❌
Τρίτη, 30 Ιουλίου 2024

Άγιοι Σίλας, Σιλουανός, Επαινετός, Κρήσκης και Ανδρόνικος οι Απόστολοι
Σιλουανοῦ τοῦ καὶ Σίλα καλουμένου, Κρήσκεντος, Ἐπαινετοῦ καὶ Ἀνδρονίκου ἀποστόλων (α΄ αἰ.).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΙΕ´ 35 - 41


35 Παῦλος δὲ καὶ Βαρνάβας διέτριβον ἐν Ἀντιοχείᾳ διδάσκοντες καὶ εὐαγγελιζόμενοι μετὰ καὶ ἑτέρων πολλῶν τὸν λόγον τοῦ Κυρίου. 36 Μετὰ δέ τινας ἡμέρας εἶπε Παῦλος πρὸς Βαρνάβαν· Ἐπιστρέψαντες δὴ ἐπισκεψώμεθα τοὺς ἀδελφοὺς ἡμῶν κατὰ πᾶσαν πόλιν ἐν αἷς κατηγγείλαμεν τὸν λόγον τοῦ Κυρίου, πῶς ἔχουσι. 37 Βαρνάβας δὲ ἐβουλεύσατο συμπαραλαβεῖν τὸν Ἰωάννην τὸν καλούμενον Μᾶρκον· 38 Παῦλος δὲ ἠξίου, τὸν ἀποστάντα ἀπ’ αὐτῶν ἀπὸ Παμφυλίας καὶ μὴ συνελθόντα αὐτοῖς εἰς τὸ ἔργον, μὴ συμπαραλαβεῖν τοῦτον. 39 ἐγένετο οὖν παροξυσμὸς, ὥστε ἀποχωρισθῆναι αὐτοὺς ἀπ’ ἀλλήλων, τόν τε Βαρνάβαν παραλαβόντα τὸν Μᾶρκον ἐκπλεῦσαι εἰς Κύπρον. 40 Παῦλος δὲ ἐπιλεξάμενος Σίλαν ἐξῆλθε, παραδοθεὶς τῇ χάριτι τοῦ Θεοῦ ὑπὸ τῶν ἀδελφῶν, 41 διήρχετο δὲ τὴν Συρίαν καὶ Κιλικίαν ἐπιστηρίζων τὰς ἐκκλησίας.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΙΕ´ 35 - 41


