ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΕΤΡΟΥ Β' Α´ 1 - 10
1 Ο Σίμων Πέτρος, δοῦλος καὶ ἀπόστολος Ἰησοῦ Χριστοῦ, γράφει πρὸς ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι δωρεὰν σὰν διὰ λαχνοῦ ἐπέτυχον τὴν πίστιν, ποὺ τοὺς παρέχει τὰ ἴσα προνόμια καὶ τὴν σὴν τιμὴν πρὸς ἡμᾶς τοὺς Ἀποστόλους. Καὶ ἐπέτυχαν τὴν πίστιν αὐτὴν ἕνεκα τῆς ἀπροσωπολήπτου δικαιοσύνης τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι συγχρόνως καὶ Θεός μας καὶ Σωτήρ μας.
2 Εἴθε νὰ πληθυνθοῦν εἰς σᾶς ἡ χάρις καὶ ἡ εἰρήνη διὰ τῆς τελείας γνώσεως τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Ἰησοῦ του Κυρίου μας.
3 Εἶναι ἐπιβεβλημένον, ἀδελφοί, νὰ προοδεύετε εἰς τὴν ἀρετήν, ἐπειδὴ ἡ θεία δύναμις τοῦ Χριστοῦ μᾶς ἔχει χαρίσει ὅλα, ὅσα συντελοῦν εἰς τὴν πνευματικὴν ζωὴν καὶ εὐσέβειαν. Μᾶς τὰ ἐχάρισε δὲ διὰ τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος μᾶς ἐκάλεσεν ἀπὸ τὴν κατάστασιν τῆς ἁμαρτίας εἰς τὴν σωτηρίαν διὰ τῆς ἐνδόξου τελειότητος καὶ δυνάμεώς του, ποὺ συνετέλεσε τὸ θαῦμα αὐτὸ τῆς ἐπιστροφῆς μας.
4 Διὰ τῆς ἐνδόξου δὲ ταύτης τελειότητός του ἐχαρίσθησαν εἰς ἡμᾶς αἱ μέγισται ὑποσχέσεις, ἵνα προτρεπόμενοι καὶ ἐνισχυόμενοι δι' αὐτῶν γίνετε μέτοχοι θείας φύσεως. Γίνετε δηλαδὴ ἅγιοι καὶ συμμέτοχοι τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ ἀπαλλαγῆτε ἀπὸ τὴν διαφθορὰν τοῦ κόσμου, τὴν ὁποίαν προκαλεῖ ἡ ἐφάμαρτος ἐπιθυμία.
5 Καὶ ἀκριβῶς δὲ διότι ὁ Θεὸς ἔκαμε τόσα καὶ τόσα διὰ τὴν σωτηρίαν σας, διὰ τοῦτο καὶ σεῖς συνεργασθῆτε μὲ πᾶσαν δυνατὴν ἐπιμέλειαν καὶ δραστηριότητα καὶ προσθέσατε εἰς τὴν πίστιν, ποὺ ἔχετε, τὴν ἀρετήν, εἰς τὴν ἀρετὴν δὲ προσθέσατε τὴν ἀκριβῆ γνῶσιν τοῦ θείου θελήματος
6 εἰς τὴν γνῶσιν δὲ ταύτην προσθέσατε τὴν αὐτοκυριαρχίαν ἐπὶ πάσης κακῆς κλίσεως εἰς τὴν αὐτοκυριαρχίαν δὲ καὶ ἐγκράτειαν προσθέσατε τὴν ὑπομονὴν εἰς τὰς ἐξωτερικὰς δυσμενεῖς περιστάσεις· εἰς τὴν ὑπομονὴν δὲ προσθέσατε τὸν ὀφειλόμενον πρὸς τὸν Θεόν σεβασμὸν καὶ φόβον.
7 Εἰς δὲ τὸν σεβασμὸν τοῦτον προσθέσατε τὴν ἀγάπην πρὸς τοὺς ἀδελφοὺς Χριστιανούς· εἰς τὴν ἀγάπην δὲ τῶν ἀδελφῶν προσθέσατε τὴν ἀγάπην πρὸς τὸν Χριστὸν καὶ πρὸς ὅλους.
8 Διότι, ὅταν αἱ ἀρεταὶ αὐταὶ ὑπάρχουν καὶ πλεονάζουν εἰς σᾶς, σᾶς καθιστοῦν ἐπιμελεῖς καὶ καρποφόρους καὶ ὄχι ἀμελεῖς καὶ ἀκάρπους προκειμένου νὰ ἐπιτύχετε τὴν τελείαν γνῶσιν τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τὸν ὁποῖον γνωρίζει κανεὶς ὄχι μὲ θεωρίας, ἀλλὰ διὰ τῆς ἀποκτήσεως τῶν ἀρετῶν, ποὺ μᾶς ἐξομοιώνουν καὶ μᾶς ἑνώνουν μὲ αὐτόν.
9 Διότι ἐκεῖνος, εἰς τὸν ὁποῖον δὲν ὑπάρχουν καὶ δὲν πλεονάζουν αἱ ἀρεταὶ ποὺ ἀνέφερα, εἶναι τυφλὸς καὶ βλέπει σκοτεινὰ ὅπως ὁ μύωψ. Πολὺ σκοτεινὰ διακρίνει καὶ τὸν Χριστὸν καὶ τὰ τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδὴ ἐλησμόνησε τὸν καθαρισμὸν τῶν παλαιῶν του ἁμαρτιῶν, ποὺ τοῦ ἐδόθη διὰ τοῦ βαπτίσματος καὶ δὲν ἐκαλλιέργησε μὲ συνεχῆ προσπάθειαν τὴν χάριν καὶ τὸν φωτισμόν, ποὺ τοῦ ἐδόθησαν εἰς τὸ βάπτισμα.
10 Διὰ τοῦτο, ἀδελφοί, καταβάλετε περισσοτέραν σπουδὴν καὶ ἐπιμέλειαν διὰ νὰ κάμετε μὲ τὴν ἀπόκτησιν τῶν ἀρετῶν, ποὺ σᾶς ἀνέφερα, ἀσφαλῆ καὶ ἀμετακίνητον τὴν κλῆσιν σας καὶ τὴν ἐκλογήν σας. Διότι, ὅταν ἀσκῆτε τὰς ἀρετὰς αὐτάς, δὲν θὰ προσκόψετε καὶ δὲν θὰ ἐμποδισθῆτε ποτὲ ἀπὸ τοῦ νὰ ἐπιτύχετε τὴν σωτηρίαν.