❌
Παρασκευή, 14 Ιουνίου 2024

Προφήτης Ελισσαίος, Άγιος Μεθόδιος ο ομολογητής Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης, Άγιος Κύριλλος Ιερομάρτυρας επίσκοπος Γορτύνης Κρήτης, Όσιος Νήφων ο Αθωνίτης
Ἐλισαίου τοῦ προφήτου (900 π.Χ.), Μεθοδίου ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ ὁμολογητοῦ (†847). Ἰουστίνου ὁσίου (Πόποβιτς) τοῦ ἐν Σερβίᾳ († 1979).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΙΘ´ 1 - 8


1 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ τὸν Ἀπολλὼ εἶναι ἐν Κορίνθῳ Παῦλον διελθόντα τὰ ἀνωτερικὰ μέρη ἐλθεῖν εἰς Ἔφεσον· καὶ εὑρὼν μαθητάς τινας 2 εἶπε πρὸς αὐτούς· Εἰ πνεῦμα ἅγιον ἐλάβετε πιστεύσαντες; οἱ δὲ εἶπον πρὸς αὐτόν· Ἀλλ’ οὐδὲ εἰ Πνεῦμα ἅγιόν ἐστιν ἠκούσαμεν. 3 εἶπέ τε πρὸς αὐτούς· Εἰς τί οὖν ἐβαπτίσθητε; οἱ δὲ εἶπον· Εἰς τὸ Ἰωάννου βάπτισμα. 4 εἶπε δὲ Παῦλος· Ἰωάννης μὲν ἐβάπτισε βάπτισμα μετανοίας, τῷ λαῷ λέγων εἰς τὸν ἐρχόμενον μετ’ αὐτὸν ἵνα πιστεύσωσι, τοῦτ’ ἔστιν εἰς τὸν Ἰησοῦν Χριστόν. 5 ἀκούσαντες δὲ ἐβαπτίσθησαν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. 6 καὶ ἐπιθέντος αὐτοῖς τοῦ Παύλου τὰς χεῖρας ἦλθε τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον ἐπ’ αὐτούς, ἐλάλουν τε γλώσσαις καὶ προεφήτευον. 7 ἦσαν δὲ οἱ πάντες ἄνδρες ὡσεὶ δεκαδύο. 8 Εἰσελθὼν δὲ εἰς τὴν συναγωγὴν ἐπαρρησιάζετο ἐπὶ μῆνας τρεῖς διαλεγόμενος καὶ πείθων τὰ περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΙΘ´ 1 - 8


1 Καθ’ ὃν χρόνον δὲ ὁ Ἀπολλὼς ἦτο εἰς τὴν Κόρινθον, ὁ Παῦλος, ἀφοῦ περιώδευσε τὰ βορειότερα καὶ ὑψηλότερα μέρη τῆς Μικρὰς Ἀσίας, συνέβη νὰ ἔλθῃ εἰς τὴν Ἔφεσον. Καὶ ὅταν εὗρεν ἐκεῖ κάποιους μαθητάς, 2 τοὺς εἶπεν· Ἐλάβετε τὰ ἔκτακτα χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅταν ἐπιστεύσατε; Αὐτοὶ δὲ τοῦ ἀπήντησαν· Ἀκόμη δὲν ἠκούσαμεν οὔτε ἐὰν ὑπάρχῃ μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων ἐνεργοῦν καὶ μεταδίδουν χαρίσματα Πνεῦμα Ἅγιον. 3 Καὶ τότε ὁ Παῦλος τοὺς εἶπε· Ποῖον λοιπὸν βάπτισμα ἐλάβατε καὶ εἰς τίνος τὸ ὄνομα ἐβαπτίσθητε; Αὐτοὶ δὲ εἶπον· Ἐβαπτίσθημεν εἰς τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου. 4 Εἶπε δὲ ὁ Παῦλος· Ὁ μὲν Ἰωάννης ἐβάπτισε βάπτισμα, ποὺ ὡδηγεῖ εἰς μετάνοιαν, χωρὶς ὅμως νὰ δίδῃ τοῦτο καὶ τὴν ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν· καὶ προέτρεπεν ὁ Ἰωάννης τὸν λαὸν νὰ πιστεύσουν εἰς ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος ἤρχετο ὕστερα ἀπὸ αὐτόν, τουτέστιν εἰς τὸν Ἰησοὺν Χριστόν, ὁ ὁποῖος θὰ παρεῖχε τὴν ἄφεσιν καὶ τὴν σωτηρίαν. 5 Ὅταν δὲ ἐκεῖνοι ἤκουσαν ταῦτα, ἐβαπτίσθησαν, ἀφοῦ ἐπίστευσαν εἰς τὸ ὅνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ καὶ ἐστήριξαν ὅλην τὴν ἐμπιστοσύνην καὶ ἐλπίδα των εἰς τὸ ἀξίωμά του ὡς Μεσσίου καὶ ὡς Λυτρωτοῦ καὶ ὡς Κυρίου. 6 Καὶ ὅταν ὁ Παῦλος ἔθεσεν ἐπὶ τῶν κεφαλῶν των τὰς χεῖρας, ἦλθε τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐπ’ αὐτῶν καὶ τοὺς μετέδωκε διπλὰ χαρίσματα, διότι ὡμίλουν εἰς διαφόρους γλώσσας, τὰς ὁποίας ὡς ξένας δὲν ἐγνώριζαν προτήτερα, συγχρόνως δὲ καὶ ἐπροφήτευον. 7 Ἦσαν δὲ ὅλοι αὐτοὶ περίπου δώδεκα ἄνδρες. 8 Ἐν συνεχείᾳ δὲ ὁ Παῦλος ἀφοῦ εἰσῆλθεν εἰς τὴν συναγωγήν, ἐκήρυττε μετὰ θάρρους ἐπὶ μήνας τρεῖς συνδιαλεγόμενος μετὰ τῶν Ἰουδαίων καὶ προβάλλων πειστικὰς ἀποδείξεις περὶ τῶν ἀληθειῶν τῶν ἀναφερομένων εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, τὴν ὁποίαν ἐγκαθίδρυσεν ἐπὶ τῆς γῆς καὶ εἰς τὰς καρδίας τῶν πιστῶν ὁ Κύριος Ἰησοῦς.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΙΘ´ 1 - 8


