ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ ΙΑ´ 13 - 24
13 Μὴ νομίσετε δέ, ὅτι αἱ ἰδέαι μου αὐταὶ περὶ τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ συντελοῦν εἰς τὸ νὰ λησμονήσω τὴν ἀποστολήν μου εἰς τὰ ἔθνη. Διότι λέγω εἰς σᾶς τοὺς ἐξ ἐθνῶν Χριστιανούς· Ἐφ’ ὅσον εἶμαι ἐγὼ ἀπόστολος διὰ νὰ κηρύττω τὸ εὐαγγέλιον εἰς τοὺς ἐθνικούς, προσπαθῶ νὰ τιμήσω τὴν μεταξὺ τῶν ἐθνικῶν ἀποστολήν μου αὐτὴν καὶ νὰ ἀποδείξω αὐτὴν ὅσον τὸ δυνατὸν περισσότερον καρποφόρον.
14 Ναί· προσπαθῶ νὰ ἑλκύσω μὲ τὸ κήρυγμά μου ὅσον τὸ δυνατὸν περισσοτέρους εἰδωλολάτρας εἰς τὸν Χριστόν, μήπως ἔτσι διεγείρω τὴν ζήλειαν τῶν κατὰ σάρκα ὁμοεθνῶν μου καὶ σώσω μερικοὺς ἀπὸ αὐτούς, ὅσοι θὰ παρακινηθοῦν ἀπὸ τὴν ζήλειαν αὐτὴν νὰ γίνουν καὶ αὐτοὶ Χριστιανοί.
15 Προσπαθῶ δὲ νὰ σώσω ἔστω καὶ ὀλίγους συμπατριώτας μου, διότι ἐὰν ἡ ἀποβολὴ καὶ ἀποδοκιμασία τους ἔγινεν αἰτία νὰ συνδιαλλαγῇ ὁ κόσμος μὲ τὸν Θεόν, τί ἄλλο θὰ εἶναι ἡ πρόσληψίς τους εἰς τὴν πίστιν παρὰ ζωὴ ὅλων καὶ ἀνάστασις πνευματικὴ ἐκ νεκρῶν;
16 Ἐὰν δὲ οἱ ἔνδοξοι πατέρες καὶ προφῆται τοῦ ἰουδαϊκοῦ λαοῦ, τοὺς ὁποίους ἠμποροῦμεν νὰ παρομοιάσωμεν μὲ τὸ προζύμιον ἐκ τῆς νέας ἐσοδείας, εἶναι ἅγιοι ὡς ἀφιερωθέντες εἰς τὸν Θεὸν καὶ εὐλογηθέντες ὑπ’ αὐτοῦ, τότε καὶ ὁλόκληρον τὸ ζυμούμενον δι’ αὐτοῦ ὑλικόν, ἤτοι ὁλόκληρον τὸ ἰουδαϊκὸν ἔθνος εἶναι κατάλληλον διὰ νὰ γίνῃ ἅγιον. Καὶ ἐὰν ἡ ρίζα, ἤτοι οἱ πατριάρχαι τῶν Ἰουδαίων, εἶναι ἁγία, τότε καὶ τῆς ρίζης αὐτῆς οἱ κλάδοι, ἤτοι οἱ Ἰσραηλῖται, εἶναι κατάλληλοι νὰ γίνουν ἅγιοι.
17 Ἀλλ’ ἐὰν μερικοὶ ἀπὸ τοὺς κλάδους ἀπεκόπησαν ἕνεκα τῆς ἀπιστίας των καὶ ἐχωρίσθησαν ἀπὸ τὴν ἁγίαν ρίζαν τῶν πατριαρχῶν καὶ προφητῶν, σὺ δὲ ὁ μέχρι πρὸ ὀλίγου εἰδωλολάτρης, καίτοι ἦσο ἀγριελαία καὶ ὠμοίαζες πρὸς δένδρον ἄγριον καὶ ἄκαρπον, ἐκεντρώθης μεταξὺ τῶν κλάδων τῆς εὐλογημένης ρίζης καὶ ἔγινες συγκοινωνὸς τῆς ρίζης αὐτῆς καὶ τοῦ παχέος χυμοῦ τῆς ἐλαίας,
18 μὴ ὑπερηφανεύεσαι καὶ μὴ περιφρονῇς τοὺς κλάδους ποὺ ἀπεκόπησαν. Ἐὰν δὲ ὑψηλοφρονῇς ἀλαζονικῶς, μάθε, ὅτι δὲν βαστάζεις σὺ τὴν ρίζαν, ἀλλ’ ἡ ρίζα βαστάζει σέ, καὶ εἰς αὐτήν, ἤτοι εἰς τοὺς πατριάρχας, ὀφείλεται τὸ ὅτι σὺ ἀπολαύεις τὰς θείας εὐλογίας.
