(από την λέξη ευφρόσυνος = ο ευχάριστος) = η ευχάριστη.
Ο Όσιος Ευφρόσυνος, κατά κόσμον Ελεάζαρ, γεννήθηκε περί το 1386 μ.Χ. στο χωριό Βιντελεμπιέ, κοντά στο Πσκωφ. Από το ίδιο χωριό καταγόταν ο Όσιος Νίκανδρος του Πσκωφ (τιμάται 24 Σεπτεμβρίου).Οι γονείς του Ελεάζαρ ήθελαν να νυμφεύσουν τον υιό τους, αλλά αυτός εγκατέλειψε την πατρική οικία και κατέφυγε στη μονή του Σνετνογκόρσκιυ, όπου έγινε μοναχός.Περί το 1425 μ.Χ., επιθυμώντας ο Όσιος να ζήσει σε απομόνωση, για να αφοσιωθεί στην αδιάλειπτη προσευχή, με την ευλογία του ηγουμένου της μονής εγκαθίσταται σε ένα απομονωμένο κελλί στον ποταμό Τόλβα, όχι μακριά από το Πσκωφ. Εδώ είδε σε όραμα τους τρεις Οικουμενικούς Διδασκάλους της Εκκλησίας, τον Μέγα Βασίλειο, τον Γρηγόριο τον Θεολόγο και τον ιερό Χρυσόστομο, οι οποίοι του υπέδειξαν τον τόπο όπου θα οικοδομούσε μία εκκλησία αφιερωμένη σε αυτούς. Αμέσως μετά, τον πλησίασε ένας ευσεβής μοναχός με το όνομα Σεραφείμ και γύρω από τον Όσιο Ευφρόσυνο άρχισαν να συναθροίζονται και άλλοι ασκητές που επιθυμούσαν να ζήσουν μαζί του τον αναχωρητικό βίο.Το 1477 μ.Χ. ο Όσιος Ευφρόσυνος κατασκεύασε στην τοποθεσία που του είχε υποδειχθεί, μια εκκλησία αφιερωμένη στους τρεις Ιεράρχες και τον Όσιο Ονούφριο και κελλιά για την αδελφότητα και άρχισε να δέχεται όσους είχαν ανάγκη πνευματική καθοδήγηση. Σε όσους μοναχούς τον επισκέπτονταν ο Όσιος έλεγε να ζήσουν σύμφωνα με τον μοναχικό κανόνα που ο ίδιος είχε φτιάξει. Αυτός ο κανόνας στην πραγματικότητα ήταν μια διδασκαλία για την αληθινή ευαγγελική ζωή που πρέπει να ζει ένας μοναχός.Από ταπείνωση και διάθεση να αφιερωθεί στην προσευχή, ο Όσιος δεν ανέλαβε ποτέ τα καθήκοντα του ηγουμένου, αλλά συνέχισε να ζει ως ερημίτης λίγο μακριά, στις όχθες της λίμνης του Πσκωφ.Ο Όσιος Ευφρόσυνος κοιμήθηκε σε ηλικία ενενήντα πέντε ετών, το 1481 μ.Χ. Στον τάφο του τοποθετήθηκε η εικόνα του, εικονογραφημένη από τον μαθητή του Ιγνάτιο, όταν ακόμα ο Όσιος Ευφρόσυνος ήταν στη ζωή και η διαθήκη που ο ίδιος άφησε στην αδελφότητα και έγραψε με τα ίδια του τα χέρια σε περγαμηνή και επικύρωσε με μολυβένια σφραγίδα ο Επίσκοπος του Νόβγκοροντ, Θεόφιλος.