Σάββατο, 21 Δεκεμβρίου 2024
Ανατ: 07:38
Δύση: 17:10
Σελ. 21 ημ.
356-10
16ος χρόνος, 6153η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΕΡΕΜΙΟΥ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 (Α)


 
 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ

1

 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ ἐπιστολῆς, ἧς ἀπέστειλεν ῾Ιερεμίας πρὸς τοὺς ἀχθησομένους αἰχμαλώτους εἰς Βαβυλῶνα ὑπὸ τοῦ βασιλέως τῶν Βαβυλωνίων ἀναγγεῖλαι αὐτοῖς καθότι ἐπετάγη αὐτῷ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ. - Αντίγραφαν της επιστολής, την οποίαν απέστειλεν ο Ιερεμίας προς τους Ιουδαίους, που θα εσύροντο αιχμάλωτοι εις την Βαβυλώνα υπό του βασιλέως της Βαβυλώνος, δια να αναγγείλη εις αυτούς ο,τι είχε διαταχθή αυτός από τον Θεόν. Αντίγραφον τῆς ἐπιστολῆς ποὺ ἀπέστειλεν ὁ Ἱερεμίας πρὸς τοὺς Ἰουδαίους, οἱ ὁποῖοι ἐπρόκειτο νὰ ὁδηγηθοῦν ὡς αἰχμάλωτοι εἰς τὴν Βαβυλῶνα ἀπὸ τὸν βασιλιᾶ τῶν Βαβυλωνίων, διὰ νὰ τοὺς γνωστοποιήσῃ ὅ,τι ὁ Θεὸς τὸν εἶχε διατάξει.
1 Διὰ τὰς ἁμαρτίας, ἃς ἡμαρτήκατε ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, ἀχθήσεσθε εἰς Βαβυλῶνα αἰχμάλωτοι ὑπὸ Ναβουχοδονόσορ βασιλέως τῶν Βαβυλωνίων 1 Δια τας αμαρτίας, τας οποίας διεπράξατε ενώπιον του Θεού, θα οδηγηθήτε αιχμάλωτοι εις την Βαβυλώνα υπό του βασιλέως των Βαβυλωνίων Ναβουχοδονόσορος. 1 Ἕνεκα τῶν ἁμαρτιῶν, τὶς ὁποῖες διεπράξατε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, θὰ ὁδηγηθῆτε αἰχμάλωτοι εἰς τὴν Βαβυλῶνα ἀπὸ τὸν Ναβουχοδονόσορα, τὸν βασιλιᾶ τῶν Βαβυλωνίων.
2 εἰσελθόντες οὖν εἰς Βαβυλῶνα ἔσεσθε ἐκεῖ ἔτη πλείονα καὶ χρόνον μακρὸν ἕως γενεῶν ἑπτά· μετὰ τοῦτο δὲ ἐξάξω ὑμᾶς ἐκεῖθεν μετ' εἰρήνης. 2 Μια φορά, λοιπόν, και θα φθάσετε εις την Βαβυλώνα, θα μείνετε εκεί επί πολλά έτη, επί μακρόν χρόνον, μέχρις επτά γενεών. Επειτα δε θα σας βγάλω εγώ από εκεί, λέγει ο Θεός, κατά ένα τρόπον ειρηνικόν. 2 Ὅταν λοιπὸν φθάσετε εἰς τὴν Βαβυλῶνα, θὰ παραμείνετε ἐκεῖ ἐπὶ πολλὰ ἔτη, ἐπὶ μακρὰν χρόνον, μέχρις ἑπτὰ γενεῶν· μετὰ τὸ μακρὸν αὐτὸ χρονικὸν διάστημα θὰ σᾶς βγάλω «ἐγὼ ὁ Θεός» ἀπὸ ἐκεῖ κατὰ τρόπον εἰρηνικὸν καὶ θὰ σᾶς ἐπαναφέρω εἰς τὴν πατρίδα σας.
3 νυνὶ δὲ ὄψεσθε ἐν Βαβυλῶνι θεοὺς ἀργυροῦς καὶ χρυσοῦς καὶ ξυλίνους ἐπ' ὤμοις αἰρομένους, δεικνύντας φόβον τοῖς ἔθνεσιν. 3 Τωρα όμως θα ιδήτε εις την Βαβυλώνα θεούς αργυρούς και χρυσούς και ξυλίνους, τους οποίους οι άνθρωποι θα φέρουν επάνω στους ώμους και οι οποίοι θα εμπνέουν φόβον εις τα έθνη. 3 Τώρα ὅμως θὰ ἰδῆτε εἰς τὴν Βαβυλῶνα θεοὺς ἀσημένιους καὶ χρυσοῦς καὶ ξυλίνους, τοὺς ὁποίους οἱ ἄνθρωποι «εἰδωλολάτραι» σηκώνουν ἐπάνω εἰς τοὺς ὤμους των καὶ τοὺς μεταφέρουν κατὰ τὶς θρησκευτικὲς λιτανεῖες· οἱ θέοι αὐτοὶ γεμίζουν μὲ φόβον τοὺς ἐθνικούς.
4 εὐλαβήθητε οὖν μὴ καὶ ὑμεῖς ἀφομοιωθέντες τοῖς ἀλλοφύλοις ἀφομοιωθῆτε καὶ φόβος ὑμᾶς λάβῃ ἐπ' αὐτοῖς 4 Προσέξατε, λοιπόν, μήπως και σεις αφομοιωθήτε με τους αλλοφύλους, μήπως ομοιάσετε με αυτούς και σας καταλάβη φόβος από τους θεούς των. 4 Προσέξατε λοιπὸν μήπως καὶ σεῖς ἀφομοιωθῆτε καὶ ἐξομοιωθῆτε ἐντελῶς πρὸς τοὺς εἰδωλολάτρας καὶ σᾶς κυριεύσῃ φόβος ἀπὸ τοὺς θεούς των.
5 ἰδόντας ὄχλον ἔμπροσθεν καὶ ὄπισθεν αὐτῶν προσκυνοῦντας αὐτά· εἴπατε δὲ τῇ διανοίᾳ· σοὶ δεῖ προσκυνεῖν, δέσποτα. 5 Οταν μάλιστα ίδετε πολύν λαόν έμπροσθεν και όπισθεν από τους ειδωλικούς αυτούς θεούς να τους προσκυνούν, ειπέτε από μέσα σας· “σε μόνον πρέπει να προσκυνούμεν, Δεσποτα”. 5 Ὅταν ἰδῆτε πλῆθος λαοῦ ἐμπρὸς καὶ πίσω ἀπὸ τοὺς εἰδωλικοὺς αὐτοὺς θεοὺς «τὰ ἀγάλματα τῶν θεῶν αὐτῶν» νὰ τοὺς προσκυνοῦν καὶ νὰ τοὺς ἀποδίδουν σεβασμόν, σκεφθῆτε καὶ πῆτε ἀπὸ μέσα σας: «Σὲ μόνον πρέπει νὰ προσκυνῶμεν καὶ νὰ λατρεύωμεν, Δέσποτα!»
6 ὁ γὰρ ἄγγελός μου μεθ' ὑμῶν ἐστιν, αὐτός τε ἐκζητῶν τὰς ψυχὰς ὑμῶν. 6 Ο δε άγγελός μου θα είναι μαζή σας, και αυτός θα ενδιαφέρεται και θα φροντίζη δια την ζωήν σας. 6 Διότι «λέγει ὁ Θεός» καὶ κατὰ τὴν περίοδον τῆς αἰχμαλωσίας ὁ προστάτης σας ἄγγελός μου θὰ εἶναι μαζί σας, αὐτὸς δὲ θὰ σᾶς βοηθῇ καὶ θὰ μεριμνᾷ διὰ τὴν ζωήν σας.
7 γλῶσσα γὰρ αὐτῶν ἐστι κετεξυσμένη ὑπὸ τέκτονος, αὐτά τε περίχρυσα καὶ περιάργυρα, ψευδῆ δ' ἐστὶ καὶ οὐ δύνανται λαλεῖν. 7 Η γλώσσα των ειδωλικών θεών είναι σκαλισμένη από γλύπτην. Επάνω εις αυτά έχουν θέσει επικαλύμματα από χρυσόν και άργυρον. Είναι όμως θεοί ψευδείς, δεν ημπορούν να ομιλούν. 7 Ἡ γλῶσσα τῶν εἰδωλικῶν αὐτῶν θεῶν εἶναι λεία καὶ μὲ τέχνην σμιλευμένη ἀπὸ γλύπτην, καὶ τὰ ἀγάλματα αὐτὰ εἶναι καλυμμένα ἀπὸ χρυσάφι καὶ ἀσῆμι· αὐτὰ ὅμως εἶναι ψεύτικα, πλαστά, κίβδηλα καὶ δὲν ἠμποροῦν νὰ ὁμιλοῦν.
8 καὶ ὥσπερ παρθένῳ φιλοκόσμῳ λαμβάνοντες χρυσίον κατασκευάζουσι στεφάνους ἐπὶ τὰς κεφαλὰς τῶν θεῶν αὐτῶν· 8 Οπως δε δια μίαν νεάνιδα φιλάρεσκον λαμβάνουν οι άνθρωποι χρυσόν και κατασκευάζουν στεφάνους, που τους θέτουν εις την κεφαλήν της, έτσι κατασκευάζουν και στεφάνους, τους οποίους θέτουν εις τα κεφάλια των θεών των. 8 Ὅπως οἱ ἄνθρωποι, ἀφοῦ λάβουν χρυσάφι, κατασκευάζουν στεφάνι διὰ μίαν φιλάρεσκον νεάνιδα, ποὺ ἀγαπᾷ τὰ στολίδια, ἔτσι καὶ οἱ εἰδωλολάτραι κατασκευάζουν χρυσᾶ στεφάνια, τὰ ὁποῖα ἀποθέτουν εἰς τὰ κεφάλια τῶν θεῶν των.
