ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Η´ 2 - 13
2 Διότι ἡ δύναμις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ εἶναι ζωὴ καὶ μεταδίδει ζωὴν εἰς τοὺς ἠνωμένους μὲ τὸν Ἰησοῦν Χριστόν, μαζὶ μὲ ὅλους αὐτοὺς ἠλευθέρωσε καὶ ἐμὲ ἀπὸ τὸν νόμον καὶ τὴν δύναμιν τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου.
3 Μὲ ἠλευθέρωσε δέ, διότι ἐκεῖνο, ποὺ δὲν ἠμποροῦσε νὰ κατορθώσῃ ὁ νόμος, ὄχι διότι ἦτο ἀτελής, ἀλλὰ διότι δὲν παρεῖχε καὶ τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ δι’ αὐτὸ δὲν ἠδύνατο νὰ κατανικήσῃ τὴν ἀντίστασιν τοῦ σαρκικοῦ μας φρονήματος, τὸ ἔφερεν εἰς αἴσιον πέρας ὁ Θεός. Ὁ Θεὸς δηλαδή, διὰ νὰ ἑξαλείψῃ τὴν ἁμαρτίαν, ἔστειλε τὸν Υἱόν του μὲ σάρκα, ἡ ὁποία ὠμοίαζε μόνον, ἀλλὰ δὲν ἦτο καὶ πράγματι σὰρξ ἁμαρτίας, καὶ ἔτσι κατεδίκασε καὶ κατέλυσε τὴν ἁμαρτίαν διὰ τῆς σαρκὸς τοῦ Υἱοῦ του, ἡ ὁποία, καίτοι ἀναμάρτητος, ὑπέστη τὰς συνεπείας τῆς ἁμαρτίας παραδοθεῖσα εἰς θάνατον.
4 Ὥστε ὅλα ὅσα ἀπαιτοῦσεν ἀπὸ ἡμᾶς ὁ νόμος ὡς δίκαιον, ἐξετελέσθησαν πλήρως ἀπὸ ἡμᾶς, οἱ ὁποῖοι πολιτευόμεθα τώρα ὄχι σύμφωνα μὲ τὰς ἐπιθυμίας τῆς σαρκός, ἀλλὰ σύμφωνα μὲ τὰς ὑπαγορεύσεις τῶν ἀνωτέρων πνευματικῶν μας δυνάμεων, καθὼς τὰς φωτίζει καὶ τὰς ἐνισχύει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα.
5 Ναί· ζῶμεν τώρα κατὰ τὰς ὑπαγορεύσεις ὄχι τῆς σαρκός, ἀλλὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Διότι ὅσοι εὑρίσκονται ὑπὸ τὴν κυριαρχίαν τῆς σαρκός, σκέπτονται καὶ φρονοῦν καὶ θέλουν ὅσα ζητεῖ ἡ σάρξ. Ὅσοι δὲ διευθύνονται ἀπὸ τὰς ἀνωτέρας πνευματικὰς δυνάμεις μας, ὅπως γίνονται αὐταὶ ὅταν ἔχουν τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σκέπτονται καὶ φρονοῦν καὶ θέλουν ἐκεῖνα, ποὺ ἀσπάζεται ἡ ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀναγεννημένη ψυχή.
6 Εἶναι δὲ ἐντελῶς ἀντίθετα ἐκεῖνα, ποὺ ζητεῖ ἡ σάρξ, ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ζητεῖ τὸ πνεῦμα. Διότι ἡ κατάστασις τοῦ νὰ σκέπτεται κανεὶς καὶ νὰ θέλῃ ἐκεῖνα ποὺ ζητεῖ ἡ σάρξ, προξενεῖ θάνατον πνευματικόν, ἤτοι χωρισμὸν ἀπὸ τὸν Θεόν· ἡ κατάστασις δὲ τοῦ νὰ σκέπτεται καὶ να θέλῃ κανεὶς ἐκεῖνα, ποὺ ὑπαγορεύει τὸ πνεῦμα, δημιουργεῖ ζωὴν καὶ εἰρήνην. Φέρει δὲ θάνατον ἡ κατάστασις τοῦ σαρκικοῦ ἀνθρώπου, διότι εἶναι ἔχθρα εἰς τὸν Θεόν,
7 καθ’ ὅσον δὲν ὑποτάσσεται εἰς τὸν νόμον τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ οὐδὲ τὴν δύναμιν ἔχει νὰ ὑποταχθῇ.
8 Ὅσοι δὲ εἶναι παραδόμενοι εἰς σαρκικὸν καὶ κοσμικὸν βίον, δὲν ἠμποροῦν νὰ ἀρέσουν εἰς τὸν Θεόν.
9 Σεῖς ὅμως δὲν εἶσθε αἰχμάλωτοι καὶ δοῦλοι τῆς σαρκός, ἀλλὰ κυριαρχεῖσθε ἀπὸ τὸ ἀνώτερον καὶ πνευματικὸν συστατικόν σας, ὅπως ἐφωτίσθη καὶ ἀνεγεννήθη τοῦτο ἀπὸ τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐὰν βεβαίως, ὅπως ἐλπίζω, κατοικῇ μέσα σας Πνεῦμα Θεοῦ. Ἄνθρωπος ὅμως, ποὺ δὲν ἔχει μέσα του Πνεῦμα Χριστοῦ, δὲν ἀνήκει εἰς τὸν Χριστόν.
10 Ἐὰν δὲ κατοικῇ μέσα σας ὁ Χριστὸς διὰ τοῦ Πνεύματός του, τότε τὸ μὲν σῶμα σας ὑπόκειται εἰς τὸν φυσικὸν θάνατον ἐξ αἰτίας τῆς προπατορικῆς μας ἁμαρτίας· ἡ ψυχὴ ὅμως, ποὺ ἔγινε πνευματική, θὰ ἔχη ζωὴν αἰωνίαν λόγῳ τῆς δικαιώσεως, ποὺ μᾶς ἔδωκεν ὁ Χριστός, καὶ τῆς ἀρετῆς τὴν ὁποίαν ἤδη διὰ τῆς χάριτος κατορθώνει.
11 Δὲν σημαίνει δὲ τίποτε, ἐὰν τὸ σῶμα σας εἶναι θνητὸν καὶ ὑπόκειται εἰς θάνατον. Διότι, ἐὰν τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἀνέστησε τὸν Ἰησοῦν ἐκ νεκρῶν, κατοικῇ μέσα σας, αὐτὸς ποὺ ἀνέστησε τὸν Χριστὸν ἐκ νεκρῶν, θὰ δώσῃ ζωὴν καὶ εἰς τὰ θνητὰ σώματά σας ἐξ αἰτίας τοῦ Πνεύματός του, ποὺ κατοικεῖ μέσα σας.
12 Ἀφοῦ λοιπόν, ἀδελφοί, ἠλευθερώθημεν ὑπὸ τοῦ Κυρίου ἀπὸ τὸ κράτος τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου· καὶ ἀφοῦ τέτοιαι ἀμοιβαὶ καὶ εὐεργεσίαι μᾶς ἐπιφυλάσσονται ἀπὸ τὸν Θεόν, εἴμεθα χρεῶσται ὄχι εἰς τὴν σάρκα, διὰ νὰ ζῶμεν κατὰ τὰς ἐπιθυμίας τῆς σαρκός.
13 Διότι, ἐὰν ζῆτε ὡς δοῦλοι τῶν ἐπιθυμιῶν τῆς σαρκός σας, ὠρισμένως μέλλετε νὰ ἀποθάνετε τὸν ἀθάνατον τῆς αἰωνίου κολάσεως θάνατον, τὸν ὁποῖον φέρει εἰς τὸν ἄνθρωπον ὁ αἰώνιος χωρισμὸς ἀπὸ τὸν Θεόν. Ἐὰν ὅμως μὲ τὰς ἀναγεννημένας ἀπὸ τὴν θείαν χάριν πνευματικάς σας δυνάμεις νεκρώνετε τὰς κακὰς πράξεις τοῦ σώματος, θὰ ζήσετε αἰωνίως καὶ μακαρίως.