Η μοναχή Γαβριηλία Παπαγιάννη (Αυρηλία) γεννήθηκε στις 2 Οκτωβρίου του 1897 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη. Ηταν το μικρότερο παιδί της οικογένειας Παπαγιάννη, που ήταν ιδιαίτερα εύπορη. Λέγεται ότι η μεγάλη της αδελφή, η Βασιλική, ήταν εκείνη που της πρωτομίλησε για τον Θεό. Μαζί με τα παραμύθια που της διάβαζε, της έλεγε ιστορίες από το Ευαγγέλιο και την Παλαιά Διαθήκη.
Το 1923 μ.Χ., κατά την ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, η οικογένειά της απελάθηκε και βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη.
Η νεαρή, τότε, Αυριηλία εισήχθε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ήταν η δεύτερη γυναίκα που εισήχθη σε ελληνικό πανεπιστήμιο), όπου και έλαβε πτυχίο στη Φιλοσοφία. Σύμφωνα με τον βίο της, αγαπούσε τα φυτά, «μέχρι το τέλος της ζωής της μιλούσε μαζί τους», για αυτό και νωρίτερα είχε αποφοιτήσει απο τη Σχολή Γεωπονικής του Estavayer-le-Lac στην Ελβετία.
Στην Αθήνα μετέβη το 1932 μ.Χ., όπου έπιασε δουλειά σε μία ψυχιατρική κλινική. Μετά από ένα χρόνο βρέθηκε στην Αγγλία. Εκεί, για να τα βγάλει πέρα, έκανε διάφορες δουλειές, χωρίς, ωστόσο, να σταματήσει να φροντίζει και πάλι φτωχούς. Παράλληλα σπούδασε Ποδολογία και Φυσικοθεραπεία.
Μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η γερόντισσα επέστρεψε στην Ελλάδα. Στην Αθήνα άνοιξε ιατρείο φυσικοθεραπείας, όπου και πάλι βοηθούσε απόρους.
Καταλυτικό ρόλο στη μετέπειτα πνευματική της ζωή έπαιξε ο θάνατο της μητέρας της, το 1954 μ.Χ. Αφού έλαβε όρκο φτώχειας, παραχώρησε όλα τα υπάρχοντά της και αποφάσισε να φύγει στην Ινδία. Εκεί, για πέντε ολόκληρα χρόνια, στάθηκε στο πλευρό των λεπρών και έκανε τα αδύνατα δυνατά για την ανακούφισή τους. Στο διάστημα αυτό γνώρισε τη Μητέρα Τερέζα, τον Sivananda, τον ακτιβιστή κοινωνικό λειτουργό Baba Amte.
Μετά από τέσσερα χρόνια δωρεάν φυσιοθεραπείας σε απόρους, η Αυρηλία μετέβη στα όρη των Ιμαλαΐων, περνώντας έντεκα μήνες ως ερημίτρια. Το 1960 μ.Χ. έφτασε στην Κοινότητα της Αναστάσεως του Κυρίου της Βηθανίας όπου και δέχτηκε την μοναχική κουρά. Μετά την τριετή δοκιμασία της ως μοναχή, η Αυρηλία έλαβε το όνομα Γαβριηλία.
Εν συνεχεία στάλθηκε στην Κοινότητα Ταϊζέ στη Γαλλία από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα, όπου η αποστολή της εκεί ήταν σύντομη. Στη συνέχεια, στάλθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου περιόδευσε σε εθνικές ελληνικές κοινότητες σε δεκαεπτά Πολιτείες και συνόδευσε πολλούς ψυχικά ασθενείς σε ψυχιατρικά νοσοκομεία στην Ευρώπη.
Μετά από σχεδόν μια δεκαετία περιοδειών, ομιλιών και προσφοράς στους ασθενείς, στάλθηκε στην Ανατολική Αφρική για τρία χρόνια για να κάνει ιεραποστολικό έργο.
Μετά από σύντομη ανάθεση εργασίας στη Γερμανία, η αδελφή Γαβριηλία στάλθηκε πίσω στην Ινδία, όπου παρέμεινε για τρία χρόνια. Το 1979 μ.Χ. της παραχωρήθηκε η χρήση ενός διαμερίσματος στην Αθήνα και έγινε «Γερόντισσα», όπου και συνήθιζε να δίνει συμβουλές σε κόσμο που την επισκεπτόταν. Κοντά στο τέλος της ζωής της, αποσύρθηκε σε ένα ερημητήριο στην Αίγινα, αλλά όταν εμφάνισε λέμφωμα Hodgkin επέστρεψε στην Αθήνα. Μετά τη θεραπεία της εγκατέλειψε την Αθήνα δύο χρόνια πριν από το θάνατό της και μετακόμισε στο νησί της Λέρου. Πέθανε στο νησί στις 28 Μαρτίου 1992 μ.Χ.
Αναλυτικά το ανακοινωθέν του Οικουμενικού Πατριαρχείου:
Συνῆλθεν, ὑπό τήν προεδρείαν τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος εἰς τάς τακτικάς αὐτῆς συνεδρίας τήν Τρίτην, 3ην, καί τήν Τετάρτην, 4ην τ.μ. Ὀκτωβρίου 2023, τῆς νέας Συνοδικῆς περιόδου καί τοῦ νέου Ἐκκλησιαστικοῦ Ἔτους. Ἐν ἀρχῇ ἀντηλλάγησαν αἱ εἰθισμέναι προσφωνήσεις καί ἀντιφωνήσεις μεταξύ τοῦ Παναγιωτάτου Πατριάρχου καί τοῦ πρώτου τῇ τάξει τῶν νέων Συνοδικῶν Παρέδρων, Σεβ. Ἀρχιεπισκόπου Κρήτης κ. Εὐγενίου.
Κατά τήν πρώτην συνεδρίαν, εἰσηγήσει τῆς Κανονικῆς Ἐπιτροπῆς, κατετάγη εἰς τό Ἁγιολόγιον τῆς κατ᾿ Ἀνατολάς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἡ Μοναχή Γαβριηλία (Παπαγιάννη), ἡ Κωνσταντινουπολίτις, ἡ ἐν Λέρῳ τελειωθεῖσα, διακριθεῖσα διά τάς κατά Χριστόν ἀρετάς τῆς ἐλεημοσύνης, τῆς φιλανθρωπίας καί τῆς ἀπολύτου ἀφοσιώσεως καί ἐμπιστοσύνης εἰς τό θέλημα τοῦ Κυρίου.
Ἐπίσης, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος ἐξέφρασε τήν εὐχήν καί διετύπωσε τήν προτροπήν ὅπως ὡς τάχιστα ἐπιστρέψουν εἰς τήν πατρίδα καί τάς ἑστίας των αἱ χιλιάδες τῶν ἐξ Οὐκρανίας παιδίων, ἅτινα βιαίως μετεφέρθησαν εἰς τήν Ρωσσικήν Ὁμοσπονδίαν.
Ἐξ ἄλλου, κατ᾿ ἀμφοτέρας τάς συνεδρίας ἐθεωρήθησαν ἅπαντα τά ἐν τῇ ἡμερησίᾳ διατάξει ἀναγεγραμμένα θέματα, ἐφ᾿ ὧν καί ἐλήφθησαν αἱ προσήκουσαι ἀποφάσεις.
Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας
τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἐνεργοῦ νῦν ἀγάπης σεμνὴν ἀσκήτριαν, Γαβριηλίαν, τῶν ὄντων ἐν συμφοραῖς ἀρωγὸν καὶ βροτῶν ἐμπεριστάτων τὴν ἀντίληψιν, ἱεραπόστολον Χριστοῦ νηπτικὴν ὡς προσφορᾶς ὑμνήσωμεν ἐκμαγεῖον, ἱλεουμένην τὸν Κτίστην ἡμῖν αὐτὴν τοῖς μακαρίζουσι.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Θερμῆς ἀγάπης συνοδὸν καὶ ταπεινώσεως, τὴν ἐν τῷ κόσμῳ ἔξω κόσμου παραμένουσαν, εὐχομένην καὶ προσφέρουσαν ὡς θυσίαν ἑαυτὴν Χριστῷ ἐκθύμως ἀνυμνήσωμεν θεαυγῆ Γαβριηλίαν, τὴν ἀσκήτριαν, πόθῳ κράζοντες· Χαίροις, μῆτερ θεόληπτε.
Μεγαλυνάριον
Ἱεραποστόλων τὴν νεαυγῆ καὶ φαιδρὰν λαμπάδα, νέον εὖχος ἀσκητριῶν, τὴν ἀναλωθεῖσαν ἀγάπῃ τοῦ πλησίον, Γαβριηλίαν, πόθῳ ἀνευφημήσωμεν.
Ὁ Οἶκος
Ἄγγελος τῆς ἀγάπης, προσφορᾶς καὶ θυσίας, σεμνὴ Γαβριηλία, ἐδείχθης, ἐγκαλλώπισμα ἀσκητριῶν, ἱεραποστόλων τιμαλφὲς σέμνωμα καὶ τῶν βροτῶν ἰθύντειρα πρὸς πόλον· ὅθεν σοι βοῶμεν·
Χαῖρε, λειμὼν τῆς Χριστοῦ ἀγάπης·
χαῖρε, ἡμῶν ἐν δεινοῖς προστάτις.
Χαῖρε, Κωνσταντίνου τῆς πόλεως βλάστημα·
χαῖρε, τοῦ Ὑψίστου ἀμνάδων καλλώπισμα.
Χαῖρε, Λέρου ἐνδιαίτημα τιμαλφὲς καὶ ἱερόν·
χαῖρε, πόλου τὸ θησαύρισμα τὸ ὡραῖον καὶ λαμπρόν.
Χαῖρε, Ἀγαθαγγέλου ἡ σφραγὶς τῆς ἀγάπης·
χαῖρε, τοῦ μισοκάλου ἡ παγὶς τῆς ἀπάτης.
Χαῖρε, πηγὴ ἀκένωτος νήψεως·
χαῖρε, στακτὴ εὐώδης ἀσκήσεως·
Χαῖρε, ἀμνῶν ῥάβδος ἀπολωλότων·
χαῖρε, πολλῶν προστασία καμνόντων.
Χαίροις, μῆτερ θεόληπτε.
Κάθισμα
Ἦχος α΄. Τὸν τάφον Σου, Σωτήρ.
Μετὰ τὴν α΄ Στιχολογίαν
Ἀγάπης ἀκραιφνοῦς σκεῦος, Γαβριηλία, ἠνάλωσας σαυτὴν προσφορᾷ τοῦ πλησίον καὶ ἤσκησας ἄριστα ἐν ἐσχάτοις τοῖς ἔτεσι πᾶσαν ἔνυλον καὶ χοϊκὴν παριδοῦσα σχέσιν, πάνσεμνε, ἀΰλων νόων τὴν δόξαν ἐκθύμως ποθήσασα.
Έτερον Κάθισμα
Ἦχος α΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Μετὰ τὴν β΄. Στιχολογίαν
Σὸν οἶκον ἐποίησας οἶκον Ἀγγέλων λαμπρῶν, ἀρήγουσα κάμνουσι, παραμυθοῦσα πιστοὺς ἐν λύπαις καὶ θλίψεσι, τρέφουσα τοὺς πεινῶντας καὶ αὐχμώσας καρδίας αὔραις τῶν σῶν φθεγμάτων ἀναψύχουσα, μῆτερ, κλυτὴ Γαβριηλία, εἰκὼν βίου θεόφρονος.
Έτερον Κάθισμα
Ἦχος γ΄. Τὴν ὡραιότητα τῆς παρθενίας σου.
Μετὰ τὸν Πολυέλεον
Ἔχουσα πρότυπον ἐν βίῳ ἄριστον τὸν Ἀγαθάγγελον, τὸν ἐνθεώτατον, ἀγάπης τὸν ὑφηγητήν, θεόφρον Γαβριηλία, ἑαυτὴν ἠνάλωσας προσφορᾷ πρὸς τοὺς ἔγγιστα, συμβουλαῖς καὶ Κτίσαντος τοῦ ἁγίου ὀνόματος λαμπρᾷ δοξολογία, μητέρων θείων καλλώπισμα τὸ νέον.
Έτερον Κάθισμα
Ἦχος γ΄. Θείας πίστεως.
Μῆτερ πάνσεμνε, Γαβριηλία, ἡ τὸν Κύριον ἐν τῇ καρδίᾳ Ἰησοῦν ὥσπερ ἀδάμαντα κρύπτουσα καὶ τὴν ἀγάπην Αὐτοῦ καὶ συμπάθειαν λόγοις καὶ πράξεσι πάντας διδάσκουσα, ἐξιλέωσαι τοῖς πίστει σε μακαρίζουσιν Αὐτὸν ὡς ἐλεήμων καὶ φιλάνθρωπος.
Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος α΄.
Τὴν λογιζομένην τὸ ὑπούργημα τῆς διακονίας τοῦ πλησίον μόνιμον καὶ θεάρεστον ἔργον τιμήσωμεν εὐσχημόνως, Γαβριηλίαν τὴν παναοίδιμον· αὕτη γὰρ τὴν προσφορὰν πρὸς ἅπαντας ὡς σφραγίδα τῆς τοῦ Χριστοῦ παρουσίας ἐκλαμβάνουσα οὐκ ἔπαυσεν ἀγαπᾶν ἐξ ὅλης αὐτῆς καρδίας γένος τὸ ἀνθρώπινον· καὶ τῇ ὄντως ἀγάπῃ, Χριστῷ, συνευφραινομένη ἀδιαλείπτως πρεσβεύει ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Έτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος β΄.
Ἐν τῇ τύρβῃ τῶν πόλεων ὡς ἐν ἐρήμῳ βιώσασαν καὶ τῶν ἀσκητριῶν τῆς ἐρήμου ὁμόζηλον ἐν ταῖς πόλεσιν ὀφθεῖσαν, Γαβριηλίαν, τὴν ὁσίαν ἀσκήτριαν τῆς ἀγάπης, μεγαλύνωμεν κράζοντες· ἡ πάντας τοὺς πλησίον ἀγαθοὺς καὶ ἁγίους λογισαμένη καὶ αὐτοῖς ὡς τῷ Δεσπότῃ Χριστῷ ἀγογγύστως ὑπηρετήσασα, ἀξίωσον καὶ ἡμᾶς ταῖς χρείαις τῶν πλησίον διακονῆσαι, τοὺς ἑορτάζοντας πόθω τὴν ἁγίαν μνήμην σου.
Έτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος γ΄.
Οὐρανοδρόμον ἀνύσασα πορείαν διῆλθες Ἀσίαν, Ἑσπερίαν καὶ Ἀλβιώνα, Γαβριηλία ὁσία, Χριστὸν πρακτικῶς ὁμολογοῦσα καὶ μάκτρῳ ἀγάπης σου ἀποσμήχουσα δάκρυα τῶν ἀλγούντων· καταντήσασα ὅθεν εἰς οὐρανίους ἐπάλξεις Χριστῷ προσενήνοχας τοὺς καρποὺς τῆς προσφορᾶς σου καὶ χάριν παρ’ Αὐτοῦ εἴληφας πρεσβεύειν ὑπὲρ τῶν τιμώντων τὴν ἀεισέβαστον μνήμην σου.
Έτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος δ΄.
Ἀσκήσασα ἐν Βηθανίᾳ, Αἰγίνῃ καὶ Λέρῳ τὸν παλαιὸν ἐνέκρωσας ἄνθρωπον σὺν τοῖς παθήμασιν αὐτοῦ καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις καὶ τὸν νέον ἀνέστησας, Γαβριηλία, τὸν ποθοῦντα ἰσαγγέλως πολιτεύσασθαι καὶ φθάσαι τὴν θέωσιν· παῤῥησίαν οὖν ἔχουσα πρὸς Κύριον ὡς Αὐτοῦ νύμφη ἄμωμος μὴ παύσῃ Αὐτὸν δυσωποῦσα ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.