Ο Όσιος Σιλβέστρος της Ομπνόρα, γεννήθηκε τον 15ο αιώνα μ.Χ. στη Ρωσία. Από νεαρή ηλικία είχε εσωτερικά τον πόθο να μονάσει. Έτσι εγκατέλειψε τον κόσμο και κατάφυγε στη μονή της Αγίας Τριάδος, όπου υπήρξε δόκιμος και υποτακτικός του Αγίου Σεργίου του Ραντονέζ (τιμάται 5 Ιουλίου). Αφού παρέμεινε εκεί για ένα χρονικό διάστημα και πρόκοψε στην υπακοή, ο Όσιος Σιλβέστρος έλαβε την ευλογία για να μείνει μόνος στην έρημο και να συνεχίσει εκεί τον ασκητικό του αγώνα.
Μέσα στο πυκνό δάσος, δίπλα στον ποταμό Ομπνόρα ο οποίος συνεχίζει την ροή του στον ποταμό Κοστρομά, έστησε ένα σταυρό στο σημείο όπου διάλεξε και ξεκίνησε από εκεί τον πνευματικό του αγώνα. Για μια μεγάλη χρονική περίοδο κανείς δεν ήξερε τίποτα για τον Άγιο ερημίτη. Το κελλί του αποκαλύφθηκε τυχαία από έναν χωρικό, ο οποίος είχε χάσει τον δρόμο του. Αυτός είπε στον ενοχλημένο ερημίτη ότι οι άνθρωποι είχαν δει λαμπρές ακτίνες και ένα στρώμα νεφέλης επάνω από την κατοικία του. Ο Όσιος Σιλβέστρος ξέσπασε τότε σε δάκρυα πικρίας, επειδή το μέρος της απομονώσεώς του είχε ανακαλυφθεί. Ο προσκυνητής παρακάλεσε επίμονα τον Όσιο να του μιλήσει για τον εαυτό του. Ο Όσιος Σιλβέστρος είπε ότι εκεί έμενε για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, τρώγοντας φλοιούς δένδρων και ρίζες. Στην αρχή ήταν αδύναμος χωρίς ψωμί και μια φορά έπεσε στο έδαφος από την αδυναμία του. Τότε, ένας Άγγελος με τη μορφή ενός θαυμάσιου άνδρα εμφανίσθηκε μπροστά του και τον άγγιξε στο χέρι. Από εκείνη την στιγμή ο Όσιος δεν ένιωσε ξανά αδυναμία.
Άλλη μια φορά ο χωρικός πήγε πάλι στον Όσιο και του έφερε ψωμί και αλεύρι, για να έχει προμήθειες. Αυτή η μοναδική συνάντηση ήταν αρκετή, ώστε να μαθευτούν σε πολλούς τα πνευματικά κατορθώματα του Οσίου. Σύντομα, χωρικοί ξεκίνησαν να έρχονται σε αυτόν από τους γύρω οικισμούς. Ο Όσιος Σιλβέστρος τους επέτρεψε να χτίσουν κελλιά κοντά στο δικό του κελλί.
Όταν πλέον είχαν συγκεντρωθεί αρκετοί αδελφοί στη σκήτη, ο Όσιος Σιλβέστρος πήγε στη Μόσχα και ζήτησε την ευλογία του Αγίου Αλεξίου (τιμάται 12 Φεβρουαρίου), για να κατασκευάσει ένα ναό αφιερωμένο στην Ανάσταση του Χριστού. Ο Άγιος Ιεράρχης έδωσε στον Όσιο Σιλβέστρο ένα αντιμήνσιο για την τέλεση της Θείας Λειτουργίας και τον έκανε ηγούμενο της νέας μονής.
Με την κατασκευή της εκκλησίας ο αριθμός των αδελφών αυξήθηκε γρήγορα και ο Όσιος πολύ συχνά αποσυρόταν στο κοντινό δάσος, ώστε να απομονώνεται και να προσεύχεται. Αυτός ο τόπος έλαβε το όνομα «απαγορευμένο άλσος», επειδή ο Όσιος Σιλβέστρος διέταξε να μην κοπεί από εκεί κανένα δένδρο. Σε αυτό το άλσος ο Όσιος έσκαψε τρία πηγάδια, ενώ ένα τέταρτο πηγάδι έσκαψε στην πλευρά ενός λόφου στον ποταμό Ομπνόρα. Όταν ο Όσιος επέστρεφε από την απομόνωσή του, τον περίμεναν πολλοί άνθρωποι στο μοναστήρι και ο καθένας ήθελε να λάβει την ευλογία του και να ακούσει τις συμβουλές του.
Κάποια ημέρα ο Όσιος αρρώστησε από μια ανίατη ασθένεια και οι αδελφοί της μονής, που στεναχωρούνταν όταν έφευγε από το μοναστήρι για απομόνωση, τώρα ήταν ακόμη πιο θλιμμένοι αναλογιζόμενοι τον επικείμενο θάνατό του. «Μη στενοχωρείσθε με αυτό, αδελφοί», έλεγε ο Όσιος για να τους παρηγορήσει, «γιατί τα πάντα είναι σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Ακολουθήστε τα εντολές του Κυρίου και μη φοβηθείτε να υποφέρετε από δοκιμασίες σε αυτή τη ζωή. Έτσι θα λάβετε ανταμοιβή στον Ουρανό. Εάν εύρω παρρησία ενώπιον του Κυρίου και αν η ζωή μου Τον ευχαρίστησε, τότε αυτός ο άγιος τόπος δεν θα διαλυθεί μετά την αποχώρησή μου. Προσευχηθείτε στον φιλάνθρωπο Θεό και στην πάναγνη Μητέρα Του, ώστε να ελευθερωθείτε από τον πειρασμό».
Ο Όσιος Σιλβέστρος κοιμήθηκε το έτος 1479 και ενταφιάσθηκε στην δεξιά πλευρά του ναού της Αναστάσεως.