35 Ὁ Παῦλος δὲ καὶ ὁ Βαρνάβας διέμενον εἰς Ἀντιόχειαν διδάσκοντες καὶ μὲ πολλοὺς ἄλλους κήρυκας τοὺς πιστοὺς καὶ κηρύττοντες τὸν λόγον τοῦ Κυρίου καὶ εἰς ὅσους διὰ πρώτην φορὰν ἤκουον τὸ εὐαγγέλιον. 36 Ὕστερα δὲ ἀπὸ μερικὰς ἡμέρας εἶπεν ὁ Παῦλος πρὸς τὸν Βαρνάβαν· ἐμπρὸς τώρα ἂς ἐπιστρέψωμεν καὶ ἂς ἐπισκεφθῶμεν τοὺς ἀδελφούς μας εἰς κάθε πόλιν, ὅπου κατὰ τὴν προηγουμένην περιοδείαν μας ἐκηρύξαμεν τὸν λόγον τοῦ Κυρίου, καὶ ἂς ἴδωμεν πῶς ἔχουν ἐν τῇ κατὰ Χριστὸν ζωῇ. 37 Ὁ Βαρνάβας δὲ τότε ἔκρινε καλὸν νὰ πάρῃ μαζί του καὶ τὸν Ἰωάννην, ποὺ ἐπωνομάζετο Μᾶρκος. 38 Ὁ Παῦλος ὅμως ἐθεώρει δίκαιον νὰ μὴ συμπαραλάβουν ἐκεῖνον, ποὺ ἐχωρίσθη ἀπὸ αὐτοὺς ἀπὸ τὴν Παμφυλίαν καὶ δὲν ἦλθε μαζί τους, διὰ νὰ ὑπηρετήσῃ τὸ ἔργον τῆς ἱεραποστολῆς. 39 Προεκλήθη δὲ ζωηρὰ διαφωνία μέχρι τοῦ σημείου, ὥστε οἱ δύο ἀπόστολοι νὰ ἀποχωρισθοῦν ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλον, καὶ ὁ Βαρνάβας νὰ ἀποπλεύσῃ εἰς Κύπρον, ἀφοῦ παρέλαβε μαζί του τὸν Μᾶρκον. 40 Ἀλλ’ ὁ Παῦλος ἐκλέξας ὡς σύνοδον καὶ βοηθόν του τὸν Σίλαν ἀνεχώρησεν, ἀφοῦ οἱ ἐν Ἀντιοχείᾳ ἀδελφοὶ διὰ κοινῶν προσευχῶν τὸν παρέδωκαν καὶ τὸν ἐνεπιστεύθησαν εἰς τὴν εὐμενῆ πρόνοιαν καὶ προστασίαν τοῦ Θεοῦ. Οὕτως ἤρχισεν ἡ δευτέρα ἀποστολικὴ περιοδεία τοῦ Παύλου. 41 Περιώδευε δὲ ὁ Παῦλος τὰς χώρας τῆς Συρίας καὶ Κιλικίας καὶ ἐστήριζεν εἰς τὴν χριστιανικὴν πίστιν καὶ ἐλπίδα καὶ ζωὴν τοὺς ἀδελφούς των ἐν ταῖς χώραις ταύταις ἐκκλησιῶν.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΙΕ´ 35 - 41


35 Ο δε Παύλος και ο Βαρνάβας παρέμειναν εις την Αντιόχειαν διδάσκοντες και κηρύττοντες το Ευαγγέλιον του Κυρίου μαζή και με πολλούς άλλους κήρυκας. 36 Επειτα δε από μερικάς ημέρας είπε ο Παύλος προς τον Βαρνάβαν· “λοιπόν τώρα, ας επανέλθωμεν και ας επισκεφθώμεν τους αδελφούς μας εις όλας εκείνας τας πόλεις, εις τας οποίας κατά την προηγουμένην περιοδείαν μας εκηρύξαμεν τον λόγον του Κυρίου, και ας ίδωμεν εις ποίαν κατάστασιν ευρίσκονται ως προς την πίστιν και την αρετήν. 37 Ο Βαρνάβας δε εσκέφθηκε και ηθέλησε να πάρη μαζή του τον Ιωάννην, που ελέγετο Μάρκος. 38 Ο Παύλος όμως έκρινε ορθόν, να μη πάρουν μαζή των εκείνον, που τους είχε εγκαταλείψει από την Παμφυλίαν και δεν επήγε μαζή των στο έργον της ιεραποστολής. 39 Εγινε δε τότε ζωηρά διαφωνία και φιλονεικία, ώστε οι δύο Απόστολοι να χωρίσουν ο ένας από τον άλλον και ο Βαρνάβας μαζή με τον Μάρκον να πλεύσουν εις την Κυπρον. 40 Ο Παύλος όμως, αφού εξέλεξε ως συνοδόν του τον Σιλαν, ανεχώρησεν από την Αντιόχειαν με τας ευχάς των αδελφών, οι οποίοι τον παρέδωσαν και τον ενεπιστεύθησαν εις την χάριν του Θεού. 41 Περιώδευε δε την Συρίαν και την Κιλικίαν στηρίζων εις την κατά Χριστόν πίστιν και ζωήν τους Χριστιανούς των κατά τόπους Εκκλησιών.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΓ´ 24 - 30


