ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Η´ 11 - 21
11 Καὶ ἐβγῆκαν οἱ Φαρισαῖοι καὶ ἤρχισαν νὰ συζητοῦν μαζί του καὶ τοῦ ἐζήτουν νὰ τοὺς ἐπιδείξῃ σημάδι καὶ θαῦμα ἔκτακτον ἀπὸ τὸν οὐρανόν, ὅπως τὸ μάννα, ποὺ ἐδόθη εἰς τὴν ἔρημον διὰ μεσιτείας τοῦ Μωϋσέως, ἢ ὅπως τὸ πῦρ, ποὺ κατέβασεν ὁ Ἠλίας ἀπὸ τὸν οὐρανόν. Καὶ ἐζήτουν τοῦτο, ὄχι διότι εἶχαν διάθεσιν νὰ πιστεύσουν, ἀλλὰ διότι μὲ πονηρίαν ἤθελαν νὰ δοκιμάσουν τὴν θαυματουργικήν του δύναμιν, ἐλπίζοντες ὅτι θὰ τὸν ἐξέθεταν.
12 Καὶ ἀφοῦ ἀνεστέναξεν ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς του διὰ τὴν σκληρότητα καὶ πώρωσίν των εἶπε· Πρὸς τί ἡ γενεὰ αὐτὴ ἡ ἄπιστος καὶ σκληρὰ ζητεῖ θαῦμα, ποὺ νὰ δεικνύῃ καὶ πιστοποιῇ τὴν ἀποστολήν μου, ἀφοῦ δὲν πρόκειται νὰ πιστεύσῃ; Μετὰ βεβαιότητος σᾶς λέγω, ὅτι δὲν θὰ δοθῇ θαῦμα τέτοιο εἰς τὴν γενεὰν αὐτήν.
13 Καὶ ἀφοῦ τοὺς ἄφησεν, ἐμβῆκε πάλιν εἰς τὸ πλοῖον καὶ ἦλθεν εἰς τὸ ἀπέναντι μέρος τῆς λίμνης, δηλαδὴ εἰς τὴν ἀνατολικὴν ἀκρογιαλιάν της.
14 Καὶ ἐλησμόνησαν οἱ μαθηταὶ νὰ πάρουν μαζί τους ἄρτους καὶ δὲν εἶχαν μαζί τους εἰς τὸ πλοῖον κανὲν ἄλλο τρόφιμον παρὰ μόνον ἕνα ἄρτον.
15 Ἐν τῷ μεταξὺ δὲ τοὺς ἐπέστησεν ὁ Κύριος τὴν προσοχὴν καὶ τοὺς ἔλεγεν· ἀνοίξατε τὰ μάτια σας καὶ προσέχετε ἀπὸ τὴν κακὴν ἐπίδρασιν τῆς ὑποκριτικῆς διδασκαλίας τῶν Φαρισαίων καὶ τῆς κοσμικότητος τοῦ Ἡρῴδου, ποὺ ὁμοιάζουν μὲ κακὸ προζύμι.
16 Καὶ ἐσυλλογίζοντο ἀναμεταξύ τους καὶ ἒλεγαν· Μᾶς κάνει τὴν παρατήρησιν αὐτὴν ὁ Κύριος, διότι δὲν ἐφροντίσαμεν νὰ προμηθευθῶμεν ἄρτους καθαρούς, ποὺ δὲν ἐζυμώθησαν μὲ προζύμι ἀναπιασμένον εἰς σπίτι τῶν Φαρισαίων.
17 Καὶ ὁ Ἰησοῦς ὡς Θεάνθρωπος ἐγνώρισε τοὺς ἀποκρύφους διαλογισμούς των καὶ τοὺς εἶπε· Διατὶ ἐπέσατε εἰς συλλογισμοὺς καὶ σκέψιν, ἐπειδὴ δὲν ἔχετε ἄρτους; Ἀκόμη καὶ τώρα, ὕστερα ἀπὸ τόσα ποὺ εἴδατε καὶ ἠκούσατε, δὲν ἐννοεῖτε καὶ δὲν καταλαβαίνετε; Ἀκόμη ἔχετε παχυλὴν τὴν διάνοιάν σας καὶ τόσον σαρκικὰς τὰς σκέψεις σας;
18 Ἐνῷ ἔχετε μάτια, μὲ τὰ ὁποῖα εἴδατε τὰ θαύματα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν ἄρτων, δὲν ἐννοεῖτε τὶ μαρτυροῦν αὐτὰ ποὺ εἴδατε; Καὶ ἐνῷ ἔχετε αὐτιά, καὶ ἀκούετε τοὺς λόγους ποὺ σᾶς εἶπα, δὲν ἠμπορεῖτε νὰ κατανοήσετε, ὅτι δὲν ὁμιλῶ διὰ ὑλικὸν προζύμιον καὶ διὰ ὑλικοὺς ἄρτους; Καὶ δὲν ἐνθυμεῖσθε τὰ πρόσφατα θαύματα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν ἄρτων;
19 Ὅταν ἔκοψα τὰ πέντε ψωμιὰ εἰς τὰς πέντε χιλιάδας τῶν ἀνθρώπων, πόσα κοφίνια γεμᾶτα ἀπὸ κομμάτια ἐσηκώσατε; Λέγουν εἰς αὐτόν, δώδεκα.
20 Ὅταν δὲ ἔκοψα τοὺς ἑπτὰ ἄρτους εἰς τὰς τέσσαρας χιλιάδας τῶν ἀνθρώπων, πόσων κοφινιῶν μεγάλων γεμίσματα ἀπὸ κομμάτια ἐσηκώσατε; Αύτοὶ δὲ εἶπον, ἑπτά.
21 Καὶ ἔλεγεν εἰς αὐτούς· Ἀκόμη λοπὸν δὲν καταλαβαίνετε, ὅτι δὲν σᾶς ὡμίλησα διὰ προζύμιον ὑλικόν;