ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Κ´ 9 - 18
9 Ἤρχισε δὲ νὰ λέγῃ πρὸς τὸν λαὸν τὴν ἀκόλουθον παραβολήν· Ἕνας ἄνθρωπος ἐφύτευσεν ἄμπελον· Ὁ Θεὸς δηλαδὴ παρεσκεύασε καὶ ἐπεμελήθη ὡς λαὸν ἰδικόν του τὸν Ἰουδαϊκον λαόν. Καὶ ἐνοικίασε τὴν ἄμπελόν του αὐτὴν εἰς γεωργοὺς καὶ ἀνεχώρησεν εἰς ξένην χώραν δι’ ἀρκετὰ χρόνια. Ἐνεπιστεύθη δηλαδὴ ὁ Θεὸς τὸν λαόν του εἰς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς ἄρχοντας διὰ νὰ τὸν καλλιεργήσουν πρὸς παραγωγὴν ἔργων πίστεως καὶ ἀρετῆς.
10 Καὶ εἰς τὸν κατάλληλον χρόνον, δηλαδὴ εἰς τὸν καιρὸν τῆς ἐσοδείας, ἀπέστειλε πρὸς τοὺς γεωργοὺς δοῦλον, διὰ νὰ τοῦ δώσουν μέρος ἀπὸ τὸν καρπὸν τῆς ἀμπέλου. Οἱ γεωργοὶ ὅμως ἀφοῦ ἔδειραν αὐτόν, τὸν ἐδίωξαν μὲ ἀδειανὰ χέρια. Ἔστειλε δηλαδὴ ὁ Θεὸς τὴν πρώτην σειρὰν τῶν προφητῶν διὰ νὰ διαπιστώσουν τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς, ποὺ ὤφειλεν ὡς ἄλλη καλλιεργημένη ἄμπελος νὰ καρποφορήσῃ ὁ τόσον εὐνοηθεῖς ἀπὸ τὸν Θεὸν λαός. Ἀλλ’ ἡ πρώτη αὐτὴ σειρὰ τῶν προφητῶν ἐστάλη ματαίως καὶ χωρὶς κανὲν ἀγαθὸν ἀποτέλεσμα.
11 Καὶ προσθέτως ἀπεφάσισεν ὁ οἰκοδεσπότης νὰ ἀποστείλῃ εἰς αὐτοὺς ἄλλον δοῦλον· αὐτοὶ δέ, ἀφοῦ ἔδειραν καὶ ἠτίμασαν καὶ ἐκεῖνον, τὸν ἐδίωξαν μὲ ἀδειανὰ χέρια. Μὲ ἄλλας λέξεις καὶ δευτέρα σειρὰ προφητῶν ἀπεστάλη, ἀλλὰ ἀντὶ ἐκ τῆς διδασκαλίας τούτων νὰ συνέλθουν οἱ ἄρχοντες τοῦ Ἰσραὴλ καὶ νὰ στηριχθοῦν εἰς τὴν ὑπακοὴν πρὸς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τὴν ἐργασίαν τῆς ἀρετῆς, ἐκακομεταχειρίσθησαν καὶ αὐτὴν τὴν σειρὰν περισσότερον ἀπὸ τὴν πρώτην.
12 Καὶ ἐπρόσθεσε καὶ τρίτην ἀποστολήν· ἔστειλε λοιπὸν πάλιν τρίτον δοῦλον. Αὐτοὶ ὅμως, ἀφοῦ ἐτραυμάτισαν καὶ αὐτόν, τὸν ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὴν ἄμπελον. Ἡ τρίτη δηλαδὴ σειρὰ τῶν προφητῶν ἔτυχε πολὺ μεγαλυτέρας κακομεταχειρίσεως.
13 Εἶπε δὲ ὁ Κύριος τῆς ἀμπέλου· Τί νὰ κάμω; Ἂν στείλω καὶ ἄλλον δοῦλον, δὲν ὑπάρχει ἐλπὶς νὰ μεταχειρισθοῦν καὶ τοῦτον καλύτερον. Θὰ στείλω τὸν υἱόν μου τὸν ἀγαπητόν. Ἴσως ὅταν ἴδουν αὐτόν, θὰ ἐντραποῦν. Καὶ ἔστειλε τὸν ἐνανθρωπήσαντα υἱόν του, τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν.
