Ο Όσιος Ιωάννης καταγόταν από τη Συρία και έζησε περί τα τέλη του 5ου αιώνα μ.Χ. Σπούδασε την κατά κόσμο σοφία στην Αντιόχεια. Η πνευματική του πρόοδος συμβάδιζε με το πέρασμα του χρόνου. Σε νεαρή ηλικία ακολούθησε τον ασκητικό βίο και έγινε μοναχός. Η ταπείνωσή του ήταν τόσο βαθιά, ώστε θεωρούσε τον εαυτό του σκώληκα και όχι άνθρωπο. Ημέρα και νύχτα παρακαλούσε τον Θεό να τον ευλογεί, για να πολεμά τα πάθη της ψυχής και του σώματος. Ο Θεός άκουσε την προσευχή του και του χάρισε την απάθεια και το χάρισμα της θαυματουργίας. Η φήμη της αγιότητάς του άρχισε να απλώνεται σε όλη τη Συρία. Ο κόσμος που συνέρρεε στον Άγιο Γέροντα ήταν πολύς και αυτό διατάρασσε τη μοναχική του ησυχία. Γι' αυτό φεύγει από τον τόπο που ασκήτευε και κρύβεται βαθιά στην έρημο.
Ο Θεός, όμως, αλλιώς οικονόμησε τα πράγματα. Βλέπει, λοιπόν, ο Άγιος σε όνειρο την Παναγία, η οποία του έδωσε εντολή να επιλέξει δώδεκα μαθητές του και να μεταβούν στην Ιβηρία, για να εδραιώσουν την χριστιανική πίστη του λαού της. O Άγιος κάλεσε τους υποτακτικούς του και τους ανέφερε το γεγονός. Όλοι επιθυμούσαν να τον ακολουθήσουν. Τότε εκείνος έγραψε τα ονόματα όλως σε ξεχωριστά χαρτιά και τα έβαλε επάνω στην Αγία Τράπεζα. Όλοι τη νύχτα οι Πατέρες προσεύχονταν. Το πρωί, μετά την Θεία Λειτουργία, ο Όσιος τους είπε να υψώσουν τα χέρια τους στον ουρανό λέγοντας «Κύριε, ἐλέησον». Κατά την ώρα της προσευχής Άγγελος Κυρίου πήρε ενώπιον όλων δώδεκα χαρτιά από την Αγία Τράπεζα και τα έβαλε στα χέρια του Οσίου.
Οι εκλεγέντες μαθητές ήταν οι Σίω, Δαβίδ, Αντώνιος, Θαδδαίος, Στέφανος, Ισήδωρος, Μιχαήλ, Πύρρος, Ζήνων, Ισέ, Ιωσήφ και Άβιβος. Στη συνέχεια εξέλεξε για ηγούμενο της σκήτης κάποιο μοναχό Ευθύμιο και ξεκίνησε με τους μαθητές του το ταξίδι.
Άγγελος Κυρίου εμφανίσθηκε στον Επίσκοπο της πρωτεύουσας της Γεωργίας Ευλόγιο και του είπε για τον ερχομό του δούλου του Θεού Ιωάννου και των μαθητών του. Τότε ο μακάριος εκείνος Επίσκοπος ξεκίνησε συνοδευόμενος από τον κλήρο και τον λαό, για να τους υποδεχθεί. Ο Όσιος Ιωάννης έβαλε μετάνοια στον Επίσκοπο και πήρε την ευλογία του. Και τότε συνέβη το θαύμα που μοιάζει με εκείνο που έγινε την ημέρα της Πεντηκοστής μετά την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος στους Αποστόλους. Ο Όσιος μιλούσε τη γεωργιανή γλώσσα.
Ο Όσιος και οι μαθητές του κήρυξαν σε όλη την Γεωργία και προσκύνησαν όλους τους ευλογημένους τόπους από τους οποίους είχε περάσει η Αγία Νίνα (βλέπε 14 Ιανουαρίου).
Μετά το πέρας του ιεραποστολικού τους έργου ζήτησαν από τον Θεό να τους υποδείξει μόνιμο τόπο ασκήσεως και διαμονής. Ο τόπος αυτός ήταν το όρος Ζάντεν. Ο Άγιος εγκαταστάθηκε σε ένα σπήλαιο και άρχισε να μιμείται την ισάγγελη πολιτεία του Ιωάννου του Βαπτιστού. Από εκεί πολλοί από τους μοναχούς, αφού στερεώθηκαν στην πίστη και στην ανδρεία, ξεκίνησαν να κηρύξουν τον Χριστό σε όλη την χώρα. Ο Όσιος είχε μαζί του και ιερά λείψανα Αγίων, τα οποία τους προσέφερε ως ευλογία, για να εμπνέονται από την μνήμη των Αγίων και να ακολουθούν το παράδειγμά τους. Εκείνος συνέχισε την άσκηση και το μονήρη ησυχαστικό βίο. Ακόμη και τα άγρια θηρία του όρους έκαναν υπακοή στον Όσιο.
Έφθασε, όμως, ο καιρός για να αναπαυθεί στην αγκαλιά του Θεού. Ο Κύριος του αποκάλυψε την ώρα του θανάτου του. Κάλεσε τους μαθητές του, τους νουθέτησε πατρικά, τους ευλόγησε, μετέλαβε των Αχράντων Μυστηρίων και παρέδωσε το πνεύμα.