(από το ανήρ) = ο ανδρείος, ο γενναίος.
Ὑπὲρ νυγέντος πρὶν μιᾷ λόγχῃ Λόγου,Λόγχαις νυγείς, ἤνεγκε διτταῖς Ἀνδρέας.
Ο Άγιος Ανδρέας έζησε στα χρόνια του βασιλιά Βασιλείου του Μακεδόνα (867 μ.Χ.) και ήταν γέρων στην ηλικία. Συνελήφθη από τους Αγαρηνούς, οι όποιοι εκείνη την εποχή εξουσίαζαν όλη την Αφρική και είχαν φτάσει μέχρι τη Σικελία. Τον οδήγησαν μπροστά στον θηριώδη άρχοντα τους Αθραχίμ, στον όποιο μπροστά ο Άγιος ομολόγησε τον Χριστό με περίσσια τόλμη. Τότε ο άρχοντας αυτός τον φυλάκισε για πολλά χρόνια και επειδή έβλεπε ότι ο Ανδρέας επέμενε στην πίστη του, τον έβαλε μπροστά του σαν στόχο και καλπάζοντας το άλογο του τον χτύπησε θανάσιμα με το κοντάρι του. Κατόπιν τον αποκεφάλισε και έτσι ο Ανδρέας έλαβε ένδοξα το αμάραντο στεφάνι του μαρτυρίου.