1 Οταν δε ο Απολλώς ευρίσκετο εις την Κορινθον, ο Παύλος, αφού επέρασε τα βαρειότερα μέρη της Μ. Ασίας, ήλθε εις την Εφεσον, όπου και ευρήκε μερικούς μαθητάς. 2 Είπε δε προς αυτούς εάν, όταν επίστευσαν, έλαβαν Πνεύμα Αγιον. Εκείνοι δε του απήντησαν· “ημείς δεν έχομεν ακούσει ούτε και αν υπάρχη Πνεύμα Αγιον”. 3 Και είπε τότε προς αυτούς· “εις τίνος το όνομα και ποίου είδους βάπτισμα εβαπτίσθητε;” Εκείνοι δε του είπαν· “εβαπτίσθημεν στο βάπτισμα του Ιωάννου”. 4 Είπε δε ο Παύλος· “ο Ιωάννης μεν σας εβάπτισε εις βάπτισμα μετανοίας και προπαρασκευής, λέγων συγχρόνως στον λαόν να πιστεύσουν εις εκείνον, που θα ήρχετο κατόπιν από αυτόν, δηλαδή στον Ιησούν Χριστόν, ο οποίος και μόνος θα έδιδε άφεσιν και σωτηρίαν”. 5 Οταν δε εκείνοι ήκουσαν αυτά, επίστευσαν και εβαπτίσθησαν στο όνομα του Κυρίου Ιησού. 6 Και όταν ο Παύλος έθεσε τας χείρας του επάνω εις την κεφαλήν των, κατήλθεν εις αυτούς το Πνεύμα το Αγιον, επήραν και ειδικά χαρίσματα, ωμιλούσαν διαφόρους γλώσσας αγνώστους προηγουμένως εις αυτούς και επροφήτευσαν. 7 Ολοι δε αυτοί ήσαν περίπου δώδεκα άνδρες. 8 Επειτα δε από το γεγονός αυτό ο Παύλος εισήλθε εις την συναγωγήν των Εβραίων, εκήρυττε με θάρρος επί τρεις μήνας, συνδιελέγετο με τους Ιουδαίους και με τα χωρία της Γραφής και τα άλλα επιχειρήματα τους έπειθε να πιστεύσουν εις την βασιλείαν του Θεού.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Δ´ 22 - 30


