Τρίτη, 05 Νοεμβρίου 2024
Ανατ: 06:56
Δύση: 17:23
Σελ. 4 ημ.
310-56
16ος χρόνος, 6107η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΠΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΟΥΣ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 (Γ)


 
 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ


 
Αρχαίο κείμενο Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί μου, χαίρετε ἐν Κυρίῳ. τὰ αὐτὰ γράφειν ὑμῖν ἐμοὶ μὲν οὐκ ὀκνηρόν, ὑμῖν δὲ ἀσφαλές. 1 Λοιπόν, αδελφοί, επειδή τώρα έχετε μαζή σας τον Επαφρόδιτον, εμάθετε δε ότι και τα κατ' εμέ συντελούν εις την διάδοσιν του Ευαγγελίου εδώ εις την Ρωμην, χαίρετε με την αληθινήν και πλήρη χαράν, που δίδει ο Κυριος. Το να σας απευθύνω πάλιν γραπτήν αυτήν την προτροπήν της χαράς, όπως σας την είπα και προφορικώς, όταν ήμην μαζή σας, δι' εμέ μεν δεν είναι ενοχλητικόν, δια σας δε είναι ασφαλές, διότι σας στηρίζει εις την ορθήν πίστιν και ζωήν. 1 Καὶ ἡ προτροπή, ποὺ ὑπολείπεται νὰ σᾶς κάμω, ἀδελφοί μου, εἶναι αὐτή· Χαίρετε τὴν χαράν, ποὺ φέρει ἡ μετὰ τοῦ Κυρίου στενὴ σχέσις καὶ ἐπικοινωνία. Σᾶς τὸ εἶπα καὶ προφορικῶς. Τὸ νὰ σᾶς γράφω δὲ καὶ τώρα τὰ ἴδια, εἰς ἐμὲ μὲν δὲν προκαλεῖ ὀκνηρίαν καὶ ἐνόχλησιν, εἰς σᾶς δὲ εἶναι ἀσφαλές.
2 Βλέπετε τοὺς κύνας, βλέπετε τοὺς κακοὺς ἐργάτας, βλέπετε τὴν κατατομήν· 2 Προσέχετε τους ψευδοδιδασκάλους, οι οποίοι είναι σαν αδέσποτοι και ύπουλοι σκύλοι· προσέχετε τους κακούς εργάτας, οι οποίοι κάμνουν ψεύτικη εργασία η και κρημνίζουν την εργασίαν των άλλων· και αυτοί είναι οι ψευδάδελφοι Ιουδαίοι, που νοθεύουν την ευαγγελικήν αλήθειαν με την περιτομήν, και τας άλλας τυπικάς διατάξστου Νομου· προσέχετε αυτούς, οι οποίοι προσπαθούν να κατακομματιάσουν την Εκκλησίαν. 2 Παρατηρεῖτε προσεκτικὰ καὶ ἀποφεύγετε τοὺς ψευδοδιδασκάλους, οἱ ὁποῖοι εἶναι σκύλοι ἀκάθαρτοι καὶ βέβηλοι καὶ ξένοι πρὸς τὸν Θεόν. Σημαδεύετε τοὺς κακοὺς ἐργάτας, ποὺ ἀντὶ νὰ οἰκοδομοῦν κρημνίζουν· παρατηρεῖτε αὐτούς, ποὺ μὲ τὴν περιτομήν, τὴν ὁποίαν διδάσκουν ὡς ἀναγκαίαν, κατακόπτουν καὶ ἀκρωτηριάζουν τὴν σάρκα.
3 ἡμεῖς γάρ ἐσμεν ἡ περιτομή, οἱ Πνεύματι Θεοῦ λατρεύοντες καὶ καυχώμενοι ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ καὶ οὐκ ἐν σαρκὶ πεποιθότες, 3 Διότι όχι αυτοί, αλλ' ημείς είμεθα η αληθινή πνευματική περιτομή, οι οποίοι, φωτιζόμενοι και θερμαινόμενοι από το Πνεύμα του Θεού, λατρεύομεν με την αληθινήν λατρείαν τον Κυριον και καυχώμεθα, ότι πιστεύομεν και ανήκομεν στον Ιησούν Χριστόν και δεν βασίζομεν την πεποίθησίν μας εις τας διατάξστου μωσαϊκού Νομου, που αναφέρονται εις την σάρκα, όπως είναι και η περιτομή. 3 Ναί· αὐτοὶ εἶναι κατατομὴ καὶ ὄχι περιτομή. Διότι ἡ ἀληθινὴ περιτομὴ εἴμεθα ἠμεῖς, οἱ ὁποῖοι διὰ τοῦ φωτισμοῦ, ποὺ μᾶς δίδει τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, προσφέρομεν εἰς τὸν Θεόν ἀληθινὴν λατρείαν. Καὶ ὡς μόνην πηγὴν καυχήσεως ἔχομεν τὸν Χριστὸν Ἰησοῦν καὶ δὲν στηρίζομεν τὴν πεποίθησίν μας εἰς σαρκικὰ πλεονεκτήματα, ὅπως εἶναι ἡ περιτομή.
4 καίπερ ἐγὼ ἔχων πεποίθησιν καὶ ἐν σαρκί. εἴ τις δοκεῖ ἄλλος πεποιθέναι ἐν σαρκί, ἐγὼ μᾶλλον· 4 Μολονότι εγώ ημπορώ να έχω και πεποίθησιν εις τας τυπικάς αυτάς περί της σαρκός διατάξστου μωσαϊκού Νομου. Εάν κανείς άλλος νομίζη, ότι ημπορεί να έχη μια τέτοια πεποίθησι, εγώ ημπορώ πολύ περισσότερον. 4 Καίτοι ἐγὼ ἔχω πεποίθησιν καὶ δυνατότητα νὰ καυχηθῶ καὶ διὰ σαρκικὰ πλεονεκτήματα. Ἐὰν κανεὶς ἄλλος νομίζῃ, ὅτι ἠμπορεῖ νὰ στηριχθῇ μὲ πεποίθησιν εἰς τὰ σαρκικὰ πλεονεκτήματά του καὶ προσόντα του καὶ καυχηθῇ δι’ αὐτά, ἐγὼ πολὺ περισσότερον δύναμαι νὰ πράξω τοῦτο.
5 περιτομῇ ὀκταήμερος, ἐκ γένους Ἰσραήλ, φυλῆς Βενιαμίν, Ἑβραῖος ἐξ Ἑβραίων, κατὰ νόμον Φαρισαῖος, 5 Επεριτμήθηκα οκτώ ημέρας μετά την γέννησίν μου· κατάγομαι από το γένος του Ισραήλ και από την φυλήν Βενιαμίν· είμαι γνήσιος Εβραίος από γονείς Εβραίους και με ανατροφήν εβραϊκήν· ως προς δε τον Νομον ήμουν Φαρισαίος και προσπαθούσα να τον τηρώ με πολλήν ακρίβειαν. 5 Ἔλαβα περιτομὴν ὀκτὼ ἡμέρας μετὰ τὴν γέννησίν μου· κατάγομαι ἀπὸ τὸ γένος τοῦ εὐλογημένου Ἰσραὴλ καὶ ἀπὸ τὴν φυλὴν Βενιαμίν. Εἶμαι Ἑβραῖος ἀπὸ γονεῖς Ἑβραίους καὶ ἐξ ἀρχῆς ἐπῆρα ἑβραϊκὴν ἀνατροφὴν καὶ ἔμαθα νὰ ὁμιλῶ ὡς γλῶσσαν μητρικὴν τὴν ἑβραϊκήν. Καὶ ὅσον ἀφορᾷ εἰς τὸν νόμον ἤμην Φαρισαῖος καὶ ἐτήρουν αὐτὸν μὲ πολλὴν ἀκρίβειαν.
6 κατὰ ζῆλον διώκων τὴν ἐκκλησίαν, κατὰ δικαιοσύνην τὴν ἐν νόμῳ γενόμενος ἄμεμπτος. 6 Από ζήλον δια την πατροπαράδοτον θρησκείαν κινούμενος, κατεδίωκα την Εκκλησίαν του Χριστού. Ως προς δε την δικαιοσύνην, που προήρχετο από την πιστήν τήρησιν του Νομου, υπήρξα άμεμπτος, χωρίς κανείς να ημπορή εις κάτι να με κατηγορήση. 6 Ἐκ πραγματικοῦ ζήλου κατεδίωκα τὴν Ἐκκλησίαν καὶ ὅσον ἀφορᾷ εἰς τὴν δικαιοσύνην, ἡ ὁποία προήρχετο ἀπὸ τὴν αὐστηρὰν τήρησιν τοῦ νόμου, ἀπεδείχθην ἄμεμπτος καὶ δὲν ἠδύνατο κανεὶς νὰ μὲ κατηγορήσῃ διὰ τὴν παραμικρὰν παράβασιν.
7 ἀλλ’ ἅτινα ἦν μοι κέρδη, ταῦτα ἥγημαι διὰ τὸν Χριστὸν ζημίαν. 7 Αλλ' αυτά, τα οποία ήσαν τότε δι' εμέ ηθικά κέρδη και προσόντα, φωτισμένος τώρα από την αλήθειαν του Ευαγγελίου τα έχω θεωρήσει ζημίαν και μειονέκτημα και τα έχω απαρνηθή, δια να αρέσω στον Χριστόν και να εύρω δι' αυτού μόνου την σωτηρίαν. 7 Ἀλλ’ αὐτά, ποὺ ἦσαν τότε εἰς ἐμὲ κέρδη καὶ πλεονεκτήματα, ταῦτα ἔχω θεωρήσει ζημίαν καὶ μειονεκτήματα, προκειμένου νὰ ἀρέσω εἰς τὸν Χριστὸν καὶ νὰ σωθῶ διὰ τοῦ Χριστοῦ.
8 ἀλλὰ μενοῦνγε καὶ ἡγοῦμαι πάντα ζημίαν εἶναι διὰ τὸ ὑπερέχον τῆς γνώσεως Χριστοῦ Ἰησοῦ τοῦ Κυρίου μου, δι’ ὃν τὰ πάντα ἐζημιώθην, καὶ ἡγοῦμαι σκύβαλα εἶναι ἵνα Χριστὸν κερδήσω 8 Αλλά βεβαίως και τώρα ακόμη περισσότερον θεωρώ όλα γενικώς όσα είναι ξένα προς τον Χριστόν ζημίαν, εν συγκρίσει προς την υπεροχήν και το μεγαλείον της γνώσεως του Κυρίου μου Ιησού Χριστού, δια τον οποίον τα πάντα θεληματικώς απέρριψα και επεριφρόνησα. Και τα θεωρώ όλα σκύβαλα και ανάξια λόγου, δια να κερδήσω τον Χριστόν, 8 Ὄχι δὲ μόνον ὅταν ἐφωτίσθην καὶ ἤμην εἰς τὰς πρώτας ἡμέρας τῆς ἐπιστροφῆς μου, ἀλλὰ βεβαίως καὶ τώρα ἑξακολουθῶ νὰ νομίζω, ὅτι ὅλα εἶναι ζημία συγκρινόμενα πρὸς τὴν ὑπεροχὴν τῆς γνώσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου μου, διὰ τὸν ὁποῖον ἐστερήθην καὶ ἀπέρριψα ὅλα διὰ νὰ ἐγκολπωθῶ αὐτὸν ὡς σωτῆρα μου.. Καὶ τὰ θεωρῶ σκύβαλα καὶ ἀξία περιφρονήσεως διὰ νὰ κερδήσω τὸν Χριστόν,
9 καὶ εὑρεθῶ ἐν αὐτῷ μὴ ἔχων ἐμὴν δικαιοσύνην τὴν ἐκ νόμου, ἀλλὰ τὴν διὰ πίστεως Χριστοῦ, τὴν ἐκ Θεοῦ δικαιοσύνην ἐπὶ τῇ πίστει, 9 και δια να ευρεθώ κατά την μεγάλην εκείνην ημέραν της κρίσεως ενώπιόν του, όχι με την δικαιοσύνην μου, την οποίαν δίδει ο μωσαϊκός Νομος, αλλά με την δικαίωσιν που αποκτάται δια της πίστεως στον Ιησούν Χριστόν, που πηγάζει από τον Θεόν και θεμελειώνεται επάνω εις την πίστιν. 9 καὶ διὰ νὰ εὑρεθῶ κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς Κρίσεως ἐνωμένος μὲ αὐτὸν καὶ μὴ ἔχων δικαιοσύνην, τὴν ὁποίαν μὲ τοὺς ἰδικούς μου κόπους καὶ ἱδρῶτας ἀπέκτησα διὰ τῆς ἐπακριβοῦς τηρήσεως τοῦ νόμου. Ἀλλ’ ἐπιζητῶ νὰ ἔχω τότε τὴν δικαιοσύνην, ποὺ ἀποκτᾶται διὰ τῆς πίστεως εἰς τὸν Χριστὸν καὶ προέρχεται ἐκ τοῦ Θεοῦ καὶ στηρίζεται ἐπὶ τῆς πίστεως.
10 τοῦ γνῶναι αὐτὸν καὶ τὴν δύναμιν τῆς ἀναστάσεως αὐτοῦ καὶ τὴν κοινωνίαν παθημάτων αὐτοῦ, συμμορφούμενος τῷ θανάτῳ αὐτοῦ, 10 Επιδιώκω δε αυτήν την αληθινήν και μόνην δικαίωσιν, δια να γνμωρίσω έτσι προσωπικώς και εκ πείρας τον Χριστόν και την σωτήριον δύναμιν, που προέρχεται από την Ανάστασίν του και την συμμετοχήν μου εις τα παθήματά του, διωκόμενος και εγώ, ταλαιπωρούμενος και θλιβόμενος, πρόθυμος να υπομείνω θλίψεις και παθήματα όμοια με όσα Εκείνος έπαθε και αυτόν ακόμη τον θάνατον καθ' ομοίωσιν Εκείνου. 10 Ζητῶ δὲ τὴν ἐκ πίστεως δικαιοσύνην διὰ νὰ γνωρίσω διὰ τῆς θρησκευτικῆς μου πείρας τὸν Χριστὸν καὶ τὴν δύναμιν, ποὺ πηγάζει εἰς ἠμᾶς ἀπὸ τὴν ἀνάστασίν του. Καὶ νὰ συμμετάσχω εἰς τὰ παθήματά του, πάσχων καὶ ἐγὼ διωγμοὺς καὶ κακοπαθείας, καθὼς ἐκεῖνος, καὶ ἐξομοιούμενος πρὸς τὸν θάνατόν του διὰ τῆς ἀποκτήσεως τῶν αὐτῶν συναισθημάτων, ποὺ εἶχεν ὁ Χριστός, ὅταν ἀπέθνησκε.
11 εἴ πως καταντήσω εἰς τὴν ἐξανάστασιν τὴν ἐκ νεκρῶν. 11 Μηπως ημπορέσω και εγώ να φθάσω εις την ένδοξον εκ νεκρών ανάστασιν. 11 Προσπαθῶ νὰ γίνω συμμέτοχος τῶν παθημάτων καὶ τοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ, μήπως ἠμπορέσω καὶ ἑγὼ νὰ ἐπιτύχω καὶ ἀπολαύσω τὴν ἔνδοξον ἀνάστασιν τῶν νεκρῶν.
12 οὐχ ὅτι ἤδη ἔλαβον ἢ ἤδη τετελείωμαι, διώκω δὲ εἰ καὶ καταλάβω, ἐφ’ ᾧ καὶ κατελήφθην ὑπὸ τοῦ Χριστοῦ Ἰησοῦ. 12 Δεν φρονώ βέβαια και δεν λέγω, ότι έχω πλέον λάβει το βραβείον της νίκης η ότι έχω φθάσει εις την ηθικήν μου τελείωσιν. Αλλά επιδιώκω και αγωνίζομαι συνεχώς, μήπως κατορθώσω να πιάσω και κρατήσω στερεά εκείνο δια το οποίον με έχει πιάσει και ελκύσει εις την πίστιν ο Ιησούς Χριστός. Αυτό δε εις τελευταίαν λέξιν θα είναι η εν ουρανοίς σωτηρία μου. 12 Δὲν λέγω, ὅτι ἔλαβον πλέον τὸ βραβεῖον ἢ ὅτι ἔχω πλέον κατορθώσει τὴν πνευματικὴν τελειοποίησίν μου. Δὲν ἔχω φθάσει ἀκόμη εἰς τὸ ἔνδοξον αὐτὸ τέρμα, ἀλλ’ ἀγωνίζομαι καὶ τρέχω μὲ κόπον καὶ βιασύνην, μήπως ἠμπορέσω καὶ πιάσω στερεὰ ἐκεῖνο, διὰ τὸ ὁποῖον ἐπιάσθην καλὰ ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν Χριστόν. Εἶναι δὲ αὐτὸ ἡ πλήρης ἐπιτυχία εἰς τὸ ἔργον τῆς ἀποστολῆς μου καὶ ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς μου.
13 ἀδελφοί, ἐγὼ ἐμαυτὸν οὔπω λογίζομαι κατειληφέναι· 13 Αδελφοί, εγώ δεν νομίζω, ότι έχω επιτύχει τον σκοπόν, δια τον οποίον με εκάλεσε και με έστειλε ο Κυριος. 13 Ἀδελφοί, ἐγὼ δὲν θεωρῶ ἀκόμη, ὅτι ἐπέτυχα τὸν σκοπόν, διὰ τὸν ὁποῖον ἀπεστάλην ἀπὸ τὸν Κύριον. Ὅσα καὶ ἂν ἔχω ἐργασθῇ ἕως τώρα καὶ ὅσα καὶ ἂν κατώρθωσα, δὲν φρονῶ ὅτι ἀνταπεκρίθην πλήρως εἰς τὴν ἀποστολήν μου.
14 ἓν δέ, τὰ μὲν ὀπίσω ἐπιλανθανόμενος τοῖς δὲ ἔμπροσθεν ἐπεκτεινόμενος κατὰ σκοπὸν διώκω ἐπὶ τὸ βραβεῖον τῆς ἄνω κλήσεως τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. 14 Αλλά ένα πράγμα σκέπτομαι πάντοτε και δι' ένα πράγμα φροντίζω· λησμονώ μεν όσα με την δύναμιν του Θεού έγιναν στο παρελθόν, απλώνομαι δε συνεχώς προς εκείνα, που είναι εμπρός μου και πρέπει να εκτελεσθούν. Και επιδιώκω έτσι με σταθερότητα και ζήλον να πραγματοποιήσω τον σκοπόν της κλήσεώς μου, δια να λάβω το βραβείον, που μας έχει ετοιμάσει ο Θεός, ο οποίος και μας εκάλεσε δια του Ιησού Χριστού επάνω στον ουρανόν. 14 Ἀλλὰ ἕνα πρᾶγμα κάνω καὶ δι’ ἓν φροντίζω· λησμονῶ μὲν τὰ ὅσα ἔγιναν εἰς τὸ παρελθόν, ποὺ τὰ ἔχω ἀφήσει ὀπίσω μου, ἀπλώνομαι δὲ διαρκῶς καὶ σπεύδω πρὸς ἐκεῖνα, ποὺ εἶναι ἐμπρός μου, καὶ τὰ ὁποῖα μένουν ἀκόμη ἀνεκτέλεστα καὶ πρέπει νὰ τὰ ἐκτελέσω. Καὶ ἔτσι προχωρῶ κατ’ εὐθεῖαν πρὸς τὸν ἐπὶ διωκόμενον σκοπὸν καὶ τρέχω βιαστικὰ διὰ νὰ λάβω τὸ βραβεῖον, τὸ ὁποῖον μᾶς ἐπιφυλάσσει ἡ πρόσκλησις πρὸς τὸν οὐρανὸν ἐπάνω, ὅπου μᾶς καλεῖ ὁ Θεὸς διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
15 Ὅσοι οὖν τέλειοι, τοῦτο φρονῶμεν· καὶ εἴ τι ἑτέρως φρονεῖτε, καὶ τοῦτο ὁ Θεὸς ὑμῖν ἀποκαλύψει. 15 Οσοι, λοιπόν, ποθούμεν να γίνωμεν τέλειοι, αυτό ας φρονούμεν· ότι δεν εγίναμε τέλειοι, αλλά δια να γίνωμεν, πρέπει να αγωνιζώμεθα συνεχώς και μέχρι τέλους. Και εάν κάτι διαφορετικόν από αυτό που σας λέγω φρονήτε και που δεν είναι ορθόν, και αυτό ο Θεός θα το φανερώση. 15 Ὅσοι λοιπὸν προσπαθοῦμεν νὰ γίνωμεν τέλειοι, τοῦτο ἂς φρονῶμεν δηλαδὴ ἂς μὴ νομίζωμεν, ὅτι ἐπετύχαμεν τὸ βραβεῖον, ἀλλὰ ἂς ἐπεκτεινώμεθα πάντοτε πρὸς τὰ ἐμπρός. Καὶ ἐὰν ἔχετε κανὲν διαφορετικὸν φρόνημα, ποὺ δὲν πρέπει νὰ τὸ ἔχετε, δὲν ἀνησυχῶ. Διότι καὶ αὐτὸ θὰ σᾶς τὸ φανερώσῃ ὁ Θεός.
16 πλὴν εἰς ὃ ἐφθάσαμεν, τῷ αὐτῷ στοιχεῖν κανόνι, τὸ αὐτὸ φροινεῖν. 16 Αλλ' έως εδώ πλέον που έχομεν φθάσει, εις την πνευματικήν κατάστασίν που ευρισκόμεθα σήμερον, δεν πρέπει να έχωμεν διαφορετικά μεταξύ μας φρονήματα, αλλά να ακολουθώμεν τον ίδιον κανόνα πίστεως και ζωής, να έχωμεν το αυτό αληθινόν φρόνημα. 16 Πλὴν μὴ μένετε ξένοιαστοι μὲ τὴν ἐλπίδα, ὅτι ὁ Θεὸς θὰ σᾶς φανερώσῃ ἐκεῖνο, ποὺ δὲν ἠξεύρετε. Ἀλλ’ εἰς τὸ πνευματικὸν σημεῖον, εἰς τὸ ὁποῖον ἐφθάσαμεν, πρέπει νὰ προσέχωμεν νὰ μὴ πέσωμεν ἔξω. Καὶ διὰ νὰ μὴ πάθωμεν αὐτό, πρέπει νὰ ἀκολουθῶμεν ὅλοι τὸν αὐτὸν κανόνα τῆς συμπεριφορᾶς ποὺ ἐδιδάχθημεν, καὶ νὰ ἔχωμεν τὸ αὐτὸ φρόνημα τῆς ἀληθείας.
17 Συμμιμηταί μου γίνεσθε, ἀδελφοί, καὶ σκοπεῖτε τοὺς οὕτω περιπατοῦντας, καθὼς ἔχετε τύπον ἡμᾶς. 17 Αδελφοί, γίνεσθε όλοι μαζή μιμηταί ιδικοί μου· και προσέχετε εκείνους, οι οποίοι πορεύονται και συμπεριφέρονται κατά τρόπον υποδειγματικόν, σύμφωνα με τον τύπον και το παράδειγμα που σας έχομεν δώσει ημείς. Αυτούς να τους μιμήσθε. 17 Δὲν σᾶς ζητῶ τίποτε τὸ ἄγνωστον καὶ ἀδύνατον. Μὲ ἠξεύρετε ὅλοι καλά. Γίνεσθε λοιπόν, ἀδελφοί, ὅλοι μαζὶ μιμηταί μου καὶ προσέχετε εἰς ἐκείνους, ποὺ δεικνύουν εἰς τὸν βίον των τὴν ὑποδειγματικὴν συμπεριφοράν, ποὺ σᾶς ἐδώκαμεν ὡς παράδειγμα· καὶ μὲ αὐτοὺς συναναστρέφεσθε.
18 πολλοὶ γὰρ περιπατοῦσιν, - οὓς πολλάκις ἔλεγον ὑμῖν, νῦν δὲ καὶ κλαίων λέγω, τοὺς ἐχθροὺς τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, 18 Διότι πολλοί βαδίζουν ένα δρόμον όχι-καλόν και γίνονται σκάνδαλον. Δι' αυτούς πολλές φορές σας έλεγα, όταν ευρισκόμην μαζή σας στους Φιλίππους, και τώρα κλαίων σας λέγω. Εννοώ τους εχθρούς του σταυρού του Χριστού, αυτούς δηλαδή, που εις την αρχήν επίστευσαν και υπήκουσαν στον Χριστόν, κατόπιν όμως έζησαν και ζουν αμαρτωλήν ζωήν και σκανδαλίζουν έτσι τους πιστούς, υπονομεύουν την Εκκλησίαν και πολεμούν τον Χριστόν. 18 Σᾶς λέγω νὰ δίδετε προσοχὴν μόνον εἰς αὐτούς, ποὺ πολιτεύονται κατὰ τὸ ἰδικόν μας παράδειγμα, διότι πολλοὶ παρουσιάζουν κακὴν συμπεριφοράν. Περὶ αὐτῶν, ὅταν ἤμην εἰς Φιλίππους πολλὲς φορὲς σᾶς ἔκαμα λόγον, τώρα δέ, ἐπειδὴ ἐν τῷ μεταξὺ ἐχειροτέρευσαν, μὲ κλάματα ὁμιλῶ δι’ αὐτούς, ποὺ μὲ τὴν σαρκικήν των ζωὴν ἀποδεικνύονται ἐχθροὶ τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι σύμβολον αὐτοθυσίας καὶ πόνου.
