ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ζ´ 31 - 37
31 Καὶ πάλιν ἀφοῦ ἐβγῆκεν ἀπὸ τὰ σύνορα τῆς Τύρου Σιδῶνος, ἦλθε πρὸς τὴν νοτιοανατολικὴν ἀκρογιαλιὰν τῆς θαλάσσης τῆς Γαλιλαίας διὰ μέσου τῶν συνόρων τῆς Δεκαπόλεως.
32 Καὶ φέρουν εἰς αὐτὸν κάποιον κωφόν, ποὺ δὲν ἠδυνατο νὰ ὁμιλήσῃ, καὶ τὸν παρακαλοῦν νὰ βάλῃ ἐπ’ αὐτοῦ τὴν χεῖρα του.
33 Καὶ ἀφοῦ τὸν ἐπῆρεν ἀπὸ τὸ πλῆθος ἰδιαιτέρως, διὰ νὰ δώσῃ εἰς τὸν κωφάλαλον νὰ καταλάβῃ, τὶ ἐπρόκειτο νὰ τοῦ κάμῃ, ὥστε νὰ διεγερθῇ ἡ πίστις του, ἡ ὁποία θὰ διηυκόλυνε τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας του, ἔβαλεν ὁ Ἰησοῦς τὰ δάκτυλά του εἰς τὰ αὐτιὰ τοῦ ἀρρώστου καὶ ἀφοῦ ἔπτυσε, μὲ τὸ ἄκρον τοῦ δακτύλου του ἀλειμμένον μὲ τὸν σίελον του ἤγγισε τὴν γλῶσσαν τοῦ ἀρώστου.
34 Καὶ ἀφοῦ ἐσήκωσε τὰ μάτια του εἰς τὸν οὐρανόν, ἐστέναξεν ἐκ συμπαθείας πρὸς τὰ βάσανα τῶν ἀνθρώπων, καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ἐφφαθά, τὸ ὁποῖον μεταφραζόμενον σημαίνει διανοίχθητι.
35 Καὶ ἀμέσως ἤνοιξαν τὰ αὐτιά του καὶ ἐλύθη τὸ δέσιμον τῆς γλώσσης του καὶ ὡμίλει καθαρὰ καὶ ἐλεύθερα.
36 Καὶ τοὺς παρήγγειλε νὰ μὴ εἶπουν τίποτε εἰς κανένα διὰ τὸ θαῦμα τοῦτο. Ὅσον ὅμως αὐτὸς ἔδιδε τέτοιες παραγγελίες, τόσον περισσότερον διεκήρυττον ἐκεῖνοι τὰ θαυμαστὰ ἔργα του.
37 Καὶ ἐθαύμαζεν ὁ κόσμος πάρα πολὺ καὶ ἔλεγαν· Σωστὰ καὶ λαμπρὰ τὰ ἔκαμεν ὅλα. Καὶ εἰς τοὺς κωφοὺς δίνει τὴν ἀκοὴν καὶ τοὺς κάνει νὰ ἀκούουν καὶ εἰς τοὺς ἀλάλους δίνει τὴν δύναμιν νὰ ὁμιλοῦν.