ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙϚ´ 22 - 33
22 22 Καὶ σεῖς λοιπὸν τώρα μέν, ποὺ ἀποχωριζόμεθα, ἔχετε λύπην· θὰ σᾶς ἴδω ὅμως πάλιν, ὅχι μόνον ὅταν μετὰ τὴν ἀνάστασίν μου θὰ ἐμφανισθῶ εἰς σᾶς, ἀλλὰ κυρίως ὅταν διὰ τῆς νέας ζωῆς καὶ κοινωνίας μετ’ ἐμοῦ θὰ μὲ αἰσθάνεσθε ἐνωμένον μὲ σᾶς. Καὶ τότε θὰ χαρῇ ἡ καρδία σας καὶ τὴν χαράν σας πλέον δὲν θὰ ἡμπορῇ κανεὶς νὰ σᾶς τὴν πάρῃ, ἀλλὰ θὰ εἶναι παντοτεινὴ καὶ διαρκῇς.
23 23 Καὶ κατ’ ἐκείνην τὴν ἡμέραν, κατὰ τὴν ὁποίαν θὰ λάβετε τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ θὰ μὲ αἰσθανθῆτε νὰ ζῶ μέσα σας, δὲν θὰ ἔχετε πλέον ἀνάγκην νὰ μοῦ θέτετε ἐρωτήσεις διὰ κανὲν ἀπὸ αὐτά, τὰ ὁποῖα τώρα σᾶς φαίνονται ἀκατανόητα. Ἀληθῶς, ἀληθῶς σᾶς λέγω, ὅτι ὀσαδήποτε ζητήσετε διὰ προσευχῆς ἀπὸ τὸν Πατέρα ἐπικαλούμενοι τὸ ὄνομά μου, θὰ σᾶς τὰ δώσῃ. Αὐτὸς λοιπὸν θὰ σᾶς φωτίζῃ καὶ τότε εἰς πᾶσαν ἀπορίαν σας.
24 24 Ἕως τώρα, ποὺ δὲν εἶχεν ἀκόμη προσφερθῇ ἡ θυσία μου, δὲν ἐζητήσατε τίποτε μὲ ἐπίκλησιν τοῦ ὀνόματός μου ὡς μεσίτου καὶ ἀρχιερέως σας πρὸς τὸν Πατέρα μου. Ἀπὸ τώρα ὅμως καὶ εἰς τὸ ἑξῆς νὰ ζητᾶτε συνεχῶς καὶ θὰ λάβετε ὅ,τι ζητάτε, διὰ νὰ εἶναι τελεία ἡ χαρά, τὴν ὁποίαν θὰ δοκιμάζετε ἐκ τοῦ ὅτι θὰ εἰσακούεται ἡ προσευχή σας.
25 25 Ταῦτα εἰκονικῶς καὶ συνεσκιασμένως καὶ μὲ κάποιαν ἀσάφειαν σᾶς ἐλάλησα, ἐπειδὴ ὁ νοῦς σας δὲν εἶναι ἀκόμη φωτισμένος, καὶ δι’ αὐτό, ὅπως καὶ ἂν σᾶς τὰ εἴπω, δὲν θὰ τὰ καταλάβετε. Ἔρχεται ὅμως καιρός, κατὰ τὸν ὁποῖον δὲν θὰ σᾶς ὀμιλήσω πλέον μὲ ἀσάφειαν καὶ συνεσκιασμένως, ἄλλα διὰ μέσου τοῦ φωτισμοῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος θὰ σᾶς πληροφορήσω σαφῶς καὶ καθαρὰ περὶ τοῦ Θεοῦ, τὸν ὁποῖον θὰ γνωρίσετε ὡς Πατέρα ὄχι μόνον ἰδικόν μου, ἀλλὰ καὶ ἰδικόν σας.
26 26 Κατ’ ἐκεῖνον τὸν καιρὸν θὰ ζητήσετε διὰ προσευχῆς ἐπικαλούμενοι τὸ ὄνομά μου καὶ ἐνωμένοι διὰ τῆς πίστεως μὲ ἐμέ. Καὶ λόγῳ τῆς ἀμέσου τότε σχέσεως, τὴν ὁποίαν θὰ ἔχετε μὲ τὸν Πατέρα μου, δὲν σᾶς λέγω πλέον, ὅτι ἐγὼ θὰ παρακαλέσω τὸν Πατέρα διὰ σᾶς.
