Ο Άγιος Cadoc (Κάντοκ) καταγόταν από ευγενική οικογένεια της Ουαλίας. Οι γονείς του έγιναν μοναχοί. Ίδρυσε την περίφημη μονή Λάνσαρφαν κοντά στο Κάρντιφ, αλλά η ιεραποστολική του δράση επεκτάθηκε μέχρι την Κορνουάλη, τη Σκωτία και την Ιρλανδία. Ήταν σύγχρονος του Αγίου Δαυίδ και διδάσκαλος του Αγίου Φιννιανού. Σώζονται και μερικά αποφθέγματά του μεταξύ των οποίων και τα ακόλουθα:
«Η αλήθεια είναι η πρωτότοκος θυγατέρα του Θεού. Χωρίς το φως τίποτε δεν είναι καλό, χωρίς το φως δεν υπάρχει ευλάβεια, χωρίς το φως δεν υπάρχει πίστη».
«Ο κάλλιστος των τρόπων είναι η ταπείνωση. Η καλλίστη των ασχολιών είναι η εργασία των θείων εντολών. Το κάλλιστο των αισθημάτων είναι η δικαιοσύνη. Η κάλλιστη λύπη είναι η μετάνοια. Το κάλλιστο ιδίωμα η μεγαλοψυχία. Όταν τον ρώτησαν τι είναι αγάπη, απάντησε: Η αγάπη είναι ο παράδεισος. Και τι μίσος: το μίσος είναι η κόλαση. Και η συνείδηση; Η συνείδηση είναι ο οφθαλμός του Θεού εντός της ψυχής».
Μαρτύρησε το έτος 590 μ.Χ. φονευθείς από Αγγλοσάξονες ειδωλολάτρες, ενώ τελούσε την Θεία Λειτουργία. Οι τελευταίες του λέξεις ήταν: «Αόρατε βασιλεύ, Σώτερ Ιησού, Σε ικετεύω, προστάτευσε τους Χριστιανούς της χώρας μου».