(τιμώ + Θεός) = αυτός που τιμά τον Θεό, ο ευσεβής.
1) Αθηναίος στρατηγός, γιός του Κόνωνα2) Γλύπτης του 4ου π.Χ. αιώνα3) Ποιητής της νέας κωμωδίας
Τιμόθεος μετέσχε τιμῆς τῆς ἄνω,Μὴ τι προκρίνας τῆς Θεοῦ τιμῆς κάτω.
Ο Όσιος Τιμόθεος ήταν ομολογητής της πίστεώς μας και κοιμήθηκε με ειρήνη. Δεν έχουμε άλλες λεπτομέρειες για τον βίο του.