(πιθανώς από το σέλας + λευκός) = ο φωτεινός, ο ένδοξος.
(μακρύς + βίος) = αυτός που ζει πολλά χρόνια.
Εις τον Γορδιανόν και ΣέλευκονTον Γορδιανόν και Σέλευκον θηρίοις,Oι θηριώδεις εκδιδούσιν αγρίοις.Εις τον MακρόβιονO Mακρόβιος τον μακρόν ποθών βίον,Θηρών οδούσι τον βραχύν λείπει βίον.
Οι Άγιοι Γορδιανός και Σέλευκος πήραν το στεφάνι της μαρτυρικής δόξας τον 4ο αιώνα μ.Χ. επί βασιλείας Λικινίου.Οι Άγιοι Γορδιανός, Σέλευκος και Μακρόβιος, μαρτύρησαν στη Γαλατία. Αφού ομολόγησαν το Χριστό, οι άπιστοι τους έριξαν τροφή στα άγρια θηρία.