Ο Άγιος Γεώργιος γεννήθηκε στη Χίο. Ο πατέρας του ονομαζόταν Παρασκευάς, η δε μητέρα του Αγγερού.
Σε ηλικία 18 μηνών, ορφανός από μητέρα, παραδόθηκε από τον πατέρα του να τον αναθρέψει η μητριά του. Σε παιδική ηλικία οι γονείς, παρέδωσαν τον Γεώργιο σε κάποιο λεπτουργό, Βισσετζή ονομαζόμενο, για να του μάθει την τέχνη του. Όταν κάποτε με το αφεντικό του ήλθε στα Ψαρά, για να φιλοτεχνήσουν το τέμπλο του ναού του Αγίου Νικολάου, ο Γεώργιος έφυγε με ορισμένους νέους στην Καβάλα. Εκεί συνελήφθη να κλέβει από έναν κήπο και παραδόθηκε στον κριτή. Για ν' αποφύγει την τιμωρία δέχτηκε τον Ισλαμισμό, περιτμήθηκε και ονομάστηκε Αχμέτ.
Σε ηλικία 10 χρονών, επέστρεψε στη Χίο κλαίγοντας και ομολογώντας τον Χριστό. Ο πατέρας του για να τον προφυλάξει τον μετέφερε σ' ένα κτήμα του στις Κυδωνιές.
Αργότερα, 22 χρονών, αρραβωνιάστηκε και ο αδελφός της μνηστής του, επειδή είχε μαζί του χρηματικές διαφορές, τον πρόδωσε στον Τούρκο διοικητή, ότι ενώ έγινε Μουσουλμάνος επανήλθε στον Χριστιανισμό. Βασανίστηκε σκληρά και αφού μέσα στη φυλακή κοινώνησε των αχράντων μυστηρίων, το πρωί της 26ης Νοεμβρίου 1807 μ.Χ. του έκοψαν - με μαρτυρικό τρόπο - το κεφάλι λίγο-λίγο. Έτσι έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου, από τον αθλοθέτη Χριστό.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ΄.
Ὁ Μάρτυς Γεώργιε ξίφει τὴν κάραν τμηθείς, θεόθεν δεδόξασται, ἐν οὐρανῷ καὶ ἐν γῇ, τῆς τοῦ Χίου τὸ σέμνωμα, ἄνω γὰρ ἀφθαρσίας στέφει θείῳ ἐστέφθη, κάτω δὲ θείοις ὕμνοις, παρ’ ἀνθρώπων ὑμνεῖται αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος β΄. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ὡς φίλον σε Χριστοῦ, καὶ Μάρτυρα δοξάζομεν, αἰτούμενοι θερμῶς, τὴν θείαν σου ἀντίληψιν, Ἀθλητὰ Γεώργιε, ἥν παράσχοις ἡμῖν τοῖς οἰκέταις σου, τοῖς καταφεύγουσι πρὸς σέ, ῥυόμενος δεινῶς τῶν συνεχόντων ἡμᾶς.
Μεγαλυνάριον
Ἔνδοξος ἐν Μάρτυσιν ὁ κλεινὸς Γεώργιος ὤφθη, τοῖς ἀρχαίοις, σὺ δ’ ἐν τοῖς νῦν, Γεώργιε νέε, ὁμώνυμε ἐκείνῳ, καὶ σύσκηνε δι’ ὅ σε τιμῶμεν ἅπαντες.
Έτερον Μεγαλυνάριον
Τοὺς μετ’ εὐλαβείας τὰ ἱερά, λείψανά σου Μάρτυς, προσκυνοῦντας σαῖς πρὸς Θεόν, ἱεραῖς πρεσβείαις φρουρῶν μὴ διαλείπῃς, Νεομαρτύρων κλέος θεῖε Γεώργιε.
Ὁ Οἶκος
Δεῦτε ἀγαλλιασώμεθα τῷ Κυρίῳ, ἐν τῇ μνήμῃ σήμερον τοῦ Νεομάρτυρος καὶ γενναιόφρονος Γεωργίου τοῦ Χιοπολίτου, καὶ τῷ νικοποιῷ Χριστῷ ὕμνον ἐπινίκιον ᾄσωμεν, τῷ ἐνισχύσαντι αὐτὸν ἀθλῆσαι, καὶ νικητὴν τῶν ὁρατῶν καὶ ἀοράτων ἐχθρῶν ἀναδείξαντι, καὶ ὡς φίλον ἑαυτοῦ καὶ Μάρτυρα δοξάσαντι, καὶ τῇ αὐτοῦ μαρτυρικῆ μεσιτείᾳ ῥυομένῳ δεινῶν τῶν συνεχόντων ἡμᾶς.
Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἡ εὔσημος μνήμη σου Μάρτυς Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, Γεώργιε ἔνδοξε, εἰς εὐφημίαν τῶν σῶν, ἀγώνων συνήγαγεν, ἅπαν πιστῶν τὸ πλῆθος, οὕς φρουρῶν μὴ ἐλλείπης, ῥῦου παντὸς κινδύνου, καὶ παντοίας ἀνάγκης, ταῖς σαῖς πρὸς τὸν Θεὸν ἱεραῖς παρακλήσεσιν.