ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Α' Β´ 1 - 8
1 Περί του έργου μας εις την Θεσσαλονίκην δεν έχω ανάγκην να σας γράψω· διότι, αδελφοί, σεις οι ίδιοι γνωρίζετε καλά, ότι η έλευσίς μας εις σας δεν υπήρξε ματαία και ανωφελής,
2 αλλά, μολονότι προηγουμένως είχομεν κακοποιηθή και ταλαιπωρηθή στους Φιλίππους, όπως άλλωστε και σεις γνωρίζετε, εν τούτοις χωρίς κανένα δισταγμόν, αλλά με θάρρος και τόλμην, που μας τα ενέπνεε ο Θεός ημών, εκηρύξαμεν εις σας το Ευαγγέλιον του Θεού, εν μέσω βέβαια πολλού και μεγάλου αγώνος εξ αιτίας του διωγμού, που εξήγειραν εναντίον μας οι Εβραίοι.
3 Και είχαμεν αυτό το θάρρος, διότι το χαροποιόν και ενυσχυτικόν εις την νέαν ζωήν κήρυγμά μας δεν προήρχετο από πλάνην, αλλ' από αυτόν τον Θεόν της αληθείας, ούτε από ψυχήν ακάθαρτον εκ της αμαρτίας και ιδιοτελείας, αλλ' από καρδίαν αγνήν, καθαράν και γεμάτην ανιδιοτελή αγάπην· ούτε είχε κανένα δόλον και δόλιον σκοπόν, αλλ' είχε την ευθύτητα και την ειλικρίνειαν.
4 Αλλά, όπως ακριβώς έχομεν ευρεθή από τον Θεόν δόκιμοι και άξιοι να μας εμπιστευθή το Ευαγγέλιον του, έτσι και το διδάσκομεν· δεν επιδιώκομεν να αρέσωμεν στους ανθρώπους, αλλά να αρέσωμεν στον Θεόν, ο οποίος βλέπει και εξετάζει όχι μόνον τα εξωτερικά έργα, αλλά και τας καρδίας μας.
5 Διότι, όπως και σεις οι ίδιοι πάλιν ξεύρετε, ούτε ποτέ εχρησιμοποιήσαμεν λόγους καλακείας, δια να παρασύρωμεν με το μέρος μας και προς ωφέλειαν μας κανένα, ούτε εξεμεταλλεύθημεν το κήρυγμα ως πρόφασιν, δια να κερδήσωμεν χρήματα. Μαρτυς μου είναι ο Θεός.
6 Ούτε δια του κηρύγματος εζητήσαμεν δόξαν και τιμήν εκ μέρους των ανθρώπων, ούτε από σας τους ιδίους ούτε από άλλους, καίτοι ημπορούσαμεν με το κύρος και την εξουσίαν, που έχομεν ως Απόστολοι του Χριστού, να επιζητήσωμεν και να επιτύχωμεν δόξαν εκ μέρους των ανθρώπων.
7 Αλλ' υπήρξαμεν πράοι και απλοί μεταξύ σας, εφέρθημεν με καλωσύνην και στοργήν, όπως μια καλή μητέρα που περιθάλπει τα παιδιά της.
8 Ακριβώς σαν στοργική μετέρα τόσον ενθέρμως σας αγαπώμεν και σας ποθούμεν, ώστε έχομεν όλην την αγαθήν διάθεσιν και προθυμίαν να μεταδώσωμεν εις σας όχι μόνον το Ευαγγέλιον του Θεού, αλλά και τας ψυχάς μας, διότι μας έχετε γίνει αγαπητοί.