Ο Όσιος Σεραφείμ (το κοσμικό του όνομα ήταν Σωτήρης) γεννήθηκε στο χωριό Ζέλι της Βοιωτίας, από ευσεβείς και ενάρετους γονείς, οι οποίοι τον γαλούχησαν με τα νάματα του Ευαγγελίου γι' αυτό και από μικρός ο όσιος, είχε μια κλίση στη μελέτη των Αγίων Γραφών και την ασκητική ζωή. Σε νεαρή ηλικία και παρά την πρόσκαιρη άρνηση των γονέων του, μετέβη στο Μονύδριο του Προφήτη Ηλία, στο όρος Κάρκαρα, όπου έκτισε ναό στο όνομα του Σωτήρος Χριστού και ασκήτευε εκεί.
Γρήγορα η φήμη του έγινε γνωστή και άρχισε να έχει συχνές επισκέψεις από τους γονείς του, φίλους του αλλά και ευσεβείς πιστούς, οι οποίοι κατέφευγαν στον όσιο για να τους συμβουλεύσει και να τους βοηθήσει. Για το λόγο αυτό εγκατέλειψε το αγαπημένο του σπήλαιο και πήγε στο μοναστήρι των Αγίων Αναργύρων.
Γρήγορα έφυγε και από αυτή τη Μονή και πήγε στο Μοναστήρι της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα, στο Σαγμάτιο όρος, μεταξύ Βοιωτίας και Εύβοιας. Εκεί γρήγορα έλαμψε ως πνευματικός αστέρας πρώτου μεγέθους και ο ηγούμενος τον έκαρε μοναχό δίδοντάς του το όνομα Σεραφείμ. Αργότερα χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος.
Λίγο αργότερα και για να αποφύγει τη ματαιοδοξία λόγω της φήμης των αρετών του, ζήτησε την άδεια του ηγούμενου και εγκατέλειψε τη Μονή της μετανοίας του και έφθασε στα δυτικά του Ελικώνα, στην τοποθεσία Δομπού, όπου έκτισε ναό του Σωτήρος, μερικά κελιά και κάλεσε κοντά του μερικούς μοναχούς. Εκεί ασκήτευσε επί δέκα έτη, διδάσκοντας τους άλλους μοναχούς τα σωτήρια διδάγματα της μοναχικής ζωής.
Εκοιμήθη οσιακά σε ηλικία 75 ετών, στις 6 Μαΐου του 1602 μ.Χ. ήμερα της Μεσοπεντηκοστής στις 6 το απόγευμα, αφού προείδε την κοίμηση του και κοινώνησε των αχράντων Μυστηρίων.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον βλάστημα, τῆς Βοιωτίας, ἔμπνουν ὄργανον, τῆς ἐγκράτειας, ἀνεδείχθης Σεραφεὶμ ἀξιάγαστε, σὺ γὰρ Ὅσιων βαδίσας τοὶς ἴχνεσιν, ἀρτιφανῶς ἐν τῷ κόσμῳ ἐξέλαμψας, Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.
Έτερον Ἀπολυτίκιον
Εκ, γης ανατείλασα, ως της Ελλάδος βλαστός, η πάντιμος κάρα σου, Πατήρ ημών Σεραφείμ, εκβλύζει ιάματα και εκπλήττει ημάς τους πόθο τιμώντας σε. Όθεν οι τη σορώ σου ευλαβώς προσιόντες, λαμβάνουσι θεραπεία και ιάσεις τελείας. Διό σε τιμώμεν πατήρ ημών Όσιε.