Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
1 ΟΡΑΣΙΣ ᾿Οβδιού. - Τάδε λέγει Κύριος ὁ Θεὸς τῇ ᾿Ιδουμαίᾳ· ἀκοὴν ἤκουσα παρὰ Κυρίου, καὶ περιοχὴν εἰς τὰ ἔθνη ἐξαπέστειλεν. ἀνάστητε, καὶ ἐξαναστῶμεν ἐπ᾿ αὐτὴν εἰς πόλεμον. | 1 Οραμα του Οβδιού. Αυτά λέγει ο Κυριος εναντίον της Ιδουμαίας. Εγώ ήκουσα αυτήν την πληροφορίαν από τον Κυριον, ότι εξαπέστειλεν εις τα γύρω έθνη πολεμικήν εξέγερσιν κατά της Ιδουμαίας, ώστε να λέγουν αυτά το ένα προς το άλλο. “Σηκωθήτε, ας ξεσηκωθώμεν όλοι εις πόλεμον εναντίον της Ιδουμαίας”. | 1 Όραμα τοῦ Ὀβδιού. Αὐτὰ λέγει Κύριος ὁ Θεὸς περὶ τῆς Ἰδουμαίας. Ἐγώ, ὁ προφήτης Ὀβδιού, ἄκουσα μίαν ἀγγελίαν (πληροφορίαν) ἀπὸ τὸν Κύριον, ὅτι πολεμικὸν μένος ἐξαπέστειλεν εἰς τοὺς ἐθνικοὺς λαοὺς κατὰ τῆς Ἰδουμαίας, ὥστε νὰ λέγουν μεταξύ των: «Σηκωθῆτε· ἂς ξεσηκωθῶμεν ὅλοι ἐναντίον τῆς Ἰδουμαίας εἰς πόλεμον». |
2 ἰδοὺ ὀλιγοστὸν δέδωκά σε ἐν τοῖς ἔθνεσιν, ἠτιμωμένος εἶ σὺ σφόδρα. | 2 Εξ άλλου ο ίδιος ο Θεός λέγει κατά της Ιδουμαίας· “Ιδού, θα σε καταστήσω πολύ μικρόν και άσημον έθνος μεταξύ των άλλων εθνών. Θα γίνης λαός πολύ εξευτελισμένος και περιφρονημένος. | 2 Ὁ Κύριος ὁ Θεὸς λέγει εἰς τοὺς Ἰδουμαίους: «Νά· θὰ σὲ καταστήσω πολὺ μικρόν, ἄσημον καὶ ὀλιγάριθμον ἔθνος μεταξὺ τῶν ἄλλων εἰδωλαλατρικῶν ἐθνῶν· θὰ γίνῃς ὁ πλέον εὐτελὴς καὶ περιφρονημένος λαός. |
3 ὑπερηφανία τῆς καρδίας σου ἐπῇρέ σε κατασκηνοῦντα ἐν ταῖς ὀπαῖς τῶν πετρῶν, ὑψῶν κατοικίαν αὐτοῦ, λέγων ἐν καρδίᾳ αὐτοῦ· τίς κατάξει με ἐπὶ τὴν γῆν; | 3 Η υπερηφάνεια της καρδίας σου σε έκαμε να φρονής πολύ υψηλά δια τον εαυτόν σου, επειδή κατοικείς εις τας φάραγγας και τα σπήλαια των ορέων, εις απορθήτους τάχα περιοχάς. Εχεις κτίσει τας κατοικίας σου εις πολύ ύψος, πιστεύεις ότι είσαι λαός ισχυρός και ανίκητος και λέγεις εσωτερικώς· Ποιός θα μπορέση να με καταβιβάση εις την γην; | 3 Ἡ ἀλαζονικὴ καὶ ὑπερήφανη καρδία σου σὲ ἀπατᾷ καὶ σὲ ἔκαμε νὰ νομίζῃς ὅτι δύσκολα ἠμπορεῖς νὰ νικηθῇς καὶ νὰ λεηλατηθῇς, ἐπειδὴ ἔχεις κατασκηνώσει εἰς ἀπρόσιτα μέρη, εἰς τὶς σχισμές, τὰ φαράγγια τῶν βράχων καὶ τὶς σπηλιὲς τῶν βουνῶν. Σύ, ποὺ κτίζεις τὴν κατοικίαν σου εἰς τόσον ὑψηλὰ καὶ δυσπρόσιτα μέρη, λέγεις εἰς τὰ βάθη τῆς καρδίας σου μὲ ἀλαζονικὴν αὐτοπεποίθηση: «Ποιὸς ἠμπορεῖ νὰ μὲ κατεβάσῃ ἀπὸ τὸ ὕψος αὐτὸ εἰς τὴν γῆν;» |