14 Ὅταν ὅμως οἱ γεωργοὶ εἶδον αὐτόν, ἐσκέπτοντο μεταξύ των καὶ ἔλεγαν· Αὐτὸς εἶναι ὁ κληρονόμος τῆς ἀμπέλου. Ἐλᾶτε νὰ τὸν φονεύσωμεν, διὰ νὰ γίνῃ ἡ ἄμπελος κληρονομία ἰδική μας, καὶ ἀνενόχλητοι πλέον νὰ ἐξουσιάζωμεν τὴν συναγωγὴν καὶ νὰ ἐκμεταλλευώμεθα αὐτήν.
15 Καὶ ἀφοῦ τὸν ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὴν ἄμπελον, τὸν ἐφόνευσαν. Τί λοιπὸν θὰ κάμῃ εἰς αὐτοὺς ὁ κύριος τῆς ἀμπέλου:
16 Θὰ ἔλθῃ αὐτοπροσώπως πλέον καὶ θὰ ἐξολοθρεύσῃ τοὺς γεωργοὺς αὐτοὺς καὶ θὰ δώσῃ τὴν ἄμπελον εἰς ἄλλους. Μερικοὶ δὲ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ λαοῦ, ὅταν ἤκουσαν τὴν παραβολήν, εἶπαν· Ὁ Θεὸς νὰ φυλάξῃ, ὥστε νὰ μὴ μᾶς γίνῃ ἕνας τέτοιος ἐξολοθρευμός.
17 Ὁ Κύριος δὲ τοὺς παρετήρησε μὲ ζωηρὸν βλέμμα, διὰ να τοὺς προσελκύσῃ τὸ ἐνδιαφέρον καὶ τὴν προσοχήν, καὶ τοὺς εἶπε· Ἐὰν σύμφωνα μὲ τὴν εὐχήν σας δὲν ἐπέλθῃ ἡ καταστροφή, ποὺ σᾶς προεῖπον, ποίαν λοιπὸν ἔννοιαν καὶ σημασίαν ἔχει αὐτό, ποὺ εἶναι γραμμένον ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα; Λίθον,τὸν ὁποῖον ἐπέταξαν ὡς ἀκατάλληλον οἱ κτίσται, αὐτὸς ἔγινε τῆς ὅλης οἰκοδομῆς ἡ κεφαλὴ καὶ ἀκρογωνιαῖος λίθος. Δηλαδὴ ἐγώ, τὸν ὁποῖον σεῖς οἱ ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς, ποὺ ἔχετε καθῆκον καὶ ἔργον νὰ οἰκοδομῆτε τὸν λαὸν τοῦ Κυρίου, ἀπερρίψατε σὰν ἄλλον λίθον ἀκατάλληλον διὰ τὸ οἰκοδόμημα τοῦ Θεοῦ, ἔγινα θεμέλιον καὶ ἀγκωνάρι, ποὺ βαστᾷ καὶ συνδέει ὁλόκληρον τὴν οἰκοδομὴν καὶ συνενώνει εἰς ἕνα λαὸν τοὺς Ἰσραηλίτας καὶ τοὺς ἐθνικούς, ὅπως τὸ ἀγκωνάρι συνδέει δύο τοίχους.
18 Καὶ καθένας ποὺ θὰ ἐπιπέσῃ μὲ ἐχθρικὰς διαθέσεις ἐπάνω εἰς τὸν λίθον ἐκεῖνον, θὰ τσακισθῇ· ἐκεῖνον δὲ ἐπὶ τοῦ ὁποίου θὰ πέσῃ βαρὺς ὁ λίθος αὐτός, θὰ τὸν κάμῃ θρύμματα καὶ θὰ τὸν σκορπίσῃ σὰν σκόνην. Ὄλεθρος δηλαδὴ καὶ ἀφανισμὸς ἐπιφυλάσσεται εἰς ἐκεῖνον, ποὺ θὰ πολεμήσῃ τὸν Χριστόν.