24 Ἄλλην παραβολὴν παρέθηκεν αὐτοῖς λέγων· Ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ σπείραντι καλὸν σπέρμα ἐν τῷ ἀγρῷ αὐτοῦ· 25 ἐν δὲ τῷ καθεύδειν τοὺς ἀνθρώπους ἦλθεν αὐτοῦ ὁ ἐχθρὸς καὶ ἔσπειρε ζιζάνια ἀνὰ μέσον τοῦ σίτου καὶ ἀπῆλθεν. 26 ὅτε δὲ ἐβλάστησεν ὁ χόρτος καὶ καρπὸν ἐποίησε, τότε ἐφάνη καὶ τὰ ζιζάνια. 27 προσελθόντες δὲ οἱ δοῦλοι τοῦ οἰκοδεσπότου εἶπον αὐτῷ· κύριε, οὐχὶ καλὸν σπέρμα ἔσπειρας ἐν τῷ σῷ ἀγρῷ; πόθεν οὖν ἔχει ζιζάνια; 28 ὁ δὲ ἔφη αὐτοῖς· ἐχθρὸς ἄνθρωπος τοῦτο ἐποίησεν. οἱ δὲ δοῦλοι εἶπον αὐτῷ· θέλεις οὖν ἀπελθόντες συλλέξωμεν αὐτά; 29 ὁ δέ ἔφη· οὔ, μήποτε συλλέγοντες τὰ ζιζάνια ἐκριζώσητε ἅμα αὐτοῖς τὸν σῖτον· 30 ἄφετε συναυξάνεσθαι ἀμφότερα μέχρι τοῦ θερισμοῦ, καὶ ἐν καιρῷ τοῦ θερισμοῦ ἐρῶ τοῖς θερισταῖς· συλλέξατε πρῶτον τὰ ζιζάνια καὶ δήσατε αὐτὰ εἰς δέσμας πρὸς τὸ κατακαῦσαι αὐτά, τὸν δὲ σῖτον συναγάγετε εἰς τὴν ἀποθήκην μου.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΓ´ 24 - 30


24 Ἄλλην παραβολὴν τοὺς ἐδίδαξε καὶ εἶπεν· Ἔγινεν ὁμοῖα ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἡ Ἐκκλησία δηλαδή, ποὺ θὰ κατακτήσῃ τὸν κόσμον ὁλόκληρον, καὶ ὁ δι’ αὐτῆς κηρυττόμενος εἰς ὅλον τὸν κόσμον λόγος τῆς ἀληθείας, πρὸς ἄνθρωπον, ποὺ ἔσπειρε καλὸν σπόρον εἰς τὸ χωράφι του.Ἔτσι καὶ ὁ Κύριος σπείρει πάντοτε εἰς τὸν κατακτώμενον ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας κόσμον τὸν καλὸν τῆς σωτηρίου ἀληθείας σπόρον. 25 Τὴν ὥραν ὅμως ποὺ ἐκοιμῶντο οἱ ἄνθρωποί του, ἦλθεν ὁ ἐχθρός του, ὁ διάβολος δηλαδή, καὶ ἔσπειρεν ᾖραν ἀνάμεσα εἰς τὸν σῖτον καὶ ἔφυγεν. 26 Ὅταν δὲ ἐβλάστησαν τὰ στάχυα καὶ ἔκαμαν καρπόν, τότε ἐφάνησαν καὶ τὰ ζιζάνια. 27 Καὶ τότε οἱ δοῦλοι τοῦ οἰκοδεσπότου ἦλθαν πρὸς αὐτὸν καὶ τοῦ εἶπαν Κύριε, δὲν ἔσπειρες καλὸν σπόρον εἰς τὸ χωράφι σου; Ἀπὸ ποὺ λοιπὸν ἔχει τοῦτο ζιζάνια; 28 Ἐκεῖνος δὲ τοὺς εἶπεν· ἐχθρὸς ἄνθρωπος τὸ ἔκαμε.Καὶ οἱ δοῦλοι τοῦ εἶπαν· Θέλεις λοιπὸν νὰ πάμε καὶ νὰ τὰ μαζεύσωμεν; 29 Ἐκεῖνος ὅμως εἶπεν· Ὄχι.Διότι αἱ ρίζαι τῶν ζιζανίων εἶναι μπλεγμένοι μέσα εἰς τὸ χῶμα μὲ τὰς ρίζας τοῦ σίτου καὶ ὑπάρχει φόβος μήπως, ὅταν θὰ συλλέγετε τὰ ζιζάνια, ξερριζώσετε μαζὶ μὲ αὐτὰ καὶ τὸν σῖτον. 30 Ἀφήσατε νὰ μεγαλώνουν καὶ τὰ δύο μέχρι τῆς ἐποχῆς τοῦ θερισμοῦ.Καὶ κατὰ τὸν καιρὸν τοῦ θερισμοῦ, ἤτοι τῆς ἐσχάτης κρίσεως, θὰ εἴπω εἰς τοὺς θεριστὰς ἀγγέλους μου· μαζεύσατε πρῶτον τὰ ζιζάνια καὶ δέσατέ τα σὲ χειρόβολα, διὰ νὰ τὰ κατακαύσετε, δηλαδὴ ξεχωρίσατε τοὺς πονηροὺς ἀνθρώπους καὶ ρίψατέ τους ὅλους μαζὶ εἰς τὸ πῦρ τῆς αἰωνίου κολάσεως.Τὸν σῖτον δέ, τουτέστι τοὺς ἀγαθοὺς καὶ ἐναρέτους, μαζεύσατέ τον εἰς τὴν ἀποθήκην μου, δηλαδὴ εἰς τὴν οὐράνιον βασιλείαν.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΓ´ 24 - 30