4 ἐὰν μετεωρισθῇς ὡς ἀετὸς καὶ ἐὰν ἀνὰ μέσον τῶν ἄστρων θῇς νοσσιάν σου, ἐκεῖθεν κατάξω σε, λέγε Κύριος. | 4 Και εάν ακόμη πετάξης εις μεγάλα ύψη ωσάν τον αετόν, και εάν στήσης την φωλεάν σου υψηλά ανάμεσα στους αστέρας, από εκεί θα σε καταρρίψω και θα σε καταβιβάσω, λέγει ο Κυριος. | 4 Ἀλλὰ καὶ ἐὰν ἀκόμη ἀνυψωθῇς πολὺ ὑψηλά, ὅπως ὁ ἀετός, καὶ ἂν ἀκόμη κτίσῃς τὴν φωλιά σου ὑψηλὰ μεταξὺ τῶν ἄστρων, καὶ πάλιν ἀπὸ ἐκεῖ θὰ σὲ ρίξω καὶ θὰ σὲ κατεβάσω», λέγει ὁ Κύριος. |
5 εἰ κλέπται εἰσῆλθον πρός σε ἢ λῃσταὶ νυκτός, ποῦ ἂν ἀπερρίφης; οὐκ ἂν ἔκλεψαν τὰ ἱκανὰ ἑαυτοῖς; καὶ εἰ τρυγηταὶ εἰσῆλθον πρὸς σέ, οὐκ ἂν ὑπελίποντο ἐπιφυλλίδα; | 5 Εάν κλέπται η λησταί εν καιρώ νυκτός εισήρχοντο εις την οικίαν σου, που θα ερρίπτεσο δια να προφυλαχθής από εκείνους; Εκείνοι τότε δεν θα έκλεπτον όλα, όσα ενόμιζαν, ότι τους εχρειάζοντο; Και εάν τρυγηταί εισήρχοντο εις την άμπελόν σου δεν θα άφηναν και μερικά τσαμπίδια, υπολείμματα του τρυγητού των; Εις την Ιδουμαίαν όμως η λεηλασία και η καταστροφή θα είναι πλήρης. | 5 «Ἐὰν εἰσήρχοντο εἰς τὸ σπίτι σου κατὰ τὴν διάρκειαν τῆς νύκτας κλέπται ἢ λῃσταί, ποὺ θὰ ἔρριπτες τὸν ἑαυτόν σου διὰ νὰ σωθῇς; Ἐκεῖνοι δὲ δὲν θὰ ἔκλεπταν τότε ὅλα, ὅσα θὰ τοὺς ἐχρειάζοντο; Ἐὰν πάλιν εἰσήρχοντο εἰς τὸ ἀμπέλι σου τρυγηταί, δὲν θὰ ἄφηναν μετὰ τὸν τρυγητὸν ὡς λείμματα καὶ μερικὰ τσαμπιὰ μὲ μικρὲς ρῶγες; Ἀσφαλῶς, ναί. Ἀλλὰ μὲ σέ, τὴν Ἰδουμαίαν, δὲν θὰ συμβῇ τὸ ἴδιον· ἡ ἰδική σου λεηλασία καὶ καταστροφὴ θὰ εἶναι πλήρης. |
6 πῶς ἐξηρευνήθη ῾Ησαῦ καὶ κατελήφθη τὰ κεκρυμμένα αὐτοῦ; | 6 Πως η Ιδουμαία ηρευνήθη συστηματικά και με προσοχήν εκ μέρους του εχθρού, και όλαι αι κρύπται αυτής, όπου υπήρχαν οι θησαυροί ανεκαλύφθησαν; | 6 Πῶς ἠρευνήθη λεπτομερῶς καὶ συστηματικῶς ἡ χώρα τοῦ Ἡσαῦ, ἡ Ἰδουμαία, ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς της καὶ πῶς ἀνευρέθησαν καὶ ἐλεηλατήθησαν οἱ κρυμμένοι εἰς τοὺς δυσπροσίτους καὶ ὑψηλοὺς βράχους θησαυροί της; |
