(λέξη εβραϊκή) = ο τίμιος και εκλεκτός γενάρχης.
Γενάρχης του Εβραϊκού έθνους που ήταν πρότυπο θεοσέβειας και ταπεινοφροσύνης.
Ο Όσιος Αβραάμ, από μικρό παιδί διάλεξε την αγγελική ζωή του μονάχου και έτσι μοίρασε στους φτωχούς ότι περιουσία είχε και έγινε υπόδειγμα μοναχού. Η φήμη της μεγάλης του αρετής δεν άργησε να διαδοθεί στη χώρα οπού ασκήτευε και γι' αυτό έτρεχαν πολλοί κοντά του για να ωφεληθούν πνευματικά. Αλλ' ο Αβραάμ, επειδή δεν του άρεσε η επίδειξη και η φασαρία, ανέβηκε στο όρος του Λάτρου, όπου με αυστηρότερη εγκράτεια, αγρυπνία και προσευχή, προόδευε σε μεγάλα ύψη αρετής και ωφελούσε τους εκεί ασκητές. Έτσι, μ' αυτό τον θεάρεστο τρόπο αφού έζηοε, απεβίωσε ειρηνικά.