❌
Παρασκευή, 16 Φεβρουαρίου 2024

Άγιος Πάμφιλος και οι συν αυτώ Μάρτυρες, Άγιος Φλαβιανός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Παμφίλου μάρτυρος (†307) καὶ τῶν σὺν αὐτῷ. Φλαβιανοῦ πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΕΤΡΟΥ Α' Α´ 1 - 25


1 Πέτρος, ἀπόστολος Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐκλεκτοῖς παρεπιδήμοις διασπορᾶς Πόντου, Γαλατίας, Καππαδοκίας, Ἀσίας καὶ Βιθυνίας, 2 κατὰ πρόγνωσιν Θεοῦ πατρός, ἐν ἁγιασμῷ Πνεύματος, εἰς ὑπακοὴν καὶ ῥαντισμὸν αἵματος Ἰησοῦ Χριστοῦ· χάρις ὑμῖν καὶ εἰρήνη πληθυνθείη. 3 Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ κατὰ τὸ πολὺ αὐτοῦ ἔλεος ἀναγεννήσας ἡμᾶς εἰς ἐλπίδα ζῶσαν δι’ ἀναστάσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐκ νεκρῶν, 4 εἰς κληρονομίαν ἄφθαρτον καὶ ἀμίαντον καὶ ἀμάραντον, τετηρημένην ἐν οὐρανοῖς εἰς ὑμᾶς, 5 τοὺς ἐν δυνάμει Θεοῦ φρουρουμένους διὰ πίστεως εἰς σωτηρίαν ἑτοίμην ἀποκαλυφθῆναι ἐν καιρῷ ἐσχάτῳ· 6 ἐν ᾧ ἀγαλλιᾶσθε, ὀλίγον ἄρτι, εἰ δέον ἐστί, λυπηθέντες ἐν ποικίλοις πειρασμοῖς, 7 ἵνα τὸ δοκίμιον ὑμῶν τῆς πίστεως πολυτιμότερον χρυσίου τοῦ ἀπολλυμένου διὰ πυρὸς δὲ δοκιμαζομένου εὑρεθῇ εἰς ἔπαινον καὶ τιμὴν καὶ δόξαν ἐν ἀποκαλύψει Ἰησοῦ Χριστοῦ, 8 ὃν οὐκ εἰδότες ἀγαπᾶτε, εἰς ὃν ἄρτι μὴ ὁρῶντες, πιστεύοντες δὲ ἀγαλλιᾶσθε χαρᾷ ἀνεκλαλήτῳ καὶ δεδοξασμένῃ, 9 κομιζόμενοι τὸ τέλος τῆς πίστεως ὑμῶν, σωτηρίαν ψυχῶν. 10 περὶ ἧς σωτηρίας ἐξεζήτησαν καὶ ἐξηρεύνησαν προφῆται οἱ περὶ τῆς εἰς ὑμᾶς χάριτος προφητεύσαντες, 11 ἐρευνῶντες εἰς τίνα ἢ ποῖον καιρὸν ἐδήλου τὸ ἐν αὐτοῖς Πνεῦμα Χριστοῦ προμαρτυρόμενον τὰ εἰς Χριστὸν παθήματα καὶ τὰς μετὰ ταῦτα δόξας· 12 οἷς ἀπεκαλύφθη ὅτι οὐχ ἑαυτοῖς, ὑμῖν δὲ διηκόνουν αὐτά, ἃ νῦν ἀνηγγέλη ὑμῖν διὰ τῶν εὐαγγελισαμένων ὑμᾶς ἐν Πνεύματι ἁγίῳ ἀποσταλέντι ἀπ’ οὐρανοῦ, εἰς ἃ ἐπιθυμοῦσιν ἄγγελοι παρακύψαι. 13 Διὸ ἀναζωσάμενοι τὰς ὀσφύας τῆς διανοίας ὑμῶν, νήφοντες, τελείως ἐλπίσατε ἐπὶ τὴν φερομένην ὑμῖν χάριν ἐν ἀποκαλύψει Ἰησοῦ Χριστοῦ, 14 ὡς τέκνα ὑπακοῆς μὴ συσχηματιζόμενοι ταῖς πρότερον ἐν τῇ ἀγνοίᾳ ὑμῶν ἐπιθυμίαις, 15 ἀλλὰ κατὰ τὸν καλέσαντα ὑμᾶς ἅγιον καὶ αὐτοὶ ἅγιοι ἐν πάσῃ ἀναστροφῇ γενήθητε, 16 διότι γέγραπται· ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰμι. 17 καὶ εἰ πατέρα ἐπικαλεῖσθε τὸν ἀπροσωπολήπτως κρίνοντα κατὰ τὸ ἑκάστου ἔργον, ἐν φόβῳ τὸν τῆς παροικίας ὑμῶν χρόνον ἀναστράφητε, 18 εἰδότες ὅτι οὐ φθαρτοῖς, ἀργυρίῳ ἢ χρυσίῳ, ἐλυτρώθητε ἐκ τῆς ματαίας ὑμῶν ἀναστροφῆς πατροπαραδότου, 19 ἀλλὰ τιμίῳ αἵματι ὡς ἀμνοῦ ἀμώμου καὶ ἀσπίλου Χριστοῦ, 20 προεγνωσμένου μὲν πρὸ καταβολῆς κόσμου, φανερωθέντος δὲ ἐπ’ ἐσχάτων τῶν χρόνων δι’ ὑμᾶς 21 τοὺς δι’ αὐτοῦ πιστεύοντας εἰς Θεὸν τὸν ἐγείραντα αὐτὸν ἐκ νεκρῶν καὶ δόξαν αὐτῷ δόντα, ὥστε τὴν πίστιν ὑμῶν καὶ ἐλπίδα εἶναι εἰς Θεόν. 22 Τὰς ψυχὰς ὑμῶν ἡγνικότες ἐν τῇ ὑπακοῇ τῆς ἀληθείας διὰ Πνεύματος εἰς φιλαδελφίαν ἀνυπόκριτον, ἐκ καθαρᾶς καρδίας ἀλλήλους ἀγαπήσατε ἐκτενῶς, 23 ἀναγεγεννημένοι οὐκ ἐκ σπορᾶς φθαρτῆς, ἀλλὰ ἀφθάρτου, διὰ λόγου ζῶντος Θεοῦ καὶ μένοντος εἰς τὸν αἰῶνα· 24 διότι πᾶσα σὰρξ ὡς χόρτος, καὶ πᾶσα δόξα ἀνθρώπου ὡς ἄνθος χόρτου· ἐξηράνθη ὁ χόρτος, καὶ τὸ ἄνθος αὐτοῦ ἐξέπεσε· 25 τὸ δὲ ῥῆμα Κυρίου μένει εἰς τὸν αἰῶνα. τοῦτο δέ ἐστι τὸ ῥῆμα τὸ εὐαγγελισθὲν εἰς ὑμᾶς.

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΕΤΡΟΥ Α' Α´ 1 - 25


1 Πέτρος, ἀπόστολος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, γράφω τὴν ἐπιστολὴν ταύτην πρὸς τοὺς ἐκλεκτοὺς τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔχουν ἀληθινὴν πατρίδα τὸν οὐρανὸν καὶ τώρα εἶναι προσωρινοὶ κάτοικοι τῆς γῆς σκορπισμένοι εἰς τὰς χώρας Πόντου, Γαλατίας, Καππαδοκίας, Ἀσίας καὶ Βιθυνίας. 2 Καὶ ἐγίνατε ἐκλεκτοὶ σύμφωνα μὲ τὴν πρόγνωσιν τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρὸς μὲ τὸν ἁγιασμόν