22 καὶ πάντες ἐμαρτύρουν αὐτῷ καὶ ἐθαύμαζον ἐπὶ τοῖς λόγοις τῆς χάριτος τοῖς ἐκπορευομένοις ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ καὶ ἔλεγον· Οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς Ἰωσὴφ ; 23 καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· Πάντως ἐρεῖτέ μοι τὴν παραβολὴν ταύτην· ἰατρέ, θεράπευσον σεαυτόν· ὅσα ἠκούσαμεν γενόμενα ἐν τῇ Καπερναοὺμ, ποίησον καὶ ὧδε ἐν τῇ πατρίδι σου. 24 εἶπε δέ· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς προφήτης δεκτός ἐστιν ἐν τῇ πατρίδι αὐτοῦ. 25 ἐπ’ ἀληθείας δὲ λέγω ὑμῖν πολλαὶ χῆραι ἦσαν ἐν ταῖς ἡμέραις Ἠλίου ἐν τῷ Ἰσραήλ, ὅτε ἐκλείσθη ὁ οὐρανὸς ἐπὶ ἔτη τρία καὶ μῆνας ἕξ, ὡς ἐγένετο λιμὸς μέγας ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν, 26 καὶ πρὸς οὐδεμίαν αὐτῶν ἐπέμφθη Ἠλίας εἰ μὴ εἰς Σαρεπτὰ τῆς Σιδωνίας πρὸς γυναῖκα χήραν. 27 καὶ πολλοὶ λεπροὶ ἦσαν ἐπὶ Ἐλισαίου τοῦ προφήτου ἐν τῷ Ἰσραὴλ, καὶ οὐδεὶς αὐτῶν ἐκαθαρίσθη εἰ μὴ Νεεμὰν ὁ Σύρος. 28 καὶ ἐπλήσθησαν πάντες θυμοῦ ἐν τῇ συναγωγῇ ἀκούοντες ταῦτα, 29 καὶ ἀναστάντες ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω τῆς πόλεως καὶ ἤγαγον αὐτὸν ἕως ὀφρύος τοῦ ὄρους, ἐφ’ οὗ ἡ πόλις αὐτῶν ᾠκοδόμητο, εἰς τὸ κατακρημνίσαι αὐτόν· 30 αὐτὸς δὲ διελθὼν διὰ μέσου αὐτῶν ἐπορεύετο.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Δ´ 22 - 30


22 Καὶ ὅλοι, ὅσοι ἤκουσαν τὴν ἐξήγησιν τῆς προφητείας, ποὺ ἐν συνεχείᾳ ἔκαμεν ὁ Ἰησοῦς, ἔδιδαν μαρτυρίαν περὶ αὐτοῦ, ὅτι ἐκήρυξε λαμπρῶς καὶ εὑρίσκοντο εἰς ἀπορίαν διὰ τὰ γεμᾶτα θείαν χάριν καὶ γλυκύτητα λόγια, ποὺ ἔβγαιναν ἀπὸ τὸ στόμα του. Καὶ ἔλεγαν· Περίεργον! Δὲν εἶναι αὐτὸς ὁ υἱὸς τοῦ Ἰωσήφ, ποὺ ἕως χθὲς εἰργάζετο σὰν ἕνας ἀπὸ ἡμᾶς; 23 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· Ὡρισμένως θὰ μοῦ εἴπητε τὴν παροιμίαν αὐτήν· Ἰατρέ, θεράπευσον τὸν ἑαυτόν σου. Ὑπόσχεσαι νὰ μᾶς ἰατρεύσῃς ἀπὸ τὰς ἀθλιότητἀς μας. Θεράπευσε τὴν ἀσημότητά σου καὶ στήριξε τὴν θέσιν σου καὶ τὸ κῦρος σου πρωτίστως εἰς τὴν πατρίδα σου. Κάμε καὶ ἐδῶ ὅσα θαύματα ἠκούσαμεν, ὅτι ἔγιναν ἀπὸ σὲ εἰς τὴν Καπερναούμ. 24 Ἀλλ’ ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπεν· Ἀληθῶς σᾶς λέγω, ὅτι κανένα προφήτην δὲν ὑποδέχονται μὲ τὴν πρέπουσαν τιμὴν εἰς τὴν πατρίδα του. 25 Σᾶς λέγω ὅμως βασιζόμενος εἰς τὴν ἀλήθειαν, ὅτι πολλαὶ χῆραι ἦσαν κατὰ τὰς ἡμέρας τοῦ Ἠλία εἰς τὸ Ἰσραηλιτικὸν ἔθνος, ὅταν ἐκλείσθη ὁ οὐρανὸς καὶ δὲν ἔβρεξεν ἐπὶ ἔτη τρία καὶ ἓξ μῆνας, ὁπότε ἔγινε πεῖνα μεγάλη εἰς ὅλην τὴν γῆν τῆς Παλαιστίνης. 26 Καὶ εἰς καμμίαν ἀπὸ τὰς γυναῖκας τῶν Ἰουδαίων δὲν ἐστάλη ἀπὸ τὸν Θεὸν ὁ Ἠλίας, παρὰ εἰς τὰ Σάρεπτα τῆς Σιδωνίας εἰς μίαν γυναῖκα χήραν, ξένην καὶ ἄγνωστον εἰς αὐτόν. 27 Καὶ πολλοὶ λεπροὶ ἦσαν εἰς τὸ Ἰσραηλιτικὸν ἔθνος κατὰ τὴν ἐποχὴν τοῦ προφήτου Ἐλισαίου καὶ κανεὶς ἀπὸ αὐτοὺς δὲν ἐκαθαρίσθῃ ἀπὸ τὴν λέπραν του, παρὰ ὁ Νεεμὰν ὁ Σύρος, ποὺ ἦλθεν ἀπὸ χώραν μακρυνὴν διὰ νὰ εὔρῃ τὸν Ἐλισαῖον. 28 Καὶ ἐκυριεύθησαν μέσα εἰς τὴν συναγωγὴν ὅλοι ἀπὸ θυμόν, ὅταν ἤκουσαν αὐτά, ποὺ εἶπεν ὁ Κύριος, 29 καὶ ὑπὸ τὸ κράτος τῆς παραφορᾶς των ἐσηκώθησαν καὶ τὸν ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλιν καὶ τὸν ἔφεραν ἕως τὴν ἄκραν κάποιου ὑψώματος τοῦ βουνοῦ, ἐπὶ τοῦ ὁποίου εἶχεν οἰκοδομηθῇ ἡ πόλις των, μὲ τὸν σκοπὸν νὰ τὸν κρημνίσουν κάτω. 30 Αὐτὸς ὅμως ἐπέρασε μέσα ἀπὸ αὐτοὺς κατὰ τρόπον θαυμαστὸν καὶ ἔφυγε.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Δ´ 22 - 30


22 Και όλοι επεβεβαίωναν δι' αυτόν, ότι εκήρυττε με πολλήν δύναμιν και εθαύμαζαν δια τα λόγια τα γεμάτα χάριν, που έβγαιναν από το στόμα του και έλεγαν· “δεν είναι αυτός ο υιός του γνωστού μας Ιωσήφ, ο μαραγκός;” 23 Και είπε προς αυτούς· “ασφαλώς θα μου πήτε την γνωστήν παροιμίαν· ιατρέ, θεράπευσε τον εαυτόν σου· δείξε την δύναμίν σου εδώ εις την πατρίδα σου, κάμε και εδώ τα θαύματα, που ηκούσαμεν ότι έκαμες εις την Καπερναούμ”. 24 Αλλά ο Ιησούς τους είπε· “αλήθεια σας λέγω, ότι κανείς προφήτης δεν έγινε δεκτός με την πρέπουσαν τιμήν εις την πατρίδα του. 25 Σας υπενθυμίζω δε και αυτήν την αλήθειαν, ότι πολλαί χήραι εζούσαν μεταξύ του Ισραηλιτικού λαού κατά την εποχήν του Ηλιού, όταν εκλείσθη ο ουρανός και δεν έβρεξε επί τρία έτη και εξ μήνας, τότε που απλώθηκε μεγάλη πείνα εις όλην την χώραν της Παλαιστίνης. 26 Και εις καμμίαν από τας πτωχάς χήρας των Ιουδαίων δεν εστάλη από τον Θεόν ο Ηλίας, ει μη μόνον εις τα Σαρεπτα της Σιδωνίας προς κάποιαν άγνωστον και άσημον χήραν γυναίκα. 27 Και πολλοί λεπροί ήσαν κατά την εποχήν του προφήτου Ελισαίου στο ισραηλιτικόν έθνος και κανείς από αυτούς δεν εθεραπεύθη, ει μη μόνον ο Νεεμάν, που κατήγετο από την Συρίαν”. 28 Και όλοι μέσα εις την συναγωγήν, όταν ήκουσα αυτά, κατελήφθησαν από ασυγκράτητον οργήν (διότι ενόμισαν ότι ο Κυριος τους θέτει εις κατωτέραν θέσιν από τους ειδωλολάτρας). 29 Εσηκώθησαν, τον ήρπασαν και τον έβγαλαν έξω από την πόλιν, τον έφεραν έως το χείλος ενός κρημνού του όρους, επάνω στο οποίον είχεν οικοδομηθή η πόλις των, με τον σκοπόν να τον κρημνίσουν κάτω. 30 Αυτός όμως επέρασε ανάμεσα από αυτούς κατά ένα τρόπον θαυμαστόν και έφυγε.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα