Ο Άγιος Φωκάς καταγόταν από την Σινώπη και τα μοναδικά υπάρχοντα του ήταν ένας κήπος που καλλιεργούσε με μεγάλη επιμέλεια. Το εισόδημα του από τον κήπο, ήταν πολύ μικρό. Καθώς όμως ήταν πολύ οικονόμος και ολιγαρκής στις ανάγκες του, μπορούσε πάντοτε να διαθέτει κάτι για τους φτωχούς.
Ο Άγιος Φωκάς μελετούσε με ευχαρίστηση τα Ιερά βιβλία. Έλεγε μάλιστα σ' εκείνους, που τον έβλεπαν να μελετάει, ότι και η ψυχή μας είναι κήπος, που χρειάζεται την περιποίηση της, για να μη βγάζει αγκάθια και τριβόλια. Αλλά ο κηπουρός Φωκάς, ήθελε και όλες οι ψυχές να είναι κήποι πνευματικοί. Γι' αυτό λοιπόν, όπου μπορούσε, συντελούσε στον καθαρισμό και την καλλιέργεια τους. Και ενώ πουλούσε τα λαχανικά και τα φρούτα, έλεγε συγχρόνως και λόγια μεγάλου πνευματικού κέρδους. Έτσι δεν ωφελούσε μόνο τους χριστιανούς, αλλά πολλές φορές κέρδιζε και τους απίστους.
Εκείνη την εποχή είχαν κηρύξει, οι ειδωλολάτρες διωγμό κατά των Χριστιανών. Μαθεύτηκε, λοιπόν ότι και ο Φωκάς ο κηπουρός ήταν Χριστιανός και αμέσως οι άρχοντες έστειλαν στρατιώτες για να τον συλλάβουν.
Επειδή το σπίτι του Αγίου ήταν κοντά στην πύλη του κάστρου που επικοινωνούσε με το λιμάνι, είχε αρκετά συχνά φιλοξενούμενους, άλλοτε ξένους ταξιδιώτες, άλλοτε φτωχούς. Έτσι δεν γνώρισε τους στρατιώτες και τους περιποιήθηκε σαν ξένους. Αφού πέρασαν μερικές ημέρες τους ρώτησε τι σκοπό είχε το ταξίδι τους. Εκείνοι υποχρεωμένοι από την φιλοξενία του φανέρωσαν το μυστικό, ότι ζητούν τον Φωκά τον Χριστιανό για να τον αποκεφαλίσουν. Του είπαν μάλιστα ότι θα του χρωστούσαν μεγάλη χάρη αν τους τον φανέρωνε.
Χωρίς να χάσει καθόλου το θάρρος του, ο Άγιος Φωκάς, βγήκε από το σπίτι του για να σκάψει και να ετοιμάσει τον τάφο του και την επόμενη μέρα φανέρωσε στους στρατιώτες ποιος είναι. Οι στρατιώτες, έμειναν κατάπληκτοι και ντροπιάστηκαν, γιατί με τόση αγάπη είχαν φιλοξενηθεί από τον Άγιο Φωκά. Ο Άγιος κατάλαβε την δυσκολία τους και τους είπε να μην διστάσουν και να εκτελέσουν τις διαταγές που είχαν διότι δεν ήταν αυτοί υπεύθυνοι για τον φόνο αλλά εκείνοι που τους έστειλαν. Με τέτοια λόγια έπεισε τους στρατιώτες να τον αποκεφαλίσουν.
Οι Χριστιανοί έκτισαν στον τόπο του αποκεφαλισμού εκκλησία μεγαλοπρεπή και έβαλαν το σεπτό λείψανο του Αγίου Μάρτυρος, που έγινε πηγή παρηγοριάς για τους θλιβομένους και θεραπείας για τους ασθενείς.
Όταν κινδύνευσε η πατρίδα του, η Σινώπη, από πείνα χάρις στην προστασία του Αγίου βρέθηκε σιτάρι. Φανερώθηκε αρκετές φορές και σε ναύτες που κινδύνευαν να καταποντισθούν στο πέλαγος και τους έσωσε από πνιγμό. Άλλοτε πάλι φάνηκε νύχτα και ξύπνησε τον πηδαλιούχο λέγοντας του να είναι έτοιμος, γιατί θα ξεσπάση τρικυμία. Άλλες φορές τον έβλεπαν οι ναύτες σε μεγάλες θαλασσοταραχές να βοηθά πότε στα σχοινιά, πότε στα πανιά ή άλλοτε να προστατεύει το πλοίο, για να μην πέσει σε ξέρα ή σε βρόχους.
Έτσι γεννήθηκε στους ναύτες η συνήθεια να έχουν τον Άγιο Φωκά ομοτράπεζο. Όταν, λοιπόν καθόντουσαν στο τραπέζι αγόραζε ένας από τους ναύτες το μερίδιο του Αγίου, την άλλη ημέρα το αγόραζε άλλος και έτσι συγκέντρωναν χρήματα, τα οποία, όταν έφθανε το πλοίο στον προορισμό του τα μοίραζαν στους φτωχούς.
Αλλά και οι θεραπείες που έκανε ο Άγιος είναι πολλές. Σ' άλλους παρουσιάζονταν στον ύπνο, σ' άλλους ενεργούσε αόρατα.
Έτσι ο ασήμαντος και ταπεινός κηπουρός Φωκάς αξιώθηκε λόγω της αρετής του να θαυματουργεί και να τιμάται από τους Χριστιανούς.