19 Θὰ εἴπῃς λοιπὸν ἴσως δικαιολογῶν τὴν ἀλαζονείαν σου: Ἀπεκόπησαν οἱ κλάδοι, διὰ νὰ γίνῃ τόπος δι’ ἐμὲ καὶ ἐγκεντρισθῶ ἐγὼ εἰς τὸ ἥμερον καὶ εὐλογημένον δένδρον.
20 Πολὺ καλά. Οἱ κλάδοι ὅμως ἀπεκόπησαν ἕνεκα τῆς ἀπιστίας· σὺ δὲ οὐχὶ ἕνεκα τῶν ἔργων σου καὶ τῆς ἰδικῆς σου ἀξιομισθίας, ἀλλ’ ἕνεκα τῆς πίστεως στέκεις ὄρθιος καὶ κολλημένος ἐπὶ τῆς ρίζης. Πρόσεξε λοιπόν. Μὴ ὑπερηφανεύεσαι, ἀλλὰ ταπεινοφρόνων ἔχε φόβον.
21 Διότι, ἐὰν ὁ Θεὸς τοὺς φυσικοὺς κλάδους δὲν ἐλυπήθη καὶ δὲν ἐλογάριασε, φοβήθητι, μήπως δὲν λογαριάσῃ οὔτε σέ, ποὺ δὲν εἶσαι φυσικὸς κλάδος.
22 Ἀντὶ λοιπὸν νὰ ὑψηλοφρονῇς, πρόσεχε καὶ κύτταζε καλά, ποίαν ἀγαθότητα καὶ ποίαν αὐστηρότητα ἀμείλικτον ἔδειξεν ὁ Θεός· πρὸς ἐκείνους μὲν οἱ ὁποῖοι διὰ τὴν ἀπιστίαν τους ἔπεσαν, αὐστηρότητα, ἐνῷ πρὸς σὲ ἔδειξεν ἀγαθότητα, ἐὰν ἐπιμείνῃς νὰ στηρίζεσαι καὶ ἐλπίζῃς εἰς τὴν ἀγαθότητα ταύτην· διότι ἄλλως καὶ σὺ θὰ κοπῇς ὁλότελα.
23 Καὶ ἐκεῖνοι δὲ οἱ ὁποῖοι ἀπεκόπησαν, ἐὰν δὲν ἐπιμείνουν εἰς τὴν ἀπιστίαν, θὰ κεντρωθοῦν. Διότι ὁ Θεὸς ἔχει τὴν δύναμιν νὰ τοὺς κεντρώσῃ πάλιν εἰς τὸ ἥμερον καὶ εὐλογημένον δένδρον.
24 Λέγω δέ, ὅτι ὁ Θεὸς ἔχει τὴν δύναμιν νὰ τοὺς κεντρώσῃ πάλιν, διότι, ἐὰν σὺ ἐκόπης ὁριστικὰ ἀπὸ τὸ δένδρον, ποὺ ἀπὸ τὴν φύσιν του εἶναι ἀγρία ἐλαία, καὶ ὅλως ἀντίθετα πρὸς τὴν φύσιν σου ἐκεντρωθῇς εἰς ἥμερον καὶ καρποφόρον ἐλαίαν, πόσῳ μᾶλλον αὐτοί, οἱ ὁποῖοι εἶναι κλάδοι τῆς αὐτῆς φύσεως πρὸς τὴν ἥμερον ρίζαν, θὰ κεντρωθοῦν εἰς τὴν ἰδικήν τους ἐλαίαν;