(από το πομπεύω = θριαμβεύω) = ο θριαμβευτής
Επιφανής Ρωμαίος στρατηγός ( 106 - 48 π.Χ.)
Ὡς ζῶν πρόβατον Πομπήϊε Κυρίου,Χέεις, ἀμελχθεὶς αὐχένα ξίφει, γάλα.
Ο Άγιος Μάρτυς Πομπήιος τελειώθηκε διά ξίφους.