ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΕΤΡΟΥ Β' Β´ 9 - 22
9 Ὅλα αὐτὰ μαρτυροῦν, ὅτι γνωρίζει ὁ Κύριος τοὺς μὲν εὐσεβεῖς νὰ τοὺς γλυτώνῃ καὶ νὰ τοὺς σώζῃ ἀπὸ δοκιμασίας καὶ περιπετείας, τοὺς δὲ ἀδίκους, οἱ ὁποῖοι καὶ κατὰ τὴν παροῦσαν ζωὴν βασανίζονται ἀπὸ τὴν ἁμαρτωλότητά των, νὰ τοὺς φυλάττῃ διὰ τὴν μεγάλην ἐκείνην ἡμέραν τῆς Κρίσεως (ὁπότε καὶ θὰ τοὺς ἐπιβάλῃ πλήρη τὴν τιμωρίαν).
10 Εἰς κρίσιν καὶ αἰωνίαν καταδίκην ὁ Θεὸς κρατεῖ μάλιστα ἐκείνους, ποὺ πορεύονται ὀπίσω ἀπὸ τὰς σαρκικὰς ἡδονὰς μὲ ἐπιθυμίας ποὺ μολύνουν καὶ μιαίνουν, καὶ οἱ ὁποῖοι καταφρονοῦν τὴν κυριότητα καὶ ἐξουσίαν τοῦ παντοδυνάμου Θεοῦ. Αὐτοὶ εἶναι θρασεῖς καὶ ἀδίστακτοι διὰ τὸ κακόν, ἀλαζονικοὶ καὶ ἀναιδεῖς. Δὲν φοβοῦνται καὶ δὲν τρέμουν, ὅταν βλασφημοῦν καὶ χλευάζουν καὶ αὐτοὺς τοὺς ἐνδόξους ἀγγέλους.
11 Εἰς στιγμὴν κατὰ τὴν ὁποίαν οἱ ἄγγελοι, ἂν καὶ κατὰ τὴν ἰσχὺν καὶ τὴν δύναμιν εἶναι μεγαλύτεροι, δὲν ἐκφέρουν ἐνώπιον τοῦ Κυρίου κρίσιν ὑβριστικὴν οὔτε καὶ ἐναντίον τῶν πονηρῶν δαιμόνων.
12 Αὐτοὶ δὲ οἱ αἱρετικοί, σὰν ἄλογα ζῶα, γεννημένα διὰ νὰ ἀκολουθοῦν τὰς φυσικὰς ὁρμάς, θὰ καταδικασθοῦν ἀσφαλῶς εἰς φθορὰν καὶ ἀπώλειαν, διότι ὑβρίζουν καὶ βλασφημοῦν, ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα ἀγνοοῦν, δηλαδὴ τοὺς ἀγγέλους.
13 Θὰ πάρουν δὲ ὡς μισθὸν τὴν πρέπουσαν τιμωρίαν τῆς ἀδικίας των. Αὐτοὶ θεωροῦν ὡς ἡδονὴν καὶ ἀπόλαυσιν τὸ νὰ ὀργιάζουν εἰς τρυφηλὰς διασκεδάσεις, ὄχι μόνον τὴν νύκτα, ἀλλὰ καὶ τὴν ἡμέραν. Εἶναι στίγματα καὶ ὄνειδος τῆς κοινωνίας καὶ θεωροῦν ἀπόλαυσιν καὶ ἡδονὴν νὰ παραπλανοῦν τοὺς ἄλλους μὲ τὰς ἀπάτας των, τὰς ὁποίας μάλιστα θέτουν εἰς κυκλοφορίαν, ὅταν συντρώγουν μαζῆ σας.
14 Ἔχουν μάτια γεμᾶτα ἀπὸ αἰσχρὰς ἐπιθυμίας καὶ τὰ ὁποῖα μάτια συνεχῶς καὶ ἀκαταπαύστως ἁμαρτάνουν. Ἐξαπατοῦν μὲ δελεαστικὰ καὶ ἀπατηλὰ λόγια ψυχάς, ποὺ δὲν εἶναι στηριγμέναι εἰς τὴν πίστιν καὶ τὴν ἀρετήν. Ἔχουν αὐτοὶ καρδίαν γυμνασμένην εἰς τὴν ἀχόρταστον ἐπιθυμίαν τοῦ χρήματος καὶ τῶν ἡδονῶν. Εἶναι τέκνα τῆς κατάρας!
15 Ἀφοῦ ἐγκατέλειψαν τὸν εὐθὺν δρόμον, παρεπλανήθησαν εἰς τὰς ἀδιεξόδους τῆς ἁμαρτίας. Ἠκολούθησαν τὸν δρόμον καὶ τὸ κακὸν παράδειγμα τοῦ Βαλαάμ, υἱοῦ τοῦ Βοσόρ, ὁ ὁποῖος ἠγάπησε μισθὸν τῆς ἀδικίας (ὅταν ἐπῆρε χρήματα ἀπὸ τὸν βασιλέα τῶν Μωαβιτῶν, διὰ νὰ καταρασθῇ ἐν γνώσει του ἄδικα, τὸν λαὸν τοῦ Θεοῦ, τοὺς Ἰσραηλίτας).
16 Ἀλλ' ἐπῆρε τὸν πρέποντα ἔλεγχον διὰ τὴν παρανομίαν του αὐτήν. Διότι τὸ ὑποζύγιόν του, ὄνος ἐκ φύσεως ἄφωνος, ὡμίλησε μὲ φωνὴν ἀνθρώπου καὶ ἠμπόδισε τὴν παράφρονα αὐτὴν πρᾶξιν τοῦ προφήτου ἐκείνου.
17 Αὐτοὶ εἶναι κατάξερες, χωρὶς νερό, πηγές, σύννεφα ποὺ τὰ σπρώχνουν μὲ ὁρμὴν θυελλώδεις ἄνεμοι. Δι' αὐτοὺς ἔχει φυλαχθῇ καὶ τοὺς περιμένει τὸ κατάμαυρο αἰώνιον σκοτάδι τοῦ Ἅδου.
18 Διότι αὐτοὶ ὁμιλοῦν μὲ ἐξωγκωμένους κτυπητοὺς λόγους, γεμάτους ψεῦδος καὶ ματαιότητα, καὶ παρασύρουν μὲ τὸ δόλωμα τῶν σαρκικῶν ἐπιθυμιῶν καὶ τῶν ἀκολασιῶν, τοὺς ἀστηρίκτους πιστούς, οἱ ὁποῖοι ἐν τούτοις ἔχουν ὄντως ξεφύγει ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρας, τοὺς ζῶντας μέσα εἰς τὴν πλάνην τῆς ἁμαρτίας.
19 Καὶ ὑπόσχονται εἰς αὐτοὺς λύτρωσιν καὶ ἐλευθερίαν, ἐνῶ αὐτοὶ εἶναι δοῦλοι τῆς διαφθορᾶς, ποὺ ὁδηγεῖ εἰς τὴν καταστροφήν. Διότι εἰς ἐκεῖνο τὸ πάθος, ἀπὸ τὸ ὁποῖον κανεὶς ἔχει νικηθῆ, εἰς αὐτὸ καὶ ἔχει ὑποδουλωθῆ.
20 Διότι ἐάν, ἀφοῦ ἀπέφυγαν τοὺς μολυσμοὺς τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου χάρις εἰς τὴν πλήρη γνῶσιν τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐνεπλάκησαν πάλιν καὶ ἔπεσαν εἰς τὰς ἁμαρτωλὰς ἡδονὰς καὶ νικῶνται ἀπὸ αὐτάς, τότε τὸ τελευταῖον των κατάντημα εἶναι χειρότερον ἀπὸ τὸ πρῶτον.
21 Διότι ἦτο πολὺ καλύτερον δι' αὐτούς, νὰ μὴ εἶχαν γνωρίσει καθόλου τὸν δρόμον τῆς δικαιοσύνης, παρά, ἀφοῦ τὸν ἐγνώρισαν καλά, νὰ φύγουν καὶ νὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ τὸ παραδοθὲν εἰς αὐτοὺς ἅγιον θέλημα τοῦ Κυρίου καὶ νὰ ἐπιστρέψουν εἰς τὴν ἀκαθαρσίαν τῆς ἁμαρτωλότητος.
22 Ἔτσι δὲ ἔχει πραγματοποιηθῆ εἰς αὐτοὺς ἐκεῖνο, ποὺ ἡ ἀληθινὴ παροιμία λέγει· <σκυλὶ ποὺ γύρισε πάλι στὸ ξέρασμά του> καὶ χοῖρος, πού, ἀφοῦ ἐλούσθη καὶ ἐκαθαρίσθη, ἐκυλίσθη πάλιν μέσαν εἰς τὴν λάσπην>.