ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' ΙΓ´ 4 - 13
4 Ἐκεῖνος, ποὺ ἔχει τὴν ἀγάπην, εἶναι μεγαλόψυχος, ἀνεκτικὸς καὶ μὲ πλατειὰ καρδιά· γίνεται εὐεργετικὸς καὶ ὠφέλιμος· ἡ ἀγάπη δὲν φθονεῖ, ἡ ἀγάπη δὲν ξιππάζεται καὶ δὲν φέρεται μὲ ἀλαζονείαν καὶ προπέτειαν· δὲν φουσκώνει ἀπὸ οἴησιν καὶ ὑπερηφάνειαν·
5 δὲν πράττει τίποτε τὸ ἄσχημον, δὲν ζητεῖ τὰ ἰδικά της συμφέροντα, δὲν ἐρεθίζεται ἀπὸ θυμὸν καὶ ὀργήν, δὲν σκέπτεται ποτὲ κακὸν κατὰ τοῦ πλησίον, οὔτε λογαριάζει τὸ κακὸν ποὺ ἔπαθε ἀπὸ αὐτόν.
6 Δὲν χαίρει, ὅταν βλέπῃ νὰ γίνεται κάτι ἄδικον, χαίρει δὲ ὅταν βλέπῃ τὴν ἀλήθειαν νὰ ἐπικρατῇ.
7 Σκεπάζει ὅλας τὰς ἐλλείψεις τοῦ πλησίον καὶ δὲν τὸν διαπομπεύει δι’ αὐτάς· σχηματίζει εὐμενῆ πεποίθησιν ὑπὲρ τοῦ ἀγαπωμένου εἰς ὅλα· καὶ ὅταν εὑρίσκεται ἐνώπιον παρεκτροπῶν τοῦ πλησίον ἐλπίζει, ὅτι ἀπὸ ὅλας αὐτὰς θὰ διορθωθῇ οὗτος· εἰς ὅλα δεικνύει ὑπομονὴν διὰ τὸν πλησίον.
8 Ἡ ἀγάπη δὲν ξεπέφτει ποτέ, ἀλλὰ μένει πάντοτε βεβαία καὶ ἰσχυρά, ἀκόμη καὶ μετὰ τὸν θάνατον μας. Εἴτε προφητεῖαι ὑπάρχουν τώρα ὡς χαρίσματα τοῦ Πνεύματος, θὰ καταργηθοῦν· εἴτε χαρίσματα γλωσσῶν ὑπάρχουν, καὶ αὐτὰ θὰ παύσοον· εἴτε γνῶσις ὑπάρχει θὰ καταργηθῇ καὶ αὐτή.
9 Θὰ καταργηθοῦν ὅλα αὐτὰ εἰς τὴν μέλλουσαν ζωήν. Διότι τώρα μερικῶς καὶ ἀτελῶς γνωρίζομεν καὶ μερικῶς προφητεύομεν. Εἰς τὸν βίον αὐτὸν ἡ γνῶσις μας εἶναι περιωρισμένη καὶ οἱ προφῆται μέρος μόνον τῶν μυστηρίων τῆς θείας σοφίας μᾶς ἀποκαλύπτουν.
10 Ὅταν δὲ εἰς τὸν μέλλοντα βίον ἔλθῃ τὸ τέλειον καὶ μᾶς δοθῇ ἡ τελεία γνῶσις, τότε τὸ μερικὸν καὶ ἀτελὲς θὰ καταργηθῇ.
11 Αὐτὸ δὲ ποὺ σᾶς γράφω, θὰ τὸ καταλάβετε καλύτερα μὲ τὸ ἑξῆς παράδειγμα: Ὅταν ἤμην νήπιον, ὡς νήπιον ὡμίλουν, ὡς νήπιον ἐσκεπτόμην, ὡς νήπιον ἔκρινα καὶ ἐσυλλογιζόμην. Ὅταν ὅμως ἔγινα ἄνδρας, κατήργησα πλέον ἐκεῖνα τὰ νηπιώδη. Δὲν ὁμιλῶ πλέον σὰν νήπιον, ἡ σκέψις μου δὲ καὶ ὁ συλλογισμός μου εἶναι τώρα ὥριμα καὶ ἀνδρικά. Κατ’ ἀναλογίαν ἠμπορεῖτε νὰ σχηματίσετε κάποιαν ἰδέαν διὰ τὴν γνῶσιν καὶ τὴν ἄλλην τελειότητα, ποὺ θὰ μᾶς δοθῇ εἰς τὴν ἄλλην ζωήν.
12 Διότι τώρα βλέπομεν σὰν εἰς μεταλλινὸν καθρέπτην θαμπὰ καὶ τόσον ἀτελῶς, ὥστε μᾶς μένουν πολλὰ αἰνίγματα, ποὺ δὲν ἠμποροῦμεν νὰ τὰ ἐξηγήσωμεν. Τότε ὅμως θὰ ἴδωμεν φανερὰ καὶ καθαρά, διότι θὰ ἴδωμεν κατ’ εὐθεῖαν πρόσωπον μὲ πρόσωπον. Τώρα γνωρίζω μόνον ἕνα μέρος τῆς ἀληθείας. Τότε ὅμως θὰ λάβω τόσον τελείαν γνῶσιν, ὅσον τέλεια μὲ ἐγνώριζεν ὁ παντογνώστης Κύριος, ὅταν ἐνεργοῦσε τὴν ἐπιστροφήν μου καὶ μὲ ἐκαλοῦσεν εἰς τὸ ἀποστολικὸν ἀξίωμα.
13 Αὐτὰ θὰ γίνουν εἰς τὴν μέλλουσαν ζωήν. Τώρα δὲ εἰς τὴν παροῦσαν ζωὴν μένουν ἡ πίστις, ἡ ἐλπίς, καὶ ἡ ἀγάπη, αὐτὰ τὰ τρία. Μεγαλύτερα δὲ ἀπὸ αὐτὰ εἶναι ἡ ἀγάπη.
ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' ΙΔ´ 1 - 5
1 Αφοῦ λοιπὸν τόσον πολὺ ὑπερέχει ἡ ἀγάπη, ἐπιδιώκετε μὲ ἐπιμονὴν νὰ τὴν ἀποκτήσετε. Νὰ ἐπιθυμῆτε δὲ μὲ ζῆλον τὰ πνευματικὰ χαρίσματα, περισσότερον δὲ τὴν ἔμπνευσιν τοῦ προφητικοῦ χαρίσματος, διὰ νὰ διδάσκετε τοὺς πιστούς.
2 Τὸ προφητικὸν χάρισμα εἶναι ἀνώτερον ἀπὸ τὸ χάρισμα τῶν γλωσσῶν, ποὺ πολλοὶ ἀπὸ σᾶς ζηλεύουν νὰ τὸ εἶχαν. Διότι ἐκεῖνος, ποὺ ὁμιλεῖ γλώσσας, δὲν ὁμιλεῖ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ πρὸς τὸν Θεόν. Δὲν ὁμιλεῖ δὲ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους, διότι κανεὶς ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ ἀκούουν, δὲν καταλαβαίνει τὰ λεγόμενα, ἀλλὰ μὲ τὴν ψυχήν του, ποὺ διευθύνεται ἀπὸ τὸ χάρισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, λαλεῖ αὐτὸς μυστηριώδεις ἀληθείας.
3 Ἐκεῖνος ὅμως, ποὺ προφητεύει, λέγει πρὸς τοὺς ἀνθρώπους λόγους, οἱ ὁποῖοι στηρίζουν εἰς τὴν πίστιν καὶ προτρέπουν καὶ ἐνισχύουν εἰς τὴν ἀρετὴν καὶ παρηγοροῦν εἰς τοὺς πειρασμό.
4 Ἐκεῖνος ποὺ λαλεῖ γλῶσσαν, αἰσθάνεται βέβαια τὴν ἐπενέργειαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία θερμαίνει καὶ ἐμπνέει τὸ ἐσωτερικόν του. Ἀλλ’ ἡ ἐπενέργεια αὐτὴ οἰκοδομεῖ μόνον τὸν ἑαυτόν του. Ἐκεῖνος ὅμως, ποὺ προφητεύει καὶ διδάσκει τὰς ἀληθείας τῆς πίστεως, οἰκοδομεῖ ὁλόκληρον σύναξιν πιστῶν.
5 Ἀφοῦ δὲ τὸ θέλετε σεῖς, τὸ θέλω καὶ ἐγὼ νὰ λαλῆτε ὅλοι σας γλώσσας, περισσότερον ὅμως θέλω νὰ προφητεύετε. Διότι ἀνώτερος ἐξ ἐπόψεως τῆς ὠφελείας ποὺ γίνεται εἰς τοὺς ἀδελφούς, εἶναι ἐκεῖνος ποὺ προφητεύει καὶ διδάσκει, παρὰ ἐκεῖνος ποὺ λαλεῖ γλώσσας, ἐκτὸς ἐὰν ὁ ἴδιος διερμηνεύῃ καὶ ἐξηγῇ τὰ ὅσα λέγει, ὥστε ἡ σύναξις τῶν πιστῶν κατανοοῦσα τὰ λεγάμενα νὰ λάβῃ οἰκοδομὴν καὶ ὠφέλειαν.