(Από το γηγενής) = ο γηγενής, ο ιθαγενής.
Βυζαντινός συγγραφέας.
Πριν γης απελθείν αρετών καρπούς φύσας,Tο στείρον εκπέφευγεν ο Στειρωνίτης.
Ο Όσιος Ιγνάτιος ο Στειρωνίτης απεβίωσε ειρηνικά.