27 27 Διότι μόνος του καὶ ἀφ’ ἑαυτοῦ ὁ Πατὴρ σᾶς ἀγαπᾷ. Καὶ σᾶς ἀγαπᾷ, διότι καὶ σεῖς ἔχετε ἀγαπήσει ἐμὲ καὶ ἔχετε πιστεύσει, ὅτι ἐγὼ ἐγεννήθην ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ ἀπὸ αὐτὸν ἀπεστάλην εἰς τὸν κόσμον.
28 28 Ἤμην εἰς τοὺς κόλπους τοῦ Πατρὸς ὡς γνήσιος υἱός του καὶ ἐβγῆκα ἀπὸ τὸν Πατέρα διὰ τῆς ἐνανθρωπήσεώς μου. Καὶ ἦλθα εἰς τὸν κόσμον. Πάλιν τώρα διὰ τοῦ θανάτου μου ἀφίνω τὸν κόσμον καὶ διὰ τῆς ἀναλήψεώς μου πηγαίνω πρὸς τὸν Πατέρα καὶ λαμβάνω καὶ ὡς ἄνθρωπος τὴν δόξαν, τὴν ὁποίαν καὶ ὡς Θεὸς ἔχω ἀϊδίως.
29 29 Λέγουν εἰς αὐτὸν οἱ μαθηταί του· Νά, τώρα ὁμιλῆς καθαρὰ καὶ δὲν λέγεις τίποτε συνεσκιασμένον καὶ ἀσαφές.
30 30 Τώρα πού, χωρὶς νὰ σοῦ εἴπῃ κανεὶς τίποτε, ἐγνώρισες τὰς ἀπορίας μας καὶ τοὺς μυστικοὺς διαλογισμούς μας, πληροφορούμεθα καὶ ἡμεῖς, ὅτι τὰ ἡξεύρεις ὅλα καὶ αὐτὰς ἀκόμη τὰς ἀποκρύφους σκέψεις τῶν ἀνθρώπων· καὶ δὲν ἔχεις ἀνάγκην νὰ σὲ ἐρωτᾷ κανείς, ἀλλὰ τὸν προλαμβάνεις καὶ δίδεις ἀπόκρισιν εἰς τὰς ἀπορίας του. Λάγω τῆς ὑπερφυσικῆς αὐτῆς γνώσεώς σου πιστεύομεν, ὅτι κατάγεσαι ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ ἀπὸ αὐτὸν ἀπεστάλης εἰς τὸν κόσμον.
31 31 Ἀπεκρίθη εἰς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς· Τώρα πιστεύετε. Δὲν εἶναι ὅμως ἀκόμη σταθερὰ καὶ ἀδιάσειστος ἡ πίστις σας.
32 32 Ἰδοὺ ἔρχεται ὥρα, καὶ ἔφθασε τώρα ἡ ὥρα αὐτή, διὰ νὰ σκορπισθῆτε καὶ ἐπιστρέψετε ὁ καθένας σας εἰς τὰ σπίτια σας καὶ νὰ μὲ ἀφήσετε μοναχόν. Καὶ ὅμως οὔτε τώρα, οὔτε τότε θὰ εἶμαι μοναχός, διότι ὁ Πατὴρ εἶναι μαζί μου.
33 33 Σᾶς εἶπα αὐτά, διὰ νὰ ἔχετε εἰρήνην διὰ τῆς κοινωνίας καὶ ἑνώσεως σας μὲ ἐμέ. Ἐφ’ ὅσον εἶσθε ἐν μέσῳ τοῦ κόσμου, θὰ ἔχετε θλῖψιν. Ἀλλ’ ἔχετε θάρρος· ἐγὼ ἔχω νικήσει τὸν κόσμον καὶ μὲ τὴν νίκην μου αὐτὴν ἐξησφάλισα καὶ εἰς σᾶς τὸν θρίαμβον καὶ τὴν δόξαν.