7 ἕως τῶν ὁρίων ἐξαπέστειλάν σε πάντες οἱ ἄνδρες τῆς διαθήκης σου, ἀντέστησάν σοι, ἠδυνάσθησαν πρός σε ἄνδρες εἰρηνικοί σου, ἔθηκαν ἔνεδρα ὑποκάτω σου, οὐκ ἔστι σύνεσις αὐτοῖς. | 7 Ολαι αι πόλεις, με τας οποίας είχε συνάψει συμμαχίαν, σε απέπεμψαν κενήν έως εις τα σύνορά σου. Ηρνήθησαν να σου δώσουν βοήθειαν. Επί πλέον οι φίλοι σου αντέστησαν εναντίον σου, εκυριάρχησαν εις βάρος σου, έστησαν ενέδραν κάτω από τα πόδια σου. Δεν υπάρχει εις αυτούς φρόνησις. | 7 Ὅλοι οἱ ὁμόσπονδοι καὶ σύμμαχοί σου σὲ κατεδίωξαν μέχρι τὰ σύνορά σου, ἠρνήθησαν νὰ σὲ βοηθήσουν ἄνδρες, ποὺ ἦσαν εἰρηνικοὶ καὶ φιλικοὶ ἀπέναντί σου, ἐκυριάρχησαν ἐπάνω σου, ἔστησαν ἐνέδραν κάτω ἀπὸ τὰ πόδια σου· εἰς αὐτοὺς ὑπάρχει ἀνοησία καὶ ὄχι σύνεσις «ἢ κατ' ἄλλην ἑρμηνείαν: Ἐπειδὴ ἕνεκα τῆς πολλῆς ἀνοησίας σου δὲν γνωρίζεις νὰ ξεχωρίζῃς τοὺς ἀληθινοὺς φίλους ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς». |
8 ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ, λέγει Κύριος, ἀπολῶ σοφοὺς ἐκ τῆς ᾿Ιδουμαίας καὶ σύνεσιν ἐξ ὄρους ῾Ησαῦ· | 8 Κατά την μεγάλην εκείνην ημέραν της δικαίας τιμωρίας, λέγει ο Κυριος, θα εξαφανίσω τους σοφούς από την Ιδουμαίαν και τους συνετούς από την ορεινήν περιοχήν του Ησαύ. | 8 Κατὰ τὴν φοβερὰν ἐκείνην ἡμέραν, λέγει ὁ Κύριος, θὰ ἐξαφανίσω τοὺς σοφοὺς ἀπὸ τὴν Ἰδουμαίαν καὶ τὴν φρόνησιν καὶ ἐξυπνάδα ἀπὸ τὴν ὀρεινὴν χώραν τοῦ Ἡσαῦ «τὴν Ἰδουμαίαν». |
9 καὶ πτοηθήσονται οἱ μαχηταί σου οἱ ἐκ Θαιμάν, ὅπως ἐξαρθῇ ἄνθρωπος ἐξ ὄρους ῾Ησαῦ | 9 Οι υπερασιτισταί σου οι από την Θαιμάν θα καταληφθούν από φόβον και τρόμον· δεν θα αντισταθούν στους εχθρούς, δια να εξολοθρευθούν ετσι όλοι οι άνθρωποι των ορέων της Ιδουμαίας. | 9 Καὶ θὰ κυριευθοῦν ἀπὸ πανικὸν οἱ παρουσιαζόμενοι ὡς ἀνδρεῖοι μαχηταὶ καὶ ὑπερασπισταί σου, ποὺ κατάγονται ἀπὸ τὴν Θαιμάν, διὰ νὰ ἐξολοθρευθῇ κατ' αὐτὸν τὸν τρόπον κάθε ἄνθρωπος ἀπὸ τὰ ὅρη τῆς χώρας τοῦ Ἡσαῦ «τῆς Ἰδουμαίας». |
10 διὰ τὴν σφαγὴν καὶ τὴν ἀσέβειαν τὴν εἰς τὸν ἀδελφόν σου ᾿Ιακώβ, καὶ καλύψει σε αἰσχύνη καὶ ἐξαρθήσῃ εἰς τὸν αἰῶνα. - | 10 Τούτο δε εξ αιτίας της ασεβείας σου και της αδίκου σφαγής των αδελφών σου, των απογόνων του Ιακώβ. Τοτε θα σε σκεπάση εντροπή και θα εξολοθρευθής εις αιώνας αιώνων. | 10 «Ἡ μεγάλη αὐτὴ καταστροφὴ θὰ γίνῃ ἕνεκα τῆς ἀδίκου σφαγῆς καὶ τῆς ἀσεβείας, μὲ τίς ὁποῖες ἐφέρθης πρὸς τοὺς ἀδελφούς σου, τοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἰακώβ «ἀδελφοῦ τοῦ Ἡσαῦ». Τότε θὰ σὲ καλύψῃ ἐντροπὴ καὶ θὰ ἐξολοθρευθῇς ὁριστικὰ καὶ παντοτινά. |
11 ᾿Αφ᾿ ἧς ἡμέρας ἀντέστης ἐξεναντίας ἐν ἡμέραις αἰχμαλωτευόντων ἀλλογενῶν δύναμιν αὐτοῦ καὶ ἀλλότριοι εἰσῆλθον εἰς πύλας αὐτοῦ καὶ ἐπὶ ῾Ιερουσαλὴμ ἔβαλον κλήρους, καὶ σὺ ἦς ὡς εἷς ἐξ αὐτῶν. | 11 Διέπραξες φοβερά εγκλήματα από την ημέραν, κατά την οποίαν εστάθης πολέμιος εναντίον της Ιουδαίας. Κατά τας ημέρας, δηλαδή, κατά τας οποίας αλλοεθνείς ηχμαλώτευσαν αυτήν και ελεηλάτησαν τα πλούτη της και οι ξένοι εισήλθον εις τας πύλας της Ιουδαίας και έβαλαν κλήρους, δια να διανείμουν μεταξύ των τα λάφυρα της Ιερουσαλήμ. Και συ υπήρξες ενας από τους εχθρούς της Ιουδαίας. | 11 Ἔδειξες ἐχθρικὴν διάθεσιν κατὰ τῶν Ἰουδαίων καὶ διέπραξες εἰς βάρος των πολλὰ ἐγκλήματα τὴν ἡμέραν, κατὰ τὴν ὁποίαν ἐστάθης ἀδιάφορος καὶ ἐχθρικὸς ἀπέναντι τῆς Ἰουδαίας. Τότε ποὺ ἐχθροὶ ἀλλογενεῖς αἰχμαλώτισαν καὶ ἐσύλησαν τὰ πλούτη τῶν ἀπογόνων τοῦ Ἰακὼβ καὶ τότε ποὺ ξένοι διέβησαν τὶς πύλες τῶν πόλεών του, εἰς δὲ τὰ πλούσια λάφυρα τῆς Ἱερουσαλὴμ ἔβαλαν κλήρους διὰ νὰ τὰ μοιρασθοῦν μεταξύ των, ἤσουν καὶ σὺ ἕνας ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς τῶν Ἰουδαίων. |
12 καὶ μὴ ἐπίδῃς ἡμέραν ἀδελφοῦ σου ἐν ἡμέρᾳ ἀλλοτρίων καὶ μὴ ἐπιχαρῇς ἐπὶ τοὺς υἱοὺς ᾿Ιούδα ἐν ἡμέρᾳ ἀπωλείας αὐτῶν καὶ μὴ μεγαλορρημονήσῃς ἐν ἡμέρᾳ θλίψεως, | 12 Δεν έπρεπε με χαιρεκακίαν να ίδης την τρομεράν δια τους αδελφούς σου ημέραν, την ημέραν του ολέθρου των από τους ξένους λαούς. Δεν έπρεπε να χαιρεκακήσης δια τους Ιουδαίους κατά την ημέραν της καταστροφής των και να μη κομπάζης κατά την ημέραν, που οι αδελφοί σου υφίσταντο τας φοβεράς θλίψεις. | 12 Καὶ σὺ δὲν ἔπρεπε νὰ ἰδῇς μὲ χαρὰν τὴν φοβερὰν ἡμέραν τῆς καταστροφῆς τοῦ ἀδελφοῦ σου, τότε ποὺ τοῦ ἐπετίθεντο οἱ ξένοι λαοί· δὲν ἔπρεπε νὰ χαιρεκακήσῃς διὰ τοὺς Ἰουδαίους «τοὺς ἀπογόνους τοῦ ἀδελφοῦ σου Ἰακώβ» κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς ἐρημώσεώς των· καὶ ἔπρεπε νὰ μὴ καυχηθῇς μὲ μεγάλα καὶ ὑπεροπτικὰ λόγια κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ πόνου καὶ τῆς ἀπελπισίας των. |
13 μηδὲ εἰσέλθῃς εἰς πύλας λαῶν ἐν ἡμέρᾳ πόνων αὐτῶν, μηδὲ ἐπίδῃς καὶ σὺ τὴν συναγωγὴν αὐτῶν ἐν ἡμέρᾳ ὀλέθρου αὐτῶν καὶ μὴ συνεπιθῇ ἐπὶ τὴν δύναμιν αὐτῶν ἐν ἡμέρᾳ ἀπωλείας αὐτῶν. | 13 Δεν έπρεπε να εισέλθης εις την χώραν των Ιουδαίων, μαζή με τους ξένους επιδρομείς, κατά την ημέραν της δυστυχίας των αδελφών σου, ούτε να ίδης με ευχαρίστησιν και συ την υπό των εχθρών κατά την ημέραν του εξολοθρεμού συγκέντρωσίν των. Ούτε και να επιτεθής μαζή με τους εχθρούς εναντίον του στρατού των Ιουδαίων κατά την ημέραν της καταστροφής των. | 13 Ἀκόμη, δὲν ἔπρεπε νὰ εἰσέλθῃς μαζὶ μὲ τοὺς ξένους ἐχθρικοὺς λαοὺς τὶς πύλες «τῶν πόλεων» τῶν συγγενῶν σου Ἰουδαίων κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς δυστυχίας καὶ τῆς συμφορᾶς των, καὶ πρὸ παντὸς σὺ δὲν ἔπρεπε νὰ ἰδῇς μὲ χαιρεκακίαν τὴν συνάθροισιν τῶν ἀδελφῶν σου κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς ἀθλίας ἐξολοθρεύσεώς των· οὔτε ἔπρεπε νὰ ἐπιτεθῇς καὶ σὺ μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους ἐχθρούς των ἐναντίον τῆς στρατιωτικῆς δυνάμεως τῶν Ἰουδαίων κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ ἀφανισμοῦ καὶ τῆς συμφορᾶς των. |
14 μηδὲ ἐπιστῇς ἐπὶ τὰς διεκβολὰς αὐτῶν τοῦ ἐξολοθρεῦσαι τοὺς ἀνασῳζομένους αὐτῶν, μηδὲ συγκλείσῃς τοὺς φεύγοντας ἐξ αὐτῶν ἐν ἡμέρᾳ θλίψεως. | 14 Ούτε να σταθής στους δρόμους της διαφυγής των και να εξολοθρεύσης εκείνους, που κατώρθωναν να σωθούν από τους εχθρούς, ούτε δε να περικυκλώσης και να συλλάβης τους φεύγοντας κατά την ημέραν της θλίψεώς των”. | 14 Ἀλλ’ οὔτε καὶ ἔπρεπε νὰ σταθῇς καὶ νὰ παραφυλάττῃς εἰς τὰ σταυροδρόμια, ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἔτρεχαν νὰ διαφύγουν καὶ νὰ γλυτώσουν, διὰ νὰ ἐξολοθρεύσῃς ὅσους ἐσώθησαν ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς· οὔτε ἔπρεπε νὰ περικυκλώσῃς καὶ νὰ συλλάβῃς ὅσους Ἰουδαίους διέφευγαν ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς των κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς ἀπελπισίας, τῆς συμφορᾶς καὶ τῆς θλίψεώς των». |
15 διότι ἐγγὺς ἡμέρα Κυρίου ἐπὶ πάντα τὰ ἔθνη· ὃν τρόπον ἐποίησας, οὕτως ἔσται σοι· τὸ ἀνταπόδομά σου ἀνταποδοθήσεται εἰς κεφαλήν σου. | 15 Διότι πλησιάζει η ημέρα του Κυρίου, κατά την οποίαν θα εκδηλωθή η οργή του εναντίον όλων των εθνών. Οπως συ, Ιδουμαία, έκαμες εναντίον της Ιουδαίας, έτσι θα γίνη και εναντίον σου εκ μέρους εχθρών. Το κακόν, που έκαμες στους Ιουδαίους, θα πέση εις την κεφαλήν σου. | 15 Διότι εἶναι πλησίον ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου, κατὰ τὴν ὁποίαν θὰ κρίνῃ καὶ θὰ τιμωρήσῃ ὅλα τὰ ἔθνη. «Τότε, Ἰδουμαία, θὰ θερίσῃς ὅ,τι ἔσπειρες. Ὅπως ἔχεις συμπεριφερθῇ πρὸς τοὺς Ἰουδαίους, ἔτσι θὰ συμπεριφερθοῦν καὶ πρὸς σὲ οἱ ἐχθροί σου· τὰ κακά, ποὺ ἐπροξένησες εἰς τὴν Ἰουδαίαν, θὰ ἐπιστρέψουν καὶ θὰ πέσουν εἰς τὴν κεφαλήν σου». |
16 διότι ὃν τρόπον ἔπιες ἐπὶ τὸ ὄρος τὸ ἅγιόν μου, πίονται πάντα τὰ ἔθνη οἶνον· πίονται καὶ καταβήσονται καὶ ἔσονται καθὼς οὐχ ὑπάρχοντες. - | 16 Διότι, όπως συ, ευφραινομένη δια την καταστροφήν των αδελφών σου, έπιες οίνον στο όρος το άγιόν μου, όπου ο ναός, έτσι και συ και όλα τα άλλα έθνη θα πίετε τον οίνον της οργής του Κυρίου. Θα πίουν και θα συντριβούν από την οργήν του Κυρίου. Θα αφανισθούν και θα γίνουν ως εάν ποτέ δεν υπήρξαν. | 16 «Διότι ὅπως καὶ σύ, ἡ Ἰδουμαία, ὠργίασες πίνουσα κρασὶ μὲ τοὺς ἐθνικοὺς μετὰ τὴν νίκην των εἰς τὸν Ναόν, ποὺ εὑρίσκεται εἰς τὸ ἅγιόν μου ὄρος, ἔτσι θὰ πιῇς καὶ σὺ καὶ ὅλα τὰ ἔθνη τὸν οἶνον τῆς ὀργῆς τοῦ Κυρίου· θὰ πιοῦν, θὰ συντριβοῦν καὶ θὰ κατεβοῦν εἰς τὸν Ἅδην καὶ θὰ ἐξαφανισθοῦν, ὡσὰν νὰ μὴ ὑπῆρξαν ποτέ! |
17 ᾿Εν δὲ τῷ ὄρει Σιὼν ἔσται ἡ σωτηρία, καὶ ἔσται ἅγιον· καὶ κατακληρονομήσουσιν ὁ οἶκος ᾿Ιακὼβ τοὺς κατακληρονομήσαντας αὐτούς. | 17 Εις το όρος όμως Σιών θα υπάρξη σωτηρία. Ο τόπος εκείνος θα είναι άγιος και αφιερωμένος εις εμέ. Οι απόγονοι του Ιακώβ θα καταλάβουν και θα κληρονομήσουν εκείνους, οι οποίοι τους είχαν προηγουμένως υποδουλώσει. | 17 Ὅμως εἰς τὸ ὄρος Σιὼν θὰ ὑπάρξῃ ἡ σωτηρία, καὶ τὸ ὄρος αὐτό, ὅπου εἶναι κτισμένος ὁ Ναός, θὰ εἶναι ἅγιον, ἀφιερωμένον εἰς τὸν Θεόν. Οἱ δὲ ἀπόγονοι τοῦ Ἰακὼβ θὰ λάβουν ὡς κληρονομίαν ἰδικήν των ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι τοὺς εἶχαν προηγουμένως καταλάβει καὶ ὑποτάξει. |
18 καὶ ἔσται ὁ οἶκος ᾿Ιακὼβ πῦρ, ὁ δὲ οἶκος ᾿Ιωσὴφ φλόξ, ὁ δὲ οἶκος ῾Ησαῦ εἰς καλάμην, καὶ ἐκκαυθήσονται εἰς αὐτοὺς καὶ καταφάγονται αὐτούς, καὶ οὐκ ἔσται πυροφόρος ἐν τῷ οἴκῳ ῾Ησαῦ, διότι Κύριος ἐλάλησε. | 18 Με ορμητική φωτιά θα ομοιάζουν οι Ιουδαίοι τότε. Καταστρεπτικήν δύναμιν φλογών θα έχουν οι απόγονοι του Ιωσήφ. Οι δε Ιδουμαίοι θα είναι σαν την καλαμιά. Οι Ιουδαίοι και οι Ισραηλίται θα τους καταφάγουν, θα τους εξολοθρεύσουν. Κανείς από τους απογόνους του Ησαύ δεν θα έχη φλόγα αντιστάσεως, διότι ο Κυριος ωμίλησε. | 18 Καὶ τότε, ὅταν πλέον ἀποκατασταθοῦν οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἰακὼβ καὶ ἀποκτήσουν δύναμιν, οἱ μὲν Ἰουδαῖοι (οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἰακώβ» θὰ γίνουν ὡς φωτιὰ ποὺ κατακαίει, οἱ δὲ Ἰσραηλῖται «οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἰωσήφ» ὡς φλόγα πυρός, οἱ δὲ Ἰδουμαῖοι «οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἡσαῦ» ὡς εὔφλεκτος καλαμιὰ σταχυοῦ. Καὶ τότε οἱ Ἰουδαῖοι καὶ οἱ Ἰσραηλῖται - ὅλος ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ «τὸ βασίλειον τοῦ Ἰούδα καὶ τοῦ Ἰσραήλ», ὅλον τὸ θεοκρατικὸν βασίλειον ἠνωμένον - θὰ κατακαύσουν καὶ θὰ ἀναλώσουν τοὺς Ἰδουμαίους, ὅπως ἡ φωτιὰ κατακαίει καὶ ἀναλώνει τὴν καλαμιά, ποὺ ἀδυνατεῖ νὰ ἀντισταθῇ εἰς τὶς φλόγες. Καὶ κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἡσαῦ δὲν θὰ διαθέτῃ δύναμιν φωτιᾶς, ὥστε νὰ ἠμπορέσῃ νὰ προβάλῃ ἀντίστασιν καὶ νὰ διασωθῇ», διότι ὁ Κύριος ὡμίλησε. |
19 καὶ κατακληρονομήσουσιν οἱ ἐν Ναγὲβ τὸ ὄρος τὸ ῾Ησαῦ καὶ οἱ ἐν τῇ Σεφηλὰ τοὺς ἀλλοφύλους καὶ κατακληρονομήσουσι τὸ ὄρος ᾿Εφραὶμ καὶ τὸ πεδίον Σαμαρείας καὶ Βενιαμὶν καὶ τὴν Γαλααδῖτιν. | 19 Τοτε οι Ιουδαίοι, που κατοικούν εις Ναγέβ, την μεσημβρινήν δηλαδή Ιουδαίαν, θα καταλάβουν και θα κληρονομήσουν ως ιδικήν των την ορεινήν περιοχήν της Ιδουμαίας, οι δε Ιουδαίοι, που κατοικούν εις την πεδιάδα Σεφηλά, θα καταλάβουν και θα κληρονομήσουν τους Φιλισταίους. Οι Ισραηλίται θα καταλάβουν και θα κληρονομήσουν την ορεινήν περιοχήν Εφραίμ, όπως επίσης την πεδιάδα της Σαμαρείας. Οι δε απόγονοι του Βενιαμίν θα καταλάβουν την περιοχήν Γαλαάδ. | 19 «Καὶ οἱ μὲν Ἰουδαῖοι, οἱ ὁποῖοι κατοικοῦν εἰς τὴν περιοχὴν Ναγέβ, δηλαδὴ εἰς τὴν μεσημβρινὴν Ἰουδαίαν, θὰ λάβουν ὡς κληρονομίαν ἰδικήν των τὴν ὀρεινὴν περιοχὴν τοῦ Ἡσαῦ «τὴν Ἰδουμαίαν»· οἱ δὲ Ἰουδαῖοι, ποὺ κατοικοῦν εἰς τὴν περιοχὴν Σεφηλά, δηλαδὴ εἰς τὴν πεδινὴν Ἰουδαίαν, θὰ κατακτήσουν καὶ θὰ λάβουν ὡς κληρονομίαν ἰδικήν των τὴν χώραν τῶν ἀλλοφύλων Φιλισταίων. Οἱ Ἰσραηλῖται θὰ κατακτήσουν καὶ θὰ λάβουν ὡς κληρονομίαν ἰδικήν των τὴν ὀρεινὴν περιοχὴν Ἐφραὶμ καὶ τὴν πεδιάδα τῆς Σαμαρείας· οἱ δὲ ἀπόγονοι τοῦ Βενιαμὶν τὴν περιοχὴν Γαλαάδ. |
20 καὶ τῆς μετοικεσίας ἡ ἀρχὴ αὕτη· τοῖς υἱοῖς ᾿Ισραὴλ γῆ τῶν Χαναναίων ἕως Σαρεπτῶν καὶ ἡ μετοικεσία ῾Ιερουσαλὴμ ἕως ᾿Εφραθά, καὶ κληρονομήσουσι τὰς πόλεις τοῦ Ναγέβ. | 20 Η αρχή του επαναπατρισμού των αιχμαλώτων Ισραηλιτών θα είναι αυτή· οι Ισραηλίται θα υποτάξουν και θα καταλάβουν την γην Χαναάν έως εις τα Σαρεπτα. Οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ, που επιστρέφουν από την αιχμαλωσίαν, θα φθάσουν μέχρι Εφραθά και θα κληρονομήσουν τας πόλεις της περιοχής Ναγέβ. | 20 Καὶ ὁ κλῆρος τῆς γῆς, ποὺ θὰ εἶναι ὑπὸ τὴν κατοχὴν καὶ ἐξουσίαν τῶν πρῴην αἰχμαλώτων Ἰουδαίων, οἱ ὁποῖοι ἐπιστρέφουν εἰς τὴν πατρίδα των, θὰ εἶναι αὐτός: Οἱ Ἰσραηλῖται θὰ καταλάβουν καὶ θὰ κρατήσουν ὡς κληρονομίαν ἰδικήν των τὴν γῆν τῶν Χαναναίων μέχρι τὰ Σαρεπτά· οἱ αἰχμάλωτοι κάτοικοι τῆς Ἱερουσαλήμ, ποὺ ἐπιστρέφουν ἐλεύθεροι εἰς τὴν πατρίδα των, θὰ ἐπεκταθοῦν μέχρι τὴν Ἐφραθά, καὶ θὰ κρατήσουν ὡς κληρονομίαν ἰδικήν των τὶς πόλεις τῆς περιοχῆς Ναγέβ. |
21 καὶ ἀναβήσονται ἀνασῳζόμενοι ἐξ ὄρους Σιὼν τοῦ ἐκδικῆσαι τὸ ὄρος ῾Ησαῦ, καὶ ἔσται τῷ Κυρίῳ ἡ βασιλεία. | 21 Λυτρωμένοι και σωσμένοι από την αιχμαλωσίαν οι άνδρες του ιουδαϊκού λαού, θα εξορμήσουν από το όρος Σιών, δια να τιμωρήσουν την ορεινήν περιοχήν της Ιδουμαίας. Η δε βασιλεία αυτή, θα είναι βασιλεία του Κυρίου. | 21 Καὶ τότε ἐλεύθεροι ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσίαν, νικηφόροι καὶ θριαμβευταὶ οἱ ἄνδρες τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ θὰ ἐξορμήσουν ἀπὸ τὸ ὄρος Σιὼν διὰ νὰ τιμωρήσουν καὶ κυριεύσουν τὴν ὀρεινὴν χώραν τοῦ Ἡσαῦ «τὴν Ἰδουμαίαν»· καὶ ἡ αἰώνιος βασιλεία θὰ ἀνήκῃ εἰς τὸν Κύριον, ὁ ὁποῖος διαμέσου τῶν αἰώνων κατευθύνει, ἐξουσιάζει καὶ κυβερνᾷ τὰ πάντα!» |