὲ εἰς ὅλα αὐτὰ νὰ ἐνδυθῆτε τὴν ἀγάπην, ἡ ὁποία εἶναι σὰν ἕνας κρίκος, ποὺ δένει μαζὶ ὅλας τὰς ἀρετὰς εἰς τέλειον σύνολον. |
15 καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ βραβευέτω ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν, εἰς ἣν καὶ ἐκλήθητε ἐν ἑνὶ σώματι· καὶ εὐχάριστοι γίνεσθε. | 15 Και η ειρήνη του Θεού ας βασιλεύη μέσα σας και ας αποτελή το συνεχές βραβείον των καρδιών σας. Εις αυτήν άλλωστε την ειρήνην έχετε κληθή από τον Θεόν, ώστε να γίνετε ένα πνευματικόν σώμα. Προσπαθείτε δε ακόμα να γίνεσθε ευχάριστοι μεταξύ σας και προς τους άλλους, σύμφωνα πάντοτε με το θέλημα του Θεού. | 15 Καὶ ἡ εἰρήνη, τὴν ὁποίαν δίδει ὁ Θεός, ἂς ἐπιστατῇ καὶ ἂς κυριαρχῇ μέσα εἰς τὰς καρδίας σας. Δι’ αὐτὴν δὲ τὴν εἰρήνην προσεκλήθητε, ὥστε νὰ γίνετε ἕνα σῶμα. Προσπαθεῖτε ἀκόμη νὰ γίνεσθε καὶ εὐχάριστοι μεταξύ σας. |
16 ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ ἐνοικείτω ἐν ὑμῖν πλουσίως, ἐν πάσῃ σοφίᾳ διδάσκοντες καὶ νουθετοῦντες ἑαυτοὺς ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς, ἐν χάριτι ᾄδοντες ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμῶν τῷ Κυρίῳ. | 16 Η διδασκαλία του Χριστού ας κατοική μέσα σας πλουσία, με κάθε σύνεσιν και σοφίαν. Να διδάσκετε δε και να συμβουλεύετε ο ένας τον άλλον με ψαλμούς και με ύμνους και με πνευματικάς ωδάς, υμνολογούντες και ευχαριστούντες τον Κυριον με όλην σας την καρδίαν. | 16 Ὁ λόγος καὶ ἡ διδασκαλία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἂς διαμένῃ μέσα σας πλούσια μὲ πᾶσαν σοφίαν. Εἰς τοῦτο δὲ θὰ συντελέσῃ καὶ τὸ νὰ διδάσκετε καὶ συμβουλεύετε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον μὲ ψαλμοὺς καὶ ὕμνους καὶ πνευματικὰς ᾠδάς, ποὺ θὰ ἐκφραζετε μὲ αὐτὰς τὴν εὐχαριστίαν σας πρὸς τὸν Θεόν καὶ θὰ τὰς ψάλλετε μὲ τὴν καρδίαν σας εἰς τὸν Κύριον. |
17 καὶ πᾶν ὅ,τι ἂν ποιῆτε ἐν λόγῳ ἢ ἐν ἔργῳ, πάντα ἐν ὀνόματι Κυρίου Ἰησοῦ, εὐχαριστοῦντες τῷ Θεῷ καὶ πατρὶ δι’ αὐτοῦ. | 17 Και κάθε τι, το οποίον πράττετε με τα λόγια σας η με τα έργα σας, τα πάντα να τα κάμνετε εν ονόματι του Κυρίου και προς δόξαν αυτού, ευχαριστούντες δι' αυτού τον Θεόν και Πατέρα, ο οποίος τόσον πολύ μας έχει ευεργετήσει και μας ευεργετεί. | 17 Καὶ κάθε τι ποὺ κάνετε μὲ λόγον ἢ μὲ ἔργον, ὅλα νὰ τὰ πράττετε διὰ νὰ ἀρέσκετε εἰς τὸν Κύριον Ἰησοῦν καὶ πρὸς δόξαν αὐτοῦ, εὐχαριστοῦντες δι’ αὐτοῦ τὸν Θεόν καὶ Πατέρα, ποὺ τόσον πολὺ μᾶς ἠγάπησεν. |
18 Αἱ γυναῖκες ὑποτάσσεσθε τοῖς ἀνδράσιν, ὡς ἀνῆκεν ἐν Κυρίῳ. | 18 Αι γυναίκες να υποτάσσεσθε στους άνδρας σας, σαν να υποτάσσεσθε στον Κυριον (ο οποίος και παραγγέλλει αυτήν την υποταγήν). | 18 Αἱ γυναῖκες νὰ ὑποτάσσεσθε εἰς τοὺς ἄνδρας σας, καθὼς ἁρμόζει εἰς ἀνθρώπους, ποὺ σχετίζονται στενὰ μὲ τὸν Κύριον. |
19 Οἱ ἄνδρες ἀγαπᾶτε τὰς γυναῖκας καὶ μὴ πικραίνεσθε πρὸς αὐτάς. | 19 Οι άνδρες να αγαπάτε τας γυναίκας σας και να μη φέρεσθε με πικρίαν και αποτομίαν προς αυτάς. | 19 Οἱ ἄνδρες νὰ ἀγαπᾶτε τὰς γυναῖκας σας καὶ νὰ μὴ δεικνύεσθε πικροὶ πρὸς αὐτάς. |
20 Τὰ τέκνα ὑπακούετε τοῖς γονεῦσι κατὰ πάντα· τοῦτο γάρ ἐστιν εὐάρεστον τῷ Κυρίῳ. | 20 Τα τέκνα να υπακούετε στους γονείς εις όλα τα ορθά, που εκείνοι σας συμβουλεύουν. Διότι τούτο είναι ευάρεστον στον Κυριον. | 20 Τὰ τέκνα νὰ ὑπακούετε εἰς τοὺς γονεῖς καθ’ ὅλα, διότι τοῦτο εἶναι ἀρεστὸν εἰς τὸν Κύριον. |
21 Οἱ πατέρες μὴ ἐρεθίζετε τὰ τέκνα ὑμῶν, ἵνα μὴ ἀθυμῶσιν. | 21 Οι πατέρες να μη εξερεθίζετε τα τέκνα σας, δια να μη περιπίπτουν εις αθυμίαν και χάνουν το θάρρος των και απελπίζωνται. | 21 Οἱ πατέρες μὴ ἐρεθίζετε τὰ τέκνα σας, διὰ νὰ μὴ χάνουν τὸ θάρρος των καὶ ἀπελπίζωνται. |
22 Οἱ δοῦλοι ὑπακούετε κατὰ πάντα τοῖς κατὰ σάρκα κυρίοις, μὴ ἐν ὀφθαλμοδουλίαις, ὡς ἀνθρωπάρεσκοι, ἀλλ’ ἐν ἁπλότητι καρδίας, φοβούμενοι τὸν Θεόν. | 22 Οι δούλοι να υπακούετε κατά πάντα στους κατά σάρκα κυρίους σας, όχι υποκριτικά και δια τα μάτια σαν ανθρωπάρεσκοι, αλλά με κάθε ευθύτητα και ειλικρίνειαν καρδίας, φοβούμενοι τον Θεόν. | 22 Οἱ δοῦλοι ὑπακούετε καθ’ ὅλα εἰς τοὺς κατὰ σάρκα κυρίους, ὄχι μόνον ὅταν οἰ ὀφθαλμοὶ τῶν κυρίων σᾶς βλέπουν, σὰν ἐκείνους δηλαδὴ ποὺ δουλεύουν γιὰ τὰ μάτια. Ὄχι σὰν ἀνθρωπάρεσκοι, ἀλλὰ μὲ εἰλικρίνειαν καρδίας, φοβούμενοι τὸν Θεόν. |
23 καὶ πᾶν ὅ,τι ἐὰν ποιῆτε, ἐκ ψυχῆς ἐργάζεσθε, ὡς τῷ Κυρίῳ καὶ οὐκ ἀνθρώποις, | 23 Και κάθε τι το οποίον πράττετε να το εργάζεσθε πρόθυμα με όλην σας την ψυχήν, σαν αυτό να αναφέρεται στον Κυριον και όχι στους ανθρώπους, | 23 Καὶ κάθε τι ποὺ κάνετε, νὰ τὸ ἐργάζεσθε πρόθυμα καὶ μὲ τὴν καρδίαν σας, σὰν νὰ τὸ ἐργάζεσθε εἰς τὸν Κύριον καὶ ὄχι εἰς ἀνθρώπους, |
24 εἰδότες ὅτι ἀπὸ Κυρίου ἀπολήψεσθε τὴν ἀνταπόδοσιν τῆς κληρονομίας· τῷ γὰρ Κυρίῳ Χριστῷ δουλεύετε· | 24 γνωρίζοντες, ότι από τον Κυριον θα απολαύσετε την ανταπόδοσιν, η οποία ανταπόδοσις είναι η κληρονομία της Βασιλείας των ουρανών. Θα σας δοθή δε αυτή ως αμοιβή, διότι δουλεύετε έτσι στον Κυριον Ιησούν Χριστόν. | 24 γνωρίζοντες ὅτι ἀπὸ τὸν Κύριον θὰ ἀπολαύσετε τὴν ἀνταμοιβήν, ἡ ὁποία συνίσταται εἰς τὴν κληρονομίαν τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, διότι δουλεύετε εἰς τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ὁ ὁποῖος ἐνομοθέτησε τὴν ὑποταγὴν ταύτην τῶν δούλων εἰς τοὺς κυρίους. |
25 ὁ δὲ ἀδικῶν κομιεῖται ὃ ἠδίκησε, καὶ οὐκ ἔστι προσωποληψία. | 25 Εκείνος όμως, ο οποίος αδικεί τον δούλον του η οιονδήποτε άλλον, θα λάβη την ανταπόδοσιν και την τιμωρίαν δια την αδικίαν, που έκαμε· δεν υπάρχει στον Θεόν προσωποληψία, αλλά δικαιοσύνη και ορθή κρίσις. | 25 Διὰ δὲ τὰς ἀδικίας, ποὺ γίνονται εἰς βάρος τῶν δούλων, ἂς μὴ λησμονῇ κάθε ἄδικος κύριος, ὅτι ὅποιος ἀδικεῖ θὰ λάβῃ τὴν ἀνταπόδοσιν τῆς ἀδικίας ποὺ ἔκαμε, καὶ δὲν εἶναι προσωποληψία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, διότι ὁ Θεὸς δὲν χαρίζεται εἰς κανένα. |