(εβραΐκή λέξη) = εκδήλωση της θείας δυνάμεως, ο πολύ επιδέξιος.
Eις τον Aυδάν.Άμφω προ των σων Aυδά Mάρτυς ομμάτων,Tομεύς κεφαλής και βραβεύς θείου στέφους.Eις τον Aυδιησούν.Eκδούς εαυτόν Aυδιησούς τω ξίφει,Oράν Iησούν ηξιώθη τον μέγαν.Eις τους δεκαέξ Iερείς.Tους Iερείς σου Σώτερ έκτεινε ξίφος,Tην ιεράν σου μη προδόντας αξίαν.Eις τους εννέα Διακόνους.Tους τρισσάκις τρεις Λευΐτας τετμημένους,Στέφει Θεός δις ως αθλητολευΐτας.Eις τους έξ Mοναχούς και επτά Παρθένους.Eι Παρθένων έδωκεν επτάδα ξίφει,Πώς ου παρέξει και Mοναχών εξάδα;
Όλοι αυτοί οι Άγιοι Μάρτυρες κατάγονταν από την Περσία και άθλησαν κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Μεγάλου (306-337 μ.Χ.) και του Πέρσου Βασιλέως Σαπώρ Β' (309-379 μ.Χ.).Ο Αυδιησούς επισκόπευσε στην πόλη Βηθχασχάρ και καταγγέλληθηκε από τον ίδιο τον ανεψιό του, ότι αυτός και ο Επίσκοπος της πόλεως Χασχάρ Αυδάς, καθώς και άλλοι 38 χριστιανοί (δεκαέξι πρεσβύτεροι, εννέα διάκονοι, έξι μοναχοί και επτά παρθένες), διέβαλαν το Περσικό θρήσκευμα, προκειμένου να προσηλυτίζουν προς τον Ιησού Χριστό. Ανακρινόμενοι αυτοί δεν αρνήθηκαν ότι διδάσκουν τον λόγο του Θεού και το θεωρούσαν μάλιστα καθήκον τους να αποσπούν ανθρώπους από τα δίχτυα της πλάνης με τον θεμιτό τρόπο της διδασκαλίας. Τότε ο Αρσήθ, ο αδελφός του βασιλιά, διέταξε και τους έδεσαν με σχοινιά σφιχτά, τόσο, ώστε να σπάζουν τα κόκκαλά τους. Αυτό συνεχίστηκε για επτά ήμερες. Τότε ο Αρσήθ νόμισε ότι το θάρρος τους θα είχε πέσει και τους προσκάλεσε να φάγουν ειδωλόθυτα. Εκείνοι αρνήθηκαν και ενισχύθηκαν μάλιστα περισσότερο, όταν στη συντροφιά τους προστέθηκε και ο γενναίος αθλητής του Χρίστου Αυδάς, που είχε συλληφθεί εκείνη τη στιγμή. Τότε διατάχθηκε ο αποκεφαλισμός τους και έτσι όλοι έλαβαν το αμάραντο στεφάνι της αιώνιας δόξας το 375 μ.Χ.