19 ὧν τὸ τέλος ἀπώλεια, ὧν ὁ θεὸς ἡ κοιλία καὶ ἡ δόξα ἐν τῇ αἰσχύνῃ αὐτῶν, οἱ τὰ ἐπίγεια φρονοῦντες! 19 Αυτών το κατάντημα θα είναι η απώλεια, η οριστική καταδίκη εις την αιωνίαν κόλασιν. Αυτοί, κοιλιόδουλοι και ιδιοτελείς καθώς είναι, έχουν ως Θεόν και λατρεύουν την κοιλίαν των και επιζητούν την δόξαν εις πράξεις και καταστάσεις, που φέρουν εντροπήν, έχουν δε γήϊνα και σαρκικά φρονήματα. 19 Αὐτῶν τὸ τέλος θὰ εἶναι ἡ ἀπώλεια, διότι θὰ καταλήξουν εἰς τὴν αἰωνίαν κόλασιν. Αὐτοὶ ὡς Θεόν λατρεύουν τὴν κοιλίαν των καὶ δόξαν των θεωροῦν πράξεις ποὺ φέρουν ἐντροπήν, ἔχουν δὲ φρονήματα γήϊνα.
20 ἡμῶν γὰρ τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει, ἐξ οὗ καὶ σωτῆρα ἀπεκδεχόμεθα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, 20 Αλλ' ημών των πιστών μαθητών του Κυρίου η πατρίς μας και η πολιτεία μας, το πολίτευμά μας και η συμπεριφορά μας είναι, όπως και των αγγέλων, στους ουρανούς, απ' όπου με πολύν πόθον περιμένομεν τον σωτήρα μας, τον Κυριον Ιησούν Χριστόν. 20 Ἡ συμπεριφορά των καὶ τὰ φρονήματά των εἶναι τελείως ἀντίθετα πρὸς τὰ ἰδικά μας. Διότι ἡ ἰδική μας πατρὶς καὶ πολιτεία καὶ τὰ ἰδικά μας πολιτικὰ δικαιώματα εἶναι εἰς τοὺς οὐρανούς, ἀπὸ τοὺς ὁποίους μὲ πολὺν πόθον περιμένομεν καὶ τὸν Σωτῆρα μας, τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν.
21 ὃς μετασχηματίσει τὸ σῶμα τῆς ταπεινώσεως ἡμῶν εἰς τὸ γενέσθαι αὐτὸ σύμμορφον τῷ σώματι τῆς δόξης αὐτοῦ κατὰ τὴν ἐνέργειαν τοῦ δύνασθαι αὐτὸν καὶ ὑποτάξαι αὑτῷ τὰ πάντα. 21 Αυτός θα μετασχηματίση το σώμα αυτό της ταπεινότητος και της ασημότητος, το ασθενές και φθαρτόν και θνητόν, θα το μεταμορφώση, ώστε να γίνη όμοιον προς το ένδοξον ιδικόν του σώμα δια της παντοδυνάμου αυτού ενεργείας, δια της οποίας ημπορεί και τα πάντα να υποτάξη στον εαυτόν του. 21 Αὐτὸς ὁ Κύριος καὶ Σωτήρ μας θὰ δώσῃ νέαν ἔνδοξον μορφὴν εἰς τὸ σῶμα τῆς μικρότητος καὶ ταπεινότητός μας, ποὺ εἶναι τώρα φθαρτὸν καὶ ὑπόκειται εἰς πόνους καὶ ἀσθενείας. Θὰ μεταμορφώσῃ αὐτό, ὥστε νὰ γίνῃ ὅμοιον πρὸς τὸ δοξασμένον σῶμα του καὶ νὰ ἀποκτήσῃ τὴν αὐτὴν ἔνδοξον καὶ ἄφθαρτον μορφὴν πρὸς αὐτό. Τὴν μεταμόρφωσιν δὲ αὐτὴν θὰ τὴν κάμῃ διὰ τῆς πανισχύρου ἐνεργείας του, διὰ τῆς ὁποίας δύναται καὶ να ὑποτάξῃ τὰ πάντα εἰς τὸν ἑαυτόν του.