Ο Άγιος Απολλινάριος υπήρξε μαθητής και ακόλουθος του αποστόλου Πέτρου, τον οποίο ακολούθησε από την Αντιόχεια στη Ρώμη. Έπειτα ο ίδιος ο Απόστολος Πέτρος τον χειροτόνησε επίσκοπο Ραβέννας.
Εκεί ο Απολλινάριος εργάστηκε με πολύ ζήλο για τη διάδοση του Ευαγγελίου και κατόρθωσε τον φωτισμό πολλών ειδωλολατρών, με αποτέλεσμα οι ιερείς των ειδώλων να τον συλλάβουν και να τον κακοποιήσουν. Αργότερα ο Απολλινάριος θεράπευσε με τη χάρη του Θεού, τον Βονιφάτιο, διακεκριμένο μέλος της κοινωνίας της Ραβέννας, που ήταν κωφάλαλος και την κόρη του, που έπασχε από δαιμόνιο. Το γεγονός αυτό, έφερε πολλούς ειδωλολάτρες στην πίστη του Χρίστου και οι ιερείς των ειδώλων, αφού τον συνέλαβαν τον βασάνισαν σκληρά.
Έπειτα ο Απολλινάριος αναχώρησε στην Αιμυλία, όπου ανέστησε την κόρη του πατρικίου Ρουφίνου, που ολόκληρη η οικογένεια του προσήλθε στον Χριστό. Τότε ο έπαρχος της πόλης, αφού τον βασάνισε τον έβαλε σ' ένα πλοίο για να τον εξορίσει.
Το πλοίο όμως ναυάγησε, ο Απολλινάριος σώθηκε, βγήκε στη Μοισία της Θράκης και από εκεί επέστρεψε στη Ραβέννα. Μόλις έφτασε τον συνέλαβαν και τον έκλεισαν στη φυλακή με την ευθύνη κάποιου εκατόνταρχου. Ο εκατόνταρχος όμως ήταν χριστιανός και τον άφησε να φύγει. Όταν το έμαθαν αυτό οι Ιερείς των ειδώλων, έστειλαν ανθρώπους τους, οι όποιοι τον πρόλαβαν στο δρόμο και τον χτύπησαν τόσο άγρια, ώστε το σώμα του παραμορφώθηκε πνιγμένο στα αίματα. Τον νόμισαν πεθαμένο και τον άφησαν, αλλά χριστιανοί τον παρέλαβαν και τον περιποιήθηκαν.
Μετά επτά ήμερες όμως, αφού ευλόγησε τα πνευματικά του παιδιά, παρέδωσε την αγία του ψυχή στον στεφανοδότη Θεό.