(από το Δημήτηρ, εκ του γη + μήτηρ) = αυτός που ανήκει στην θεά Δήμητρα, ο καλλιεργητής, παραγωγός και δημιουργός υλικών αγαθών
Ὁ Δημήτριος, χειρὶ τμηθεὶς δημίου,Δήμοις ἀθλητῶν συγχορεύει Κυρίου.
Ο Άγιος Δημήτριος καταγόταν από το χωριό Δαβούδιο, που ήταν κοντά στην πόλη Αμαπασός. Συνελήφθη στα χρόνια του βασιλιά Μαξιμιανού και του άρχοντα Πουπλίου το 298 μ.Χ. Αφού υπέστη πολλά βασανιστήρια για τον Χριστό, στο τέλος τον αποκεφάλισαν.