(από την λατινική λέξη marceo = μαραίνομαι) = ο αδρανής προς τα υλικά και δραστήριος προς τα πνευματικά.
Aνακλιθείς Mάρκελλος εις πυρός κλίνην,Ύπνωσεν ύπνον τον μακάριον πάνυ.
Ο Άγιος Μάρκελλος μαρτύρησε, αφού τον ξάπλωσαν πάνω σε πυρακτωμένο κρεβάτι, με αποτέλεσμα να ψηθεί ζωντανός.