«Ὃς ἐὰν θέλῃ ἐν ὑμῖν μέγας γενέσθαι, ἔσται ὑμῶν διάκονος» (Κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιο, κ΄ 26). Όποιος, δηλαδή, θέλει να γίνει μέγας μεταξύ σας, είπε ο Κύριος, ας είναι υπηρέτης σας και ας μαθαίνει να γίνεται εξυπηρετικός στους άλλους. Σ’ αυτήν την κατηγορία ανθρώπων ανήκαν και οι απόστολοι (από τους 70 μαθητές του Κυρίου) Πρόχορος, Νικάνωρ, Τίμων και Παρμένος. Αυτοί ήταν μεταξύ των επτά εκλεγμένων διακόνων της πρώτης χριστιανικής Εκκλησίας των Ιεροσολύμων (Πράξ. στ' 5). Το έργο τους ήταν να υπηρετούν και να επιστατούν στη διατροφή των απόρων μελών της Εκκλησίας, ιδιαίτερα των ορφανών και των χηρών. Αλλά υπηρετούσαν και στη διάδοση του θείου λόγου.
Έτσι αργότερα, ο μεν Πρόχορος ακολούθησε τον ευαγγελιστή Ιωάννη στη Μικρά Ασία, όπου έγινε επίσκοπος Νικομήδειας και αναδείχθηκε τέλειος διάκονος του επισκοπικού καθήκοντος, ο δε Τίμων υπέστη μαρτυρικό θάνατο στη Βόστρα της Αραβίας, όπου είχε σταλεί να υπηρετήσει το Ευαγγέλιο. Οι άλλοι δύο, ο Νικάνωρ και ο Παρμενάς, πέθαναν στην Ιερουσαλήμ, εκτελώντας το διακονικό τους έργο. Κηδεύθηκαν από τους ίδιους τους Αποστόλους, κάτω από το πένθος όλης της Εκκλησίας, την οποία υπηρέτησαν με τόσο ζήλο και επιτυχία. Έτσι, ο καθένας χωριστά, αναδείχθηκε «πιστὸς διάκονος ἐν Κυρίῳ» (Επιστολή προς Έφεσίους, στ' 21). Δηλαδή πιστός διάκονος στο έργο του Κυρίου.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς θεῖοι συνέκδημοι, τῶν Ἀποστόλων Χριστοῦ, θεόθεν ἐκρίθητε διακονεῖν εὐσεβῶς, τῷ θείῳ πληρώματι, Πρόχορε θεηγόρε, σὺν Νικάνορι ἅμα, Τίμων ὁ θεοκήρυξ. Παρμενᾶς τε ὁ θεῖος, πρεσβεύοντες τῷ Κυρίῳ, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’.
Ἀπόστολοι Ἅγιοι, πρεσβεύσατε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ , ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Διάκονοι σεπτοί, καὶ αὐτόπται τοῦ Λόγου, καὶ σκεύη ἐκλογῆς, ἀνεδείχθητε πίστει, Νικάνορ καὶ Πρόχορε, Παρμενᾶ, Τίμων ἔνδοξε· ὅθεν σήμερον, τὴν ἱερὰν ὑμῶν μνήμην, ἑορτάζομεν, ἐν εὐφροσύνῃ καρδίας, ὑμᾶς μακαρίζοντες.