9 ἔστι δὲ καὶ ὅτε ὑφαιρούμενοι οἱ ἱερεῖς ἀπὸ τῶν θεῶν αὐτῶν χρυσίον καὶ ἀργύριον εἰς ἑαυτοὺς καταναλώσουσι, δώσουσι δὲ ἀπ' αὐτῶν καὶ ταῖς ἐπὶ τοῦ στέγους πόρναις. 9 Μερικές δε φορές υπάρχουν ιερείς, οι οποίοι κλέπτουν από τους θεούς αυτούς το χρυσίον και το αργύριον, δια να το χρησιμοποιήσουν προς ιδικήν των χρήσιν, να δώσουν δε ένα μέρος από αυτά και εις τας πόρνας, αι οποίαι κατοικούν εις τας σοφίτας των ειδωλικών ναών. 9 Κάποτε δὲ ὑπάρχουν καὶ ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι ἀφαιροῦν κρυφὰ «κλέπτουν» ἀπὸ τοὺς εἰδωλικοὺς θεούς των χρυσάφι καὶ ἀσῆμι, προκειμένου νὰ τὰ χρησιμοποιήσουν διὰ τὶς προσωπικές των ἀνάγκες, νὰ δώσουν δὲ ἕνα μέρος ἀπὸ αὐτὰ εἰς τὶς πόρνες ποὺ κατοικοῦν εἰς τὶς σοφίτες τῶν οἰκιῶν «ἤ, κατ’ ἄλλους: Εἰς τὶς ἱερόδουλες πόρνες, ποὺ κατοικοῦν εἰς ἀνώγαια διαμερίσματα τῶν εἰδωλολατρικῶν ναῶν».
10 κοσμοῦσί τε αὐτοὺς ὡς ἀνθρώπους τοῖς ἐνδύμασι, θεοὺς ἀργυροῦς καὶ θεοὺς χρυσοῦς καὶ ξυλίνους· οὗτοι δὲ οὐ διασῴζονται ἀπὸ ἰοῦ καὶ βρωμάτων. 10 Στολίζουν δε με πλούσια ενδύματα, αυτούς τους θεούς τους αργυρούς, τους θεούς τους χρυσούς και τους θεούς τους ξυλίνους, ως εάν είναι άνθρωποι. Αυτοί δμως δεν ημπορούν μόνοι των να προφυλαχθούν από την σκωριάν και την διάβρωσιν. 10 Αὐτοὺς δὲ τοὺς ἀργυροῦς θεούς, τοῖς χρυσοῦς θεοὺς καὶ τοὺς ξυλίνους, τοὺς στολίζουν μὲ πλούσια ἐνδύματα ὡσὰν νὰ εἶναι ἄνθρωποι οἱ θεοὶ ὅμως αὐτοὶ δὲν ἠμποροῦν νὰ προστατεύσουν τοὺς ἑαυτούς των ἀπὸ τὴν σκουριὰ καὶ τὴν διάβρωσιν «φθορὰν ἢ σαπίλαν».
11 περιβεβλημένων αὐτῶν ἱματισμὸν πορφυροῦν, ἐκμάσσονται τὸ πρόσωπον αὐτῶν διὰ τὸν ἐκ τῆς οἰκίας κονιορτόν, ὅς ἐστι πλείω ἐπ' αὐτοῖς. 11 Ενῷ δε τους ενδύουν ίμέ ιματισμούς πορφυρούς, οι άνθρωποι σπογγίζουν το πρόσωπον αυτών, δια να αφαιρέσουν τον από τον ναόν κονιορτόν, ο οποίος είναι περισσότερος επάνω των. 11 Ἐνῷ τοὺς ἐνδύουν μὲ βασιλικὸν ἔνδυμα πορφύρας, ἐν τούτοις οἱ ἄνθρωποι σπογγίζουν τὸ πρόσωπον τῶν θεῶν αὐτῶν, προκειμένου νὰ ἀφαιρέσουν τὸν κονιορτὸν τοῦ ναοῦ, ὁ ὁποῖος «κονιορτός» κάθεται ἀρκετὰ πυκνὸς ἐπάνω των.
12 καὶ σκῆπτρον ἔχει ὡς ἄνθρωπος κριτὴς χώρας, ὃς τὸν εἰς αὐτὸν ἁμαρτάνοντα οὐκ ἀνελεῖ. 12 Ενας από αυτούς κρατεί σκήπτρον ως άνθρωπος, κριτής τάχα της χώρας. Αλλά δεν ημπορεί να θανατώση εκείνον, ο οποίος αμαρτάνει εις αυτόν. 12 Ἕνας ἀπὸ τοὺς θεοὺς αὐτοὺς κρατεῖ εἰς τὰ χέρια του σκῆπτρον, ὡσὰν νὰ εἶναι δῆθεν κριτὴς χώρας, εἶναι ὅμως ἀνίκανος καὶ ἀδύναμος νὰ θανατώσῃ ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος τὸν προσβάλλει καὶ ἀσεβεῖ εἰς αὐτόν.
13 ἔχει δὲ ἐγχειρίδιον ἐν δεξιᾷ καὶ πέλεκυν, ἑαυτὸν δὲ ἐκ πολέμου καὶ λῃστῶν οὐκ ἐξελεῖται. 13 Αλλος έχει μάχαιραν στο δεξιόν του χέρι η πέλεκυν· δεν ημπορεί όμως να γλυτώση τον εαυτόν του από τον πόλεμον και τους ληστάς. 13 Ἄλλος κρατεῖ εἰς τὸ δεξί του χέρι μαχαίρι καὶ «ἢ» τσεκούρι, ἐν τούτοις δὲν ἔχει τὴν δύναμιν νὰ ὑπερασπίσῃ καὶ σώσῃ τὸν ἑαυτόν του εἰς ὥραν πολέμου ἢ ἐπιθέσεως ληστῶν.
14 ὅθεν γνώριμοί εἰσιν οὐκ ὄντες θεοί· μὴ οὖν φοβηθῆτε αὐτούς. - 14 Από όλα αυτά γίνεται φανερόν, ότι αυτοί δεν είναι θεοί· μη, λοιπόν, ποτέ τους φοβηθήτε. 14 Ἀπὸ ὅλα αὐτὰ εἶναι φανερὸν ὅτι αὐτοὶ δὲν εἶναι θεοί· λοιπόν, μὴ τοὺς φοβηθῆτε!
15 ῞Ωσπερ γὰρ σκεῦος ἀνθρώπου συντριβὲν ἀχρεῖον γίνεται, τοιοῦτοι ὑπάρχουσιν οἱ θεοὶ αὐτῶν, καθιδρυμένων αὐτῶν ἐν τοῖς οἴκοις. 15 Διότι, όπως ένα πήλινον σκεύος ανθρώπου, όταν συντριβή γίνεται άχρηστον, έτσι είναι και οι θεοί των αλλοεθνών, τους οποίους έχουν εγκαταστήσει στους ναούς και εις τα σπίτια των. 15 Ὅπως ἕνα πήλινον σκεῦος ἀνθρώπου ὅταν σπάσῃ γίνεται ἄχρηστον, παρόμοιοι εἶναι καὶ οἱ θεοί των, τοὺς ὁποίους ἔχουν ἐγκαταστήσει καὶ φυλάττουν μὲ ἱερὸν δέος εἰς τὰ σπίτια «ἢ τοὺς ναούς» των.
16 οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν πλήρεις εἰσὶ κονιορτοῦ ἀπὸ τῶν ποδῶν τῶν εἰσπορευομένων. 16 Τα μάτια των είναι γεμάτα από κονιορτόν, τον οποίον σηκώνουν τα πόδια των εισερχομένων. 16 Τὰ μάτια τῶν θεῶν αὐτῶν εἶναι γεμᾶτα κορνιαχτόν, τὸν ὁποῖον σηκώνουν τὰ πόδια ἐκείνων ποὺ εἰσέρχονται ὡς προσκυνηταὶ εἰς τοὺς ναούς των.
17 καὶ ὥσπερ τινὶ ἠδικηκότι βασιλέα περιπεφραγμέναι εἰσὶν αἱ αὐλαί, ὡς ἐπὶ θανάτῳ ἀπηγμένῳ, τοὺς οἴκους αὐτῶν ὀχυροῦσιν οἱ ἱερεῖς θυρώμασί τε καὶ κλείθροις καὶ μοχλοῖς, ὅπως ὑπὸ τῶν λῃστῶν μὴ συληθῶσι. 17 Και όπως θύραι και αυλαί είναι κλεισμέναι ολόγυρα από κάποιον, που προσέβαλε τον βασιλέα και ο οποίος οδηγείται προς τον θάνατον, έτσι και οι ιερείς οχυρώνουν και ασφαλίζουν με θύρας και με κλείθρα και με μοχλούς τους ναούς των θεών των, δια να μη λεηλατηθούν από ληστάς. 17 Ὅπως ἀκριβῶς οἱ πόρτες καὶ οἱ αὐλὲς εἶναι κλεισμένες ὁλόγυρα καὶ ἀσφαλισμένες διὰ κάποιον ὁ ὁποῖος προσέβαλε «ὕβρισε» τὸν βασιλιᾶ καὶ μετὰ τὴν καταδίκην του ὁδηγεῖται πρὸς ἐκτέλεσιν, ἔτσι καὶ οἱ ἱερεῖς ἀσφαλίζουν γερὰ τοὺς ναοὺς τῶν θεῶν αὐτῶν μὲ θύρες, μὲ ἀμπάρες καὶ μοχλούς, διὰ νὰ μὴ διαρρηχθοῦν καὶ λεηλατηθοῦν ἀπὸ τοὺς λῃστάς.
18 λύχνους καίουσι καὶ πλείους ἢ ἑαυτοῖς, ὧν οὐδένα δύνανται ἰδεῖν. 18 Ανάπτουν δια τους θεούς των περισσοτέ-ρους λύχνους παρά δια τους εαυτούς των, καίτοι οι θεοί αυτοί δεν ημπορούν κανένα να διακρίνουν. 18 Οἱ ἱερεῖς ἀνάβουν περισσότερα λυχνάρια διὰ τοὺς θεούς των παρὰ διὰ τοὺς ἑαυτούς των, παρ’ ὅλον ὅτι οἱ θεοὶ αὐτοὶ δὲν πρόκειται νὰ ἰδοῦν κανένα ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς.
19 ἔστι μὲν ὥσπερ δοκὸς τῶν ἐκ τῆς οἰκίας, τὰς δὲ καρδίας αὐτῶν φασὶν ἐκλείχεσθαι, τῶν ἀπὸ τῆς γῆς ἑρπετῶν κατεσθόντων αὐτούς τε καὶ τὸν ἱματισμὸν αὐτῶν, οὐκ αἰσθάνονται. 19 Οι θεοί αυτοί είναι όμοιοι προς δοκάρια οικίας. Το εσωτερικόν των, όπως λέγουν, γλύφεται από τους σκώληκας της γης, οι οποίοι κατατρώγουν αυτούς και τον ιματισμόν των. Αυτοί όμως δεν αισθάνονται τίποτε. 19 Οἱ θεοὶ αὐτοὶ ὁμοιάζουν πρὸς δοκάρι, ὅπως αὐτὰ ποὺ ὑπάρχουν εἰς ἕνα σπίτι.Καὶ ὅπως λέγουν, τὸ ἐσωτερικὸν τῶν δοκαριῶν αὐτῶν ροκανίζεται καὶ φθείρεται ἀπὸ τὰ σκουλήκια τῆς γῆς, τὰ ὁποῖα κατατρώγουν καὶ τοὺς θεούς «τὰ εἰδωλικὰ ξόανα» καὶ τὸν ἱματισμόν των, οἱ θεοὶ ὅμως αὐτοὶ δὲν αἰσθάνονται τίποτε.
20 μεμελανωμένοι τὸ πρόσωπον αὐτῶν ἀπὸ τοῦ καπνοῦ τοῦ ἐκ τῆς οἰκίας. 20 Είναι μαυρισμένοι στο πρόσωπόν των από τον καπνόν του ναού. 20 Εἶναι κατάμαυρον τὸ πρόσωπον τῶν θεῶν αὐτῶν ἀπὸ τὸν καπνὸν τοῦ σπιτιοῦ «ἢ τοῦ ναοῦ».
21 ἐπὶ τὸ σῶμα αὐτῶν καὶ ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτῶν ἐφίπτανται νυκτερίδες, χελιδόνες καὶ τὰ ὄρνεα, ὡσαύτως δὲ καὶ οἱ αἴλουροι. 21 Επάνω στο σώμα των, και εις αυτήν ακόμη την κεφαλήν των, πετούν νυκτερίδες, χελιδόνια και άλλα πτηνά. Επάνω εις αυτούς κάθηνται επίσης και οι γάτοι. 21 Ἐπάνω ἀπὸ τὸ σῶμα των καὶ ἐπάνω ἀπὸ τὴν κεφαλήν των «κουρνιάζουν καί» πετοῦν νυκτερίδες, χελιδόνια καὶ διάφορα πτηνά· ἐπάνω τους κάθονται ἐπίσης καὶ οἱ γάτες.
22 ὅθεν γνώσεσθε ὅτι οὐκ εἰσὶ θεοί· μὴ οὖν φοβεῖσθε αὐτά. - 22 Λοιπόν, μάθετε καλά και κατανοήσατε, ότι αυτοί δεν είναι θεοί· μη λοιπόν τους φοφηθήτε. 22 Ἀπὸ ὅλα αὐτὰ θὰ μάθετε καὶ θὰ ἐννοήσετε καλὰ ὅτι δὲν εἶναι θεοί· λοιπόν, μὴ φοβεῖσθε τὰ εἴδωλα αὐτά.
23 Τὸ γὰρ χρυσίον, ὃ περίκεινται εἰς κάλλος, ἐὰν μή τις ἐκμάξῃ τὸν ἰόν, οὐ μὴ στίλψωσιν· οὐδὲ γάρ, ὅτε ἐχωνεύοντο, ᾐσθάνοντο. 23 Εάν κανείς δεν σπογγίση την σκωριάν του χρυσίου, που τους περιβάλλει, δια να τους δώση ωραιότητα, δεν θα αποκτήσουν αυτοί όψιν στιλπνήν. Αλλως αυτά, ούτε όταν είχαν τεθή στο χωνευτήριον του πυρός, ησθάνοντο τίποτε. 23 Ἐὰν κανεὶς δὲν σπογγίσῃ τὴν σκουριὰ τοῦ χρυσαφιοῦ τὸ ὁποῖον τὰ περιβάλλει, διὰ νὰ τοὺς δώσῃ ὡραιότητα καὶ κάλλος, αὐτά «οἱ θεοὶ αὐτοί» δὲν πρόκειται νὰ ἀποκτήσουν ὄψιν γυαλιστερή.Ἐξ ἄλλου αὐτά, καὶ ὅταν ἀκόμη εὑρίσκοντο μέσα εἰς τὴν φωτιὰ τοῦ χωνευτηρίου, ὅπου λειώνουν καὶ χωνεύονται τὰ μέταλλα, δὲν αἰσθάνθηκαν κάτι.
24 ἐκ πάσης τιμῆς ἠγορασμένα ἐστίν, ἐν οἷς οὐκ ῎στι πνεῦμα. 24 Ηγοράσθησαν, αδιάφορον αντί ποίας τιμής, και όμως δεν υπάρχει πνοή ζωής μέσα των. 24 Ἀνεξαρτήτως τοῦ ἀντὶ ποίας τιμῆς ἠγοράσθησαν «ἤ: Μολονότι ἔχουν ἀγορασθῇ ἀκριβά», ἐν τούτοις δὲν ὑπάρχει μέσα εἰς αὐτὰ πνοὴ ζωῆς.
25 ἄνευ ποδῶν ἐπ' ὤμοις φέρονται ἐνδεικνύμενοι τὴν ἑαυτῶν ἀτιμίαν τοῖς ἀνθρώποις, αἰσχύνονταί τε καὶ οἱ θεραπεύοντες αὐτὰ 25 Είναι χωρίς πόδια και δια τούτο φέρονται επάνω στους ώμους και έτσι φανερώνουν στους ανθρώπους την ευτέλειάν των και την αδυναμίαν των. Δια λογαριασμόν των εντρέπονται και αυτοί άκομη, οι οποίοι τους υπηρετούν. 25 Ἐπειδὴ εἶναι ἀνίκανα νὰ βαδίσουν, ἀφοῦ δὲν ἔχουν πόδια, μεταφέρονται ἐπάνω εἰς τοὺς ὤμους τῶν ἀνθρώπων, φανερώνοντας ἔτσι τὴν εὐτέλειαν καὶ τὴν μηδαμινότητά των.Διὰ τὸ γεγονὸς δὲ τοῦτο ἐντρέπονται καὶ αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι τὸ ὑπηρετοῦν καὶ τὰ λατρεύουν,
26 διὰ τὸ εἴ ποτε ἐπὶ τὴν γῆν πέσῃ, μὴ δι' αὐτῶν ἀνίστασθαι· μήτε ἐάν τις αὐτὸ ὀρθὸν στήσῃ, δι' ἑαυτοῦ κινηθήσεται, μήτε ἐὰν κλιθῇ, οὐ μὴ ὀρθωθῇ, ἀλλ' ὥσπερ νεκροῖς τὰ δῶρα αὐτοῖς παρατίθεται. 26 Εάν δε συμβή ποτέ και πέσουν κάτω εις την γην οι ειδωλικοί αυτοί θεοί, δεν ημπορούν μόνοι των να σηκωθούν. Ούτε εάν κανείς στήση όρθιον το άγαλμα, ημπορεί αυτό να κινηθή. Ούτε εάν κλίνη και είναι έτοιμον να πέση, ημπορεί να ορθωθή. Οπως στους αναισθήτους νεκρούς, έτσι και εις αυτά προσφέρουν τα δώρα των οι άνθρωποι. 26 διότι ἐὰν ποτέ «οἱ εἰδωλικοὶ αὐτοὶ θεοί» πέσουν κατὰ γῆς, δὲν ἠμποροῦν μὲ τὶς ἰδικές των δυνάμεις νὰ σηκωθοῦν· ἀλλ’ οὔτε πάλιν καὶ ἂν κανεὶς στήσῃ ὀρθὸν τὸ ἄγαλμα τοῦ θεοῦ, ἠμπορεῖ αὐτὸ νὰ κινηθῇ ἀπὸ μόνον του, οὔτε ἐὰν κλίνῃ καὶ εἶναι ἕτοιμον νὰ πέσῃ, δύναται νὰ ἰσορροπήσῃ καὶ νὰ ὀρθωθῇ.Ὡσὰν εἰς νεκροὺς ἀκινήτους καὶ ἀναισθήτους προσφέρουν εἰς τοὺς εἰδωλικοὺς αὐτοὺς θεοὺς τὰ δῶρα των οἱ ἄνθρωποι.
27 τὰς δὲ θυσίας αὐτῶν ἀποδόμενοι οἱ ἱερεῖς αὐτῶν καταχρῶνται· ὡσαύτως δὲ καὶ αἱ γυναῖκες αὐτῶν ἀπ' αὐτῶν ταριχεύουσαι οὔτε πτωχῷ οὔτε ἀδυνάτῳ μὴ μεταδῶσι. 27 Τας δε προσφερομένας εις αυτά θυσίας οι ιερείς τας πωλούν και τας εκμεταλλεύονται προς ίδιον όφελος. Επίσης και αι γυναίκες των ιερέων αλατίζουν τας προσφερομένας θυσίας, δια να τας κρατήσουν δια τον εαυτόν των, και δεν δίδουν τίποτε από αυτάς ούτε στον πτωχόν, ούτε στον αδύνατον. 27 Τὶς δὲ θυσίες ποὺ προσφέρονται εἰς αὐτοὺς οἱ ἱερεῖς των τὶς σφετερίζονται, τὶς πωλοῦν καὶ τὶς ἐκμεταλλεύονται πρὸς ἰδίαν ὠφέλειαν.Ἐπίσης καὶ οἱ γυναῖκες τῶν ἱερέων αὐτῶν ἀλατίζουν τὰ κρέατα ποὺ προσφέρονται ὡς θυσίες, διὰ νὰ τὰ συντηρήσουν διὰ τοὺς ἑαυτούς των, χωρὶς νὰ δίδουν τίποτε ἀπὸ τὶς θυσίες αὐτὲς οὔτε εἰς τὸν πτωχὸν οὔτε εἰς τὸν ἀδύνατον καὶ ἀβοήθητον.
28 τῶν θυσιῶν αὐτῶν ἀποκαθημένη καὶ λεχὼ ἅπτονται. γνόντες οὖν ἀπὸ τούτων ὅτι οὐκ εἰσὶ θεοί, μὴ φοβηθῆτε αὐτούς. - 28 Τας προς τα είδωλα προσφερομένας θυσίας εγγίζουν η εμμηνορροούσα γυναίκα και η λεχώνα, χωρίς αυτά να διαμαρτύρωνται δια τον μολυσμόν. Από αυτά, λοιπόν, ημπορείτε να γνωρίσετε και να κατανοήσετε, ότι τα είδωλα δεν είναι θεοί. Μη λοιπόν τα φοβηθήτε. 28 Τὶς θυσίες ποὺ προσφέρονται εἰς τὰ εἴδωλα ἐγγίζουν ἐλεύθερα ἡ γυναῖκα ποὺ εὐρίσκεται εἰς τὴν περίοδον τῆς ἐμμήνου ρύσεώς της καὶ ἡ λεχῶνα! Ἀπὸ ὅλα αὐτὰ δύνασθε νὰ ἐννοήσετε καὶ νὰ πληροφορηθῆτε ἐπακριβῶς ὅτι αὐτοὶ δὲν εἶναι θεοί· λοιπόν, μὴ φοβεῖσθε τοὺς θεοὺς αὐτούς!
29 Πόθεν γὰρ κληθείησαν θεοί; ὅτι γυναῖκες παραιτιθέασι θεοῖς ἀργυροῖς καὶ χρυσοῖς καὶ ξυλίνοις· 29 Πως, λοιπόν, είναι δυνατόν να αποκληθούν και αναγνωρισθούν αυτοί θεοί; Γυναίκες είναι, που ετοιμάζουν και παραθέτουν προσφοράς στους αργυρούς, τους χρυσούς και ξυλίνους αυτούς θεούς. 29 Πράγματι· πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ὀνομάσωμεν καὶ νὰ τοὺς παραδεχθῶμεν ὡς θεούς, ὅταν γυναῖκες ἐτοιμάζουν καὶ προσφέρουν θυσίες προσφορῶν εἰς θεοὺς ἀργυροῦς καὶ χρυσοῦς καὶ ξυλίνους;
30 καὶ ἐν τοῖς οἴκοις αὐτῶν οἱ ἱερεῖς διφρεύουσιν, ἔχοντες τοὺς χιτῶνας διερρωγότας καὶ τὰς κεφαλὰς καὶ τοὺς πώγωνας ἐξυρημένους, ὧν αἱ κεφαλαὶ ἀκάλυπτοί εἰσιν, 30 Εις τους ναούς των ειδωλικών αυτών θεών οι ιερείς κάθονται αναπαυτικά, εις πολυθρόνας, με σχισμένους τους χιτώνας των, με ξυρισμένας τας κεφαλάς και τους πώγωνας· και αι κεφαλαί των μένουν ακάλυπτοι, πράγμα ασεβές. 30 Εἰς τοὺς ναοὺς τῶν εἰδωλικῶν αὐτῶν θεῶν οἱ ἱερεῖς κάθονται εἰς μικροὺς ἀναπαυτικοὺς θρόνους, μὲ τοὺς χιτῶνες των σχισμένους, μὲ τὰ κεφάλια καὶ τὰ γένεια των ξυρισμένα καὶ τὴν κεφαλήν των ἀκάλυπτον,
31 ὠρύονται δὲ βοῶντες ἐναντίον τῶν θεῶν αὐτῶν ὥσπερ τινὲς ἐν περιδείπνῳ νεκροῦ. 31 Ωρυονται εμπρός στους ειδωλικούς αυτούς θεούς μεγαλοφώνως, όπως κάνουν οι συνδαιτυμόνες εις ένα δείπνον δια προσφιλή νεκρόν. 31 οὐρλιάζουν δὲ μὲ φωνὲς δυνατὲς καὶ κραυγὲς στριγγιὲς ἐμπρὸς εἰς τοὺς θεούς των, ὅπως κάμνουν ὅσοι παρευρίσκονται εἰς τὸ δεῖπνον ποὺ γίνεται πρὸς παρηγορίαν συγγενῶν καὶ φίλων κάποιου ποὺ ἀπέθανεν.
32 ἀπὸ τοῦ ἱματισμοῦ αὐτῶν ἀφελόμενοι οἱ ἱερεῖς ἐνδύσουσι τὰς γυναῖκας αὐτῶν καὶ τὰ παιδία. 32 Οι ιερείς αφαιρούν από τον ιματισμόν των θεών και ενδύουν τας γυναίκας και τα παιδιά των. 32 Οἱ ἱερεῖς τῶν εἰδώλων, ἀφοῦ ἀφαιρέσουν ἀπὸ τὸν ἱματισμὸν τῶν θεῶν των, ἐνδύουν τὶς γυναῖκες των καὶ τὰ παιδιά των.
33 οὔτε ἐὰν κακὸν πάθωσιν ὑπό τινος οὔτε ἐὰν ἀγαθόν, δυνήσονται ἀνταποδοῦναι· οὔτε καταστῆσαι βασιλέα δύνανται οὔτε ἀφελέσθαι. 33 Αψυχοι καθώς είναι οι θεοί αυτοί ούτε αν πάθουν κακόν από κάποιον, ούτε εάν τιμηθούν από άλλον ημπορούν να ανταποδώσουν. Δεν έχουν την δύναμιν ούτε να εγκαταστήσουν βασιλέα, ούτε και να τον εκθρονίσουν. 33 Οἱ θεοὶ αὐτοί, ἐπειδὴ εἶναι νεκροί, οὔτε ἂν πάθουν κακὸν ἀπὸ κάποιον, ἀλλ' οὔτε καὶ ἂν ὠφεληθοῦν καὶ τιμηθοῦν ἀπὸ ἄλλον εἶναι ἱκανοὶ νὰ ἀνταποδώσουν τὸ κακὸν ἢ τὸ ἀγαθόν.Εἶναι ἐπίσης ἀνίκανοι καὶ ἀνίσχυροι νὰ ἀναδείξουν καὶ ἐγκαταστήσουν βασιλιᾶ ἢ νὰ τὸν ἐκθρονίσουν καὶ τοῦ ἀφαιρέσουν τὴν ἐξουσίαν.
34 ὡσαύτως οὔτε πλοῦτον οὔτε χαλκὸν οὐ μὴ δύνωνται διδόναι· ἐάν τις εὐχὴν αὐτοῖς εὐξάμενος μὴ ἀποδῷ, οὐ μὴ ἐπιζητήσωσιν. 34 Επίσης δεν ημπορον ούτε πλούτον να δώσουν, ούτε καν όλίγον χαλκόν. Εάν κανείς κάμη προς αυτούς κάποιο τάμα και δεν το εκπληρώση, δεν θα το ζητήσουν αυτοί. 34 Εἶναι ἐπίσης ἀνίκανοι καὶ ἀνίσχυροὶ νὰ δώσουν πλοῦτον ἢ ἔστω χαλκόν «χρήματα».Ἐὰν πάλιν κανεὶς κάμῃ εἰς αὐτοὺς κάποιο τάμα καὶ δὲν ἐκπληρώσῃ τὸ τάμα του, δὲν πρόκειται νὰ ζητήσουν ἀπὸ αὐτὸν ἐπίμονα ὅσα τοὺς ὑπεσχέθη!
35 ἐκ θανάτου ἄνθρωπον οὐ μὴ ρύσωνται οὔτε ἥττονα ἀπὸ ἰσχυροῦ μὴ ἐξέλωνται. 35 Δεν ημπορούν να διασώσουν άνθρωπον από τον θάνατον, ούτε να γλυτώσουν τον αδύνατον από τα χέρια του ισχυρού. 35 Δὲν ἠμποροῦν νὰ σώσουν ἄνθρωπον ἀπὸ τὸν θάνατον, οὔτε νὰ γλυτώσουν κάποιον, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀδύνατος, ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ ἰσχυροῦ.
36 ἄνθρωπον τυφλὸν εἰς ὅρασιν οὐ μὴ περιστήσωσιν, ἐν ἀνάγκῃ ἄνθρωπον ὄντα οὐ μὴ ἐξέλωνται. 36 Δεν ημπορούν να αποκαταστήσουν την δράσιν εις άνθρωπον τυφλόν. Δεν ημπορούν να γλυτώσουν άνθρωπον ευρισκόμενον εις ανάγκην. 36 Εἶναι ἀκόμη ἀνίκανοι καὶ ἀνίσχυροι νὰ δώσουν εἰς ἄνθρωπον τυφλὸν τὸ φῶς του, ὅπως ἐπίσης καὶ ἄνθρωπον, ὁ ὁποῖος εὐρίσκεται εἰς δυστυχίαν καὶ στέρησιν, εἶναι ἀνίσχυροι νὰ τὸν ἀπαλλάξουν ἀπὸ τὴν δύσκολον αὐτὴν κατάστασιν.
37 χήραν οὐ μὴ ἐλεήσωσιν οὔτε ὀρφανὸν εὖ ποιήσωσι. 37 Την χήραν δεν είναι εις θέσιν να την ελεήσουν, ούτε στο ορφανόν να κάμουν κάτι καλόν. 37 Χήραν γυναῖκα δὲν ἠμποροῦν νὰ ἐλεήσουν, οὔτε νὰ βοηθήσουν καὶ εὐεργετήσουν ὀρφανόν.
38 τοῖς ἀπὸ τοῦ ὄρους λίθοις ὡμοιωμένοι εἰσὶ τὰ ξύλινα καὶ τὰ περίχρυσα καὶ τὰ περιάργυρα, οἱ δὲ θεραπεύοντες αὐτὰ καταισχυνθήσονται. 38 Ομοια με τους αποσπασθέντας από του όρους λίθους είναι τα ξύλινα αγάλματα, τα σκεπασμένα από χρυσόν και άργυρον. Και αυτοί, που τα υπηρετούν και προσφέρουν θυσίας, εντρέπονται δια λογαριασμόν των. 38 Τὰ ξύλινα αὐτὰ ἀγάλματα, ποὺ εἶναι σκεπασμένα γύρω - γύρω ἀπὸ χρυσάφι καὶ ἀσῆμι, εἶναι ὅμοια μὲ λίθους ποὺ ἔχουν κοπῆ ἀπὸ τὸ ὄρος, ἐκεῖνοι δὲ οἱ ὁποῖοι τὰ λατρεύουν καὶ τὰ προσκυνοῦν θὰ κατεντροπιασθοῦν.
39 πῶς οὖν νομιστέον ἢ κλητέον ὑπάρχειν αὐτοὺς θεούς; 39 Πως λοιπόν είναι δυνατόν να σκεφθή κανείς, πολύ δε περισσότερον και να είπη, ότι αυτοί είναι θεοί; 39 Πῶς εἶναι λοιπὸν δυνατὸν κανεὶς νὰ θεωρήσῃ ἢ νὰ ὀνομάσῃ καὶ ὁμολογήσῃ ὅτι αὐτοὶ εἶναι θεοί;
40 ἔτι δὲ καὶ αὐτῶν τῶν Χαλδαίων ἀτιμαζόντων αὐτά, οἵ, ὅταν ἴδωσιν ἐνεὸν μὴ δυνάμενον λαλῆσαι, προσενεγκάμενοι τὸν Βῆλον ἀξιοῦσι φωνῆσαι, ὡς δυνατοῦ ὄντος αὐτοῦ αἰσθέσθαι, 40 Και αυτοί ακόμη οι Χαλδαίοι καταφρονούν τα ειδωλικά αυτά αγάλματα, όταν άλαλον, που δεν ημπορεί να ομιλήση, τον οδηγούν στον Βήλον παρακαλούντες και αξιούντες από αυτόν να δώση φωνήν στον άλαλον, διότι, τάχα, είναι ικανός να αισθανθή και να ακούση την δέησίν των! 40 Ἐκτὸς τούτων καὶ αὐτοὶ ἀκόμη οἱ Χαλδαῖοι ὑβρίζουν καὶ περιφρονοῦν τὰ εἴδωλα αὐτά· διότι οἱ Χαλδαῖοι, ὅταν ἰδοῦν κάποιον κωφάλαλον, τὸν ὁδηγοῦν εἰς τὸν θεὸν Βηλόν, τὸν ὁποῖον παρακαλοῦν καὶ ἀπαιτοῦν ἀπὸ αὐτὸν νὰ δώσῃ εἰς τὸν ἄλαλον φωνήν, ὦσαν νὰ εἶναι τάχα ὁ Βηλὸς ἱκανὸς νὰ αἰσθανθῇ, νὰ ἀκούσῃ καὶ νὰ ἰκανοποιήσω τὸ αἴτημά των!
41 καὶ οὐ δύνανται αὐτοὶ νοήσαντες καταλιπεῖν αὐτά, αἴσθησιν γὰρ οὐκ ἔχουσιν. 41 Και παρ' όλον τούτο, αυτοί δεν είναι εις θέσιν να λογικευθούν, ώστε να εγκαταλείψουν τα είδωλα. Τοσον πολύ τους λείπει η ορθοφροσύνη και η σύνεσις! 41 Καὶ παρ' ὅλα αὐτὰ δὲν ἠμποροῦν οἱ Χαλδαῖοι νὰ ἐννοήσουν τὴν ἀδυναμίαν τῶν εἰδωλικῶν αὐτῶν θεῶν, ὥστε νὰ τοὺς ἐγκαταλείψουν, διότι οἱ θεοὶ αὐτοὶ εἶναι ἐντελῶς ἀναίσθητοι «ἤ, κατ' ἄλλην ἑρμηνείαν: Διότι τόσον πολὺ λείπει ἀπὸ αὐτούς «τοὺς Χαλδαίους» ἡ ἀντίληψις καὶ ἡ ὀρθὴ κρίσις»!
42 αἱ δὲ γυναῖκες περιθέμεναι σχοινία ἐν ταῖς ὁδοῖς ἐγκάθηνται θυμιῶσαι τὰ πίτυρα· 42 Αι ιερόδουλοι γυναίκες τυλίγονται με σχοινία, κάθονται στους δρόμους και καίουν στους θεούς των αντί θυμιάματος πίτουρα. 42 Καὶ οἱ γυναῖκες τυλιγμένες μὲ σχοινιὰ κάθονται εἰς τοὺς δρόμους καὶ καίουν πίτουρα ὡς θυμίαμα εἰς τὴν θεάν.
43 ὅταν δέ τις αὐτῶν ἐφελκυσθεῖσα ὑπό τινος τῶν παραπορευομένων κοιμηθῇ, τὴν πλησίον ὀνειδίζει, ὅτι οὐκ ἠξίωται ὥσπερ καὶ αὐτὴ οὔτε τὸ σχοινίον αὐτῆς διερράγη. 43 Οταν δε κάποια γυναίκα από αυτάς ελκυσθή από κανένα διαβάτην και κοιμηθή μαζή του, ειρωνεύεται και περιπαίζει την πλησίον αυτής, διότι δεν ηξιώθη της τιμής, που η ιδία ηξιώθη, και έτσι το σχοινίον της δεν έσπασε! 43 Ὅταν δὲ κάποια ἀπὸ τὶς γυναῖκες αὐτὲς ἑλκυσθῇ ἀπὸ κάποιον διαβάτην καὶ κοιμηθῇ μαζί του, χλευάζει καὶ ὀνειδίζει τὴν ἄλλην γυναῖκα ποὺ κάθεται κοντά της, διότι δὲν ἀξιώθηκε, ὅπως αὐτή, τῆς τιμῆς καὶ τῆς εὐνοίας νὰ εὐαρεστήσῃ εἰς τὴν θέαν, ὅπως εὐαρέστησε ἡ ἴδια «δὲν ἀξιώθηκε νὰ γίνῃ ἐπιθυμητὴ ἀπὸ κάποιον ἄνδρα», οὔτε δὲ καὶ τὸ σχοινί, μὲ τὸ ὁποῖον ἦταν τυλιγμένη, ἔσπασεν!
44 πάντα τὰ γενόμενα ἐν αὐτοῖς ἐστι ψευδῆ· πῶς οὖν νομιστέον ἢ κλητέον ὡς θεοὺς αὐτοὺς ὑπάρχειν; 44 Ολα όσα γίνονται εις τα είδωλα και στους ειδωλικούς ναούς είναι ψεύδος και απάτη. Πως λοιπόν είναι δυνατόν να σκεφθή κανείς, πολύ δε περισσότερον πως είναι δυνατόν να αποκαλέση τα άψυχα αυτά είδωλα, ως θεούς πραγματικούς και υπαρκτούς; 44 Ὅλα ὅσα γίνονται εἰς τὰ εἴδωλα, εἶναι πράγματα ψευδῆ.Πῶς λοιπὸν εἶναι δυνατὸν κανεὶς νὰ θεωρίσῃ ἢ νὰ ὀνομάσῃ καὶ ὁμολογήσῃ ὅτι αὐτοὶ εἶναι θεοὶ ἀληθινοὶ καὶ ὑπαρκτοί;
45 ὐπὸ τεκτόνων καὶ χρυσοχόων κατεσκευασμένα εἰσίν· οὐδὲν ἄλλο μὴ γένωνται ἢ ὃ βούλονται οἱ τεχνῖται αὐτὰ γενέσθαι. 45 Κατασκευάζονται από γλύπτας και χρυσοχόους και τίποτε άλλο αυτά δεν ημπορούν να γίνουν, ειμή μόνον εκείνο το οποίον θέλουν οι τεχνίται. 45 Τὰ εἴδωλα αὐτὰ κατασκευάζονται ἀπὸ τεχνίτες, γλύπτες καὶ χρυσοχόους.Δὲν ἠμποροῦν δὲ νὰ γίνουν τίποτε ἄλλο ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον θέλουν οἱ τεχνίτες καὶ οἱ γλύπτες.
46 αὐτοί τε οἱ κατασκευάζοντες αὐτὰ οὐ μὴ γένωνται πολυχρόνιοι· 46 Και αυτοί οι τεχνίται, που τα κατασκευάζουν, δεν θα μείνουν βέβαια πολυχρόνιοι. 46 Καὶ αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι τὰ κατασκευάζουν δὲν θὰ ζήσουν χρόνια πολλά, εἶναι πρόσκαιροι.
47 πῶς τε δὴ μέλλει τὰ ὑπ' αὐτῶν κατασκευασθέντα εἶναι θεοί; κατέλιπον γὰρ ψεύδη καὶ ὄνειδος τοῖς ἐπιγινομένοις. 47 Και λοιπόν, πως είναι δυνατόν τα κατασκευασθέντα από αυτούς να είναι θεοί; Οι τεχνίται αυτοί δεν αφήκαν στους επιγενεστέρους των παρά ψεύτικα πράγματα και καταισχύνην. 47 Κατὰ συνέπειαν πῶς εἶναι δυνατὸν τὰ ἔργα ποὺ κατασκευάζονται ἀπὸ αὐτοὺς νὰ εἶναι θεοί; Διότι οἱ πρόσκαιροι καὶ ἐφήμεροι αὐτοὶ κατασκευασταὶ ἀφῆκαν ὡς κληρονομίαν εἰς τοὺς μεταγενεστέρους των πράγματα ψευδῆ καὶ ἐντροπήν.
48 ὅταν γὰρ ἐπέλθῃ ἐπ' αὐτὰ πόλεμος καὶ κακά, βουλεύονται πρὸς ἑαυτοὺς οἱ ἱερεῖς ποῦ συναποκρυβῶσι μετ' αὐτῶν. 48 Οταν εκραγή πόλεμος και επέλθη εναντίον των και έλθουν συμφοραί, οι ιερείς συσκέπτονται μεταξύ των, που θα κρυβούν μαζή με αυτούς τους θεούς των. 48 Ὅταν κηρυχθῇ πόλεμος καὶ ἔλθῃ ἐναντίον των καὶ τοὺς χτυπήσουν δεινὰ καὶ συμφορές, οἱ ἱερεῖς συσκέπτονται μεταξύ των ποῦ θὰ τρέξουν νὰ κρυβοῦν μαζὶ μὲ τοὺς θεούς των!
49 πῶς οὖν οὐκ ἔστιν αἰσθέσθαι ὅτι οὐκ εἰσὶ θεοί, οἳ οὔτε σῴζουσιν ἑαυτοὺς ἐκ πολέμου οὔτε ἐκ κακῶν; 49 Πως λοιπόν είναι δυνατόν, να μη αντιληφθή κανείς, ότι δεν είναι θεοί αυτοί, οι οποίοι ούτε τον εαυτόν τους είναι δυνατόν να σώσουν από τον πόλεμον και τας συμφοράς; 49 Πῶς λοιπὸν εἶναι δυνατὸν νὰ μὴ ἐννοήσῃ κανεὶς ὅτι αὐτοὶ δὲν εἶναι θεοί, ἐφ’ ὅσον οὔτε ἀπὸ τὸν πόλεμον σώζουν τοὺς ἑαυτούς των οὔτε καὶ ἀπὸ τὶς συμφορές;
50 ὑπάρχοντα γὰρ ξύλινα καὶ περίχρυσα καὶ περιάργυρα γνωσθήσεται μετὰ ταῦτα, ὅτι ἐστὶ ψευδῆ· τοῖς ἔθνεσι πᾶσι τοῖς τε βασιλεῦσι φανερὸν ἔσται, ὅτι οὐκ εἰσὶ θεοί, ἀλλὰ ἔργα χειρῶν ἀνθρώπων, καὶ οὐδὲν Θεοῦ ἔργον ἐν αὐτοῖς ἐστι. 50 Εκ των υστέρων, βέβαια, θα κατανοηθή, ότι τα ξύλινα αυτά κατασκευάσματα, τα περιβεβλημένα χρυσόν και άργυρον, είναι ψεύτικα. Εις όλα τα έθνη και στους βασιλείς είναι φανερόν, ότι αυτά δεν είναι θεοί, αλλά έργα χειρών ανθρώπων. Και κανένα έργον θεού δεν γίνεται από αυτά. 50 Ἐφ’ ὅσον μάλιστα τὰ εἴδωλα αὐτὰ εἶναι ξύλινα, σκεπασμένα γύρω - γύρω μὲ χρυσάφι καὶ μὲ ἀσῆμι, θὰ ἀποκαλυφθῇ ἐξ ὑστέρου ὅτι αὐτὰ εἶναι ψευδῆ.Εἰς ὅλα τὰ ἔθνη καὶ εἰς τοὺς βασιλεῖς θὰ γίνῃ φανερὸν ὅτι αὐτοὶ δὲν εἶναι θεοί, ἀλλὰ ξύλα καὶ μέταλλα ἄψυχα, τὰ ὁποῖα κατειργάσθησαν καὶ εἰς τὰ ὁποῖα προσέδωκαν τὴν μορφὴν τῶν εἰδώλων χέρια ἀνθρώπινα.Καὶ εἰς αὐτὰ δὲν ὑπάρχει κανένα θεῖον ἔργον καὶ καμμία θεία ἐνέργεια.
51 τίνι οὖν γνωστέον ἐστίν, ὅτι οὐκ εἰσὶ θεοί; 51 Υπάρχει, τάχα, κανείς, που έχει ανάγκην να μάθη, ότι αυτά δεν είναι θεοί; 51 Κατόπιν αὐτῶν, ἔχει κανεὶς ἀνάγκην νὰ μάθῃ καὶ νὰ πεισθῇ ὅτι αὐτὰ δὲν εἶναι θεοί;
52 βασιλέα γὰρ χώρας οὐ μὴ ἀναστήσωσιν οὔτε ὑετὸν ἀνθρώποις οὐ μὴ δῶσι, 52 Βασιλέα κάποιας χώρας δεν ημπορούν να ενθρονίσουν, ούτε βροχήν είναι, εις θέσιν να δώσουν στους ανθρώπους. 52 Αὐτὰ δὲν εἶναι θεοί, διότι οὔτε βασιλιᾶ μιᾶς χώρας ἠμποροῦν νὰ ἀναδείξουν καὶ ἐγκαταστήσουν, ἀλλ’ οὔτε καὶ βροχὴν εἰς τοὺς ἀνθρώπους δύνανται νὰ δώσουν·
53 κρίσιν τε οὐ μὴ διακρίνωσιν αὐτῶν, οὐδὲ μὴ ρύσωνται ἀδικούμενον ἀδύνατοι ὄντες· ὥσπερ γὰρ κορῶναι ἀναμέσον τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς. 53 Δεν ημπορούν να δικάσουν ούτε τας ιδικάς των υποθέσεις. Αδύνατοι, καθώς είναι, δεν ημπορούν να γλυτώσουν ένα αδικούμενον άνθρωπον. Είναι όμοιοι με τας κουρούνας, α οποίαι πετούν μεταξύ ουρανού και γης. 53 ἀδυνατοῦν ἐπίσης νὰ ἐκφέρουν κρίσιν καὶ νὰ δικάσουν καὶ αὐτὲς τὶς ἰδικές των ὑποθέσεις, οὔτε πάλιν ἠμποροῦν νὰ γλυτώσουν κάποιον ὁ ὁποῖος ἀδικεῖται.Οἱ θεοὶ αὐτοὶ ὁμοιάζουν πρὸς τὶς κουροῦνες, οἱ ὁποῖες πετοῦν ἀπροστάτευτες καὶ ἀβοήθητες μεταξὺ οὐρανοῦ καὶ γῆς.
54 καὶ γὰρ ὅταν ἐμπέσῃ εἰς οἰκίαν θεῶν ξυλίων ἢ περιχεύσων ἢ περιαργύρων πῦρ, οἱ μὲν ἱερεῖς αὐτῶν φεύξονται καὶ διασωθήσονται, αὐτοὶ δὲ ὥσπερ δοκοὶ μέσοι κατακαυθήσονται. 54 Οταν δε πέση πυρ και ανάψη πυρκαϊά στον ναόν των ξυλίνων αυτών η επιχρυσωμένων η επαργυρωμένων ειδωλικών θεών, οι μεν ιερείς θα τραπούν εις φυγήν και θα διασωθούν, οι θεοί των όμως θα καούν, όπως και οι ξύλινοι δοκοί, που υπάρχουν μέσα στον ναόν. 54 Ὅταν ἀνάψῃ πυρκαϊὰ εἰς τὸν ναὸν τῶν ξυλίνων αὐτῶν ἢ ἐπιχρυσωμένων ἢ ἐπαργυρωμένων θεῶν, οἱ μὲν ἱερεῖς των θὰ φύγουν καὶ θὰ διασωθοῦν, ὅμως οἱ εἰδωλικοὶ αὐτοὶ θεοὶ θὰ παραμείνουν καὶ θὰ κατακαοῦν, ὅπως τὰ κεντρικὰ ξύλινα δοκάρια τοῦ ναοῦ.
55 βασιλεῖ δὲ καὶ πολεμίοις οὐ μὴ ἀντιστῶσι. 55 Ούτε εις βασιλείς, ούτε και εις εχθρούς ανθίστανται. 55 Ἐπίσης οἱ θεοὶ αὐτοὶ ἀδυνατοῦν νὰ προβάλουν ὁποιανδήποτε ἀντίστασιν εἰς βασιλεῖς καὶ εἰς ἐχθρούς.
56 πῶς οὖν ἐκδεκτέον ἢ νομιστέον ὅτι εἰσὶ θεοί; οὔτε ἀπὸ κλεπτῶν οὔτε ἀπὸ λῃστῶν οὐ μὴ διασωθῶσι θεοὶ ξύλινοι καὶ περιάργυροι καὶ περίχρυσοι, 56 Πως, λοιπόν, είναι δυνατόν να δεχθή κανείς η να νομίση ότι αυτοί είναι θεοί; Ούτε από κλέπτας ούτε από ληστάς είναι δυνατόν να διασωθούν αυτοί οι ξύλινοι θεοί, οι περιάργυροι και οι περίχρυσοι. 56 Πῶς λοιπὸν εἶναι δυνατὸν νὰ δεχθῶμεν ἢ νὰ πιστεύσωμεν ὅτι τὰ εἴδωλα αὐτὰ εἶναι θεοί; Αὐτοὶ οἱ ξύλινοι θεοί, οἱ καλυμμένοι γύρω - γύρω μὲ ἀσῆμι καὶ χρυσάφι, οὔτε ἀπὸ κλέπτας οὔτε ἀπὸ ληστὰς ἠμποροῦν νὰ διασωθοῦν·
57 ὧν οἱ ἰσχύοντες περιελοῦνται τὸ χρυσίον καὶ τὸ ἀργύριον, καὶ τὸν ἱματισμὸν τὸν περικείμενον αὐτοῖς ἀπελεύσονται ἔχοντες, οὔτε ἑαυτοῖς οὐ μὴ βοηθήσωσιν· 57 Οι ισχυροί άνθρωποι ημπορούν να αφαιρέσουν τον χρυσόν και τον άργυρον και τα ιμάτια, που περιβάλλουν τους θεούς αυτούς, να τα παραλάβουν και να απέλθουν. Και οι θεοί δεν είναι εις θέσιν να βοηθήσουν τον εαυτόν των. 57 ἀπὸ τοὺς θεοὺς αὐτούς οἱ ἰσχυροὶ ἄνθρωποι «κλέπται» δύνανται νὰ ἀφαιρέσουν τὸ χρυσάφι καὶ τὸ ἀσῆμι καὶ τὰ ἱμάτια ποὺ τοὺς περιβάλλουν, καὶ νὰ φύγουν μαζὶ μὲ αὐτά· οἱ θεοὶ δὲ αὐτοὶ δὲν εἶναι ἄξιοι νὰ βοηθήσουν οὔτε κἀν τοὺς ἑαυτούς των!
58 ὥστε κρεῖσσον εἶναι βασιλέα ἐπιδεικνύμενον τὴν ἑαυτοῦ ἀνδρείαν ἢ σκεῦος ἐν οἰκίᾳ χρήσιμον, ἐφ' ᾣ χρήσεται ὁ κεκτημένος, ἢ οἱ ψευδεῖς θεοί· ἢ καὶ θύρα ἐν οἰκίᾳ διασῴζουσα τὰ ἐν αὐτῇ ὄντα ἢ ψευδεῖς θεοί· καὶ ξύλινος στύλος ἐν βασιλείοις ἢ οἱ ψευδεῖς θεοί. 58 Ωστε είναι προτιμότερος και αξιώτερος ένας βασιλεύς, που επιδεικνύει την δύναμίν του, η ένα σκεύος οικιακής χρήσεως, το οποίον ο ιδιοκτήτης χρησιμοποιεί όπου πρέπει, παρά οι ψευδείς θεοί. Καλύτερα είναι μία θύρα εις την οικίαν, η οποία, όταν κλεισθή, περιφρουρεί όσα υπάρχουν εις την οικίαν, παρά οι ψευδείς θεοί. Και ένας ξύλινος στύλος εις τα βασιλικά ανάκτορα είναι προτιμότερος από τους ψευδείς αυτούς θεούς. 58 Συνεπῶς εἶναι προτιμότερον καὶ ἀνώτερον νὰ εἶναι κανεὶς βασιλιᾶς, ὁ ὁποῖος ἐπιδεικνύει τὸ θάρρος καὶ τὴν ἀνδρείαν του ἢ κάποιο οἰκιακὸν δοχεῖον χρήσιμον εἰς τὸν κάτοχόν του, παρὰ οἱ ψευδεῖς θεοί! Ἢ εἶναι καλύτερη ἡ ἁπλῆ θύρα ἑνὸς σπιτιοῦ, ἡ ὁποία, ὅταν ἀσφαλισθῇ, προστατεύει καὶ περιφρουρεῖ τοὺς ἐνοίκους καὶ ὅσα ὑπάρχουν εἰς τὸ σπίτι, παρὰ οἱ ψευδεῖς θεοί, οἱ ὁποῖοι οὐδένα προστατεύουν! Ἢ εἶναι καλύτερος καὶ προτιμότερος ἕνας ξύλινος στῦλος εἰς τὰ βασιλικὰ ἀνάκτορα, ἀπὸ τοὺς ψευδεῖς καὶ ἀνίσχυρους αὐτοὺς θεούς.
59 ἥλιος μὲν γὰρ καὶ σελήνη καὶ ἄστρα ὄντα λαμπρὰ καὶ ἀποστελλόμενα ἐπὶ χρείας εὐήκοά εἰσιν· 59 Ο ήλιος, η σελήνη και τα άστρα, που λάμπουν στον ουρανόν και αποστέλλονται δια την εξυπηρέτησιν των ανθρώπων, υπακούουν στον θεόν, τον δημιουργόν των. 59 Ὁ ἥλιος, ἡ σελήνη καὶ τὰ ἄστρα, τὰ ὁποῖα λάμπουν εἰς τὸ οὐράνιον στερέωμα καὶ ἀποστέλλονται πρὸς ἐξυπηρέτησιν τῶν ἀνθρώπων, ὑπακούουν εἰς τὸν Δημιουργὸν Θεόν.
60 ὡσαύτως καὶ ἀστραπή, ὅταν ἐπιφανῇ, εὔοπτός ἐστι, τὸ δ' αὐτὸ καὶ πνεῦμα ἐν πάσῃ χώρᾳ πνεῖ. 60 Επίσης και η αστραπή, όταν εμφανισθή στον ουρανόν, είναι ωραία να την βλέπη κανείς. Το ίδιο και ο αήρ, ο οποίος πνέει εις όλας τας χώρας. 60 Κατὰ παρόμοιον τρόπον καὶ ἡ ἀστραπή, ὅταν ἐμφανισθῇ καὶ λάμψῃ εἰς τὸ στερέωμα τοῦ οὐρανοῦ, εἶναι ὡραία καὶ μεγαλοπρεπὴς ὡς θέαμα· τὸ ἴδιον ἐπίσης καὶ ὁ ἀέρας, ὁ ὁποῖος πνέει εἰς ὅλες τὶς χῶρες.
61 καὶνεφέλαις ὅταν ἐπιταγῇ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ ἐπιπορεύεσθαι ἐφ' ὅλην τὴν οἰκουμένην, συντελοῦσι τὸ ταχθέν· τό τε πῦρ ἐξαποσταλὲν ἄνωθεν ἐξαναλῶσαι ὄρη καὶ δρυμούς, ποιεῖ τὸ συνταχθέν. 61 Και τα νέφη, όταν κατά διαταγήν του θεού πορεύωνται επάνω εις όλην την οικουμένην, εκτελούν την ανατεθείσαν εις αυτά εντολήν και υπηρεσίαν. Και το πυρ, όταν αποστέλλεται άνωθεν από τον θεόν, δια να καταστρέψη όρη και δάση, εκτελεί την διαταγήν, που έλαβε. 61 Καὶ τὰ νέφη, ὅταν λάβουν διαταγὴν ἀπὸ τὸν Θεὸν νὰ πορευθοῦν ἐπάνω ἀπὸ ὅλην τὴν γῆν, ἐκτελοῦν τὴν θείαν προσταγήν· καὶ ἡ φωτιά, ὅταν ἀποσταλῇ ἀπὸ ὑψηλά, ἀπὸ τὸν Θεόν, διὰ νὰ κατακαύσῃ καὶ καταστρέψῃ βουνὰ καὶ δάση, ἐκτελεῖ τὸ ἔργον ποὺ τῆς ἀνετέθη.
62 ταῦτα δὲ οὔτε ταῖς ἰδέαις οὔτε ταῖς δυνάμεσιν αὐτῶν ἀφωμοιωμένα ἐστίν. 62 Τα είδωλα όμως κατ' ουδένα τρόπον είναι όμοια προς αυτά, ούτε από απόψεως εμφανίσεως, ούτε και ως προς την δύναμιν. 62 Τὰ εἴδωλα ὅμως αὐτὰ δὲν ὁμοιάζουν καθόλου πρὸς τὰ ἀνωτέρω φυσικὰ καὶ μετεωρολογικὰ φαινόμενα, οὔτε ὡς πρὸς τὴν ὡραιότητα καὶ τὸ μεγαλεῖον οὔτε ὡς πρὸς τὴν δύναμιν.
63 ὅθεν οὔτε νομιστέον οὔτε κλητέον ὑπάρχειν αὐτοὺς θεούς, οὐ δυνατῶν ὄντων αὐτῶν οὔτε κρίσιν κρῖναι οὔτε εὖ ποιῆσαι ἀνθρώποις. 63 Επομένως δεν πρέπει ποτέ κανείς ούτε να πιστεύση, ούτε να καλέση αυτά θεούς αληθινούς και υπαρκτούς, έφ' όσον δεν είναι εις θέσιν ούτε να δικάσουν κάποιον ούτε να ευεργετήσουν τους ανθρώπους. 63 Ἑπομένως δὲν πρέπει οὔτε νὰ τὰ θεωρήσῃ οὔτε νὰ τὰ ὀνομάσῃ οὔτε καὶ νὰ τὰ ὁμολογήσῃ κανεὶς θεοὺς ἀληθινούς, πραγματικοὺς καὶ ὑπαρκτούς, καθ' ὅσον εἶναι ἀνίκανοι νὰ ἐκφέρουν κρίσιν καὶ νὰ ἀπονείμουν δικαιοσύνην ἢ νὰ εὐεργετήσουν ἀνθρώπους.
64 γνόντες οὖν ὅτι οὐκ εἰσὶ θεοί, μὴ φοβηθῆτε αὐτούς· 64 Αφού λοιπόν γνωρίσετε καλά και κατανοήσετε, ότι δεν είναι αυτά θεοί, μη τα φοβηθήτε. 64 Ἀφοῦ λοιπὸν μάθετε καὶ ἐννοήσετε καλὰ ὅτι αὐτοὶ δὲν εἶναι θεοί, μὴ τοὺς φοβηθῆτε.
65 οὔτε γὰρ βασιλεῦσιν οὐ μὴ καταράσωνται οὔτε μὴ εὐλογήσωσι. 65 Διότι ούτε τους βασιλείς ημπορούν να καταρασθούν ούτε και να τους ευλογήσουν. 65 Μὴ φοβηθῆτε τοὺς ψευδεῖς αὐτοὺς θεούς, διότι οὔτε τοὺς βασιλεῖς δύνανται νὰ καταρασθοῦν, ἀλλ' οὔτε καὶ νὰ τοὺς εὐλογήσουν.
66 σημεῖά τε ἐν ἔθνεσιν ἐν οὐρανῷ οὐ μὴ δείξωσιν, οὐδὲ ὡς ὁ ἥλιος λάμψουσιν οὐδὲ φωτιοῦσιν ὡς ἡ σελήνη. 66 Υπερφυσικά σημεία και θαύματα δεν ημπορούν να δείξουν, ούτε εις τα έθνη, ούτε στον ουρανόν. Δεν ημπορούν να λάμψουν ούτε ως ο ήλιος, ούτε και να φωτίσουν όπως η σελήνη. 66 Οὔτε δύνανται νὰ δείξουν εἰς τὰ ἔθνη ἢ εἰς τὸν οὐρανὸν ὑπερφυσικὰ σημεῖα καὶ θαύματα, ποὺ νὰ μαρτυροῦν καὶ νὰ ἐπιβεβαιώνουν ὅτι οἱ θεοὶ αὐτοὶ ἔχουν πράγματι τέτοιαν δύναμιν καὶ ἐξουσίαν· ἐπίσης οὔτε νὰ λάμψουν ὅπως ὁ ἥλιος, ἀλλ’ οὔτε καὶ νὰ φωτίσουν ὅπως ἡ σελήνη.
67 τὰ θηρία ἐστὶκρείττῳ αὐτῶν, ἃ δύνανται ἐκφυγόντα εἰς σκέπην ἑαυτὰ ὠφελῆσαι. 67 Τα θηρία είναι καλύτερα από αυτά, διότι όταν ευρεθούν εις κίνδυνον ημπορούν να καταφύγουν εις κάποιο καταφύγιον και επομένως να ωφελήσουν τον εαυτόν των. 67 Τὰ θηρία εἶναι καλύτερα ἀπὸ τοὺς εἰδωλικοὺς θεούς, διότι αὐτὰ δύνανται νὰ διαφύγουν τὸν κίνδυνον καὶ νὰ ἀσφαλίσουν τοὺς ἑαυτούς των εἰς κάποιο καταφύγιον.
68 κατ' οὐδένα οὖν τρόπον ἡμῖν ἐστι φανερὸν ὅτι εἰσὶ θεοί. διὸ μὴ φοβηθῆτε αὐτούς· 68 Κατ' ουδένα, λοιπόν, τρόπον είναι εις ημάς φανερόν και πειστικόν, ότι αυτά τα είδωλα είναι θεοί. Δια τούτο μη τα φοφηθήτε. 68 Λοιπὸν εἶναι φανερὸν εἰς ἡμᾶς ὅτι αὐτοὶ δὲν εἶναι κατ’ οὐδένα τρόπον θεοί.Διὰ τοῦτο μὴ τοὺς φοβηθῆτε.
69 ὥσπερ γὰρ ἐν σικυηράτῳ προβασκάνιον οὐδὲν φυλάσσον, οὕτως οἱ θεοὶ αὐτῶν εἰσὶ ξύλινοι καὶ περίχρυσοι καὶ περιάργυροι. 69 Οπως δε ένα σκιάχτρον κατά των πτηνών εις αγρόν αγγουριών τίποτε δεν προφυλάσσει, έτσι είναι και οι θεοί αυτοί οι ξύλινοι, οι περιχρυσωμένοι και περιαργυρωμένοι. 69 Μὴ φοβηθῆτε τοὺς ψευδεῖς αὐτοὺς θεούς, διότι, ὅπως ἀκριβῶς τὸ σκιάχτρο, τὸ φόβητρον πουλιῶν, εἰς ἕνα ἀγρὸν ἀγγουριῶν «ἀγγουρόκηπον» δὲν προφυλάσσει τίποτε, ἔτσι εἶναι ἀνίκανοι καὶ ἀνίσχυροι νὰ φυλάξουν ὀτιδήποτε καὶ οἱ θεοὶ τῶν εἰδωλολατρῶν οἱ ξύλινοι, οἱ περιχρυσωμένοι καὶ περιαργυρωμένοι.
70 τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ τῇ ἐν κήπῳ ράμνῳ, ἐφ' ἧς πᾶν ὄρνεον ἐπικάθηται, ὡσαύτως δὲ καὶ νεκρῷ ἐρριμμένῳ ἐν σκότει ἀφωμοίωνται οἱ θεοὶ αὐτῶν ξύλινοι καὶ περίχρυσοι καὶ περιάργυροι. 70 Οι ξύλινοι αυτοί θεοί είναι επίσης όμοιοι προς ακανθώδη θάμνον κήπου τινός, επάνω στον οποίον κάθε πτηνόν ημπορεί να καθίση. Αυτοί οι ξύλινοι, οι επίχρυσοι και επάργυροι θεοί είναι επίσης όμοιοι με ένα πτώμα, που έχει ριφθή στο σκότος του τάφου. 70 Ἐπίσης οἱ ξύλινοι θεοὶ τῶν εἰδωλολατρῶν εἶναι ὅμοιοι πρὸς ἀκανθώδη θάμνον εἰς κάποιον κῆπον, ἐπάνω εἰς τὸν ὁποῖον «θάμνον» κάθεται ἢ κουρνιάζει κάθε εἶδος πτηνοῦ «χωρὶς νὰ αἰσθάνεται τίποτε ὁ θάμνος»· ἐπίσης οἱ ξύλινοι αὐτοὶ θεοί, οἱ περιχρυσωμένοι καὶ ἐπαργυρωμένοι, εἶναι ὅμοιοι πρὸς νεκρὸν πτῶμα, ποὺ ἔχει ριφθῇ εἰς τὸ σκοτάδι τοῦ τάφου.
71 ἀπό τε τῆς πορφύρας καὶ τῆς μαρμάρου τῆς ἐπ' αὐτοῖς σηπομένης γνωσθήσονται ὅτι οὐκ εἰσὶ θεοί· αὐτά τε ἐξ ὑστέρου βρωθήσονται, καὶ ἔσται ὄνειδος ἐν τῇ χώρᾳ. 71 Είναι δυνατόν να γνωρίση και κατανοήση κανείς, ότι αυτά τα είδωλα δεν είναι αληθινοί θεοί, από την περιβολήν των, από την πορφύραν και από το λευκόν ως μάρμαρον ένδυμά των, τα οποία σήπονται και φθείρονται. Και τα ίδια αυτά τα είδωλα δραδύτερον θα φθαρούν και θα είναι εντροπή και εξευτελισμός εις την χώραν, όπου λατρεύονται. 71 Ἀπὸ τὴν πορφύραν καὶ τὸ ἔνδυμα ποὺ εἶναι λευκὸν ὅπως τὸ μάρμαρον, τὰ ὁποῖα οἱ θεοὶ αὐτοὶ φοροῦν καὶ τὰ ὁποῖα φθείρονται καὶ σήπονται, εἶναι δυνατὸν νὰ ἐννοήσῃ καὶ πληροφορηθῇ κανεὶς ὅτι αὐτοὶ δὲν εἶναι θεοί.Ἄλλωστε καὶ τὰ εἴδωλα αὐτὰ θὰ φθαροῦν ἀργότερα καὶ θὰ καταντήσουν ἀντικείμενα ὀνειδισμοῦ καὶ χλευασμοῦ εἰς τὴν χώραν ὅπου προσκυνοῦνται ὡς θεοί!
72 κρεῖσσον οὖν ἄνθρωπος δίκαιος οὐκ ἔχων εἴδωλα, ἔσται γὰρ μακρὰν ἀπὸ ὀνειδισμοῦ. 72 Το συμπέρασμα, λοιπόν, είναι, ότι α-ξιώτερος και καλύτερος είναι ο άνθρωπος, που είναι δίκαιος και δεν έχει είδωλα. Αυτός θα αποφύγη κάθε εξευτελισμόν. 72 Τὸ συμπέρασμα λοιπὸν ὅλων τῶν ἀνωτέρω εἶναι τὸ ἀκόλουθον: Καλύτερος καὶ εὐτυχέστερος εἶναι ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος εἶναι δίκαιος καὶ δὲν ἔχει εἴδωλα.Αὐτὸς θὰ ἀποφύγῃ κάθε εἶδος ἐξευτελισμόν.