24 Αλλην παραβολήν προσέφερεν εις αυτούς και είπεν· “η βασιλεία των ουρανών (δηλαδή η Εκκλησία) είναι ομοία με άνθρωπον που έσπειρε καλόν σπόρον στον αγρόν του. 25 Την ώραν όμως που εκοιμώντο οι άνθρωποί του, ήλθεν ο εχθρός του, ο διάβολος, (που έχει ως έργον του να αντιδρά στο έργον του Θεού και να σπείρη αμφιβολίας και συγχύσεις και παρεξηγήσεις στους ανθρώπους), έσπειρε ζιζάνια ανάμεσα στο σιτάρι και έφυγε. 26 Οταν δε μετ' ολίγον εβλάστησαν τα στάχυα και έκαμαν καρπόν, τότε εφάνησαν και τα ζιζάνια ανάμεσα εις αυτά. 27 Οι δε δούλοι του οικοδεσπότου προσελθόντες του είπαν με απορίαν και λύπην· Κυριε, εσύ δεν έσπειρες εκλεκτόν σπόρον στο χωράφι σου; Από που λοιπόν έχει τα ζιζάνια; 28 Είπε δε εκείνος εις αυτούς· ένας εχθρός άνθρωπος έκαμε τούτο. Οι δούλοι του είπαν· θέλεις λοιπόν να πάμε να μαζέψωμε τα ζιζάνια; 29 Εκείνος όμως είπε, όχι, μήπως τυχόν καθώς θα μεζεύετε τα ζιζάνια, ξερριζώσετε μαζή με αυτά και το σιτάρι. 30 Αφήστε τα να μεγαλώνουν και τα δύο μαζή έως τον θερισμόν. Και κατά τον καιρόν του θερισμού θα πω στους θεριστάς· μαζεύσατε πρώτα τα ζιζάνια και δέσατέ τα σε δεμάτια, δια να τα κατακαύσετε. (Δηλαδή κατά την δευτέρα παρουσίαν μου θα πω στους αγγέλους μου να ξεχωρίσουν τους πονηρούς ανθρώπους και να τους ρίψουν στο πυρ της κολάσεως). Το δε σιτάρι μαζεύσατέ το εις την αποθήκην μου (δηλαδή τους δικαίους συνοδεύσατέ τους εις την βασιλείαν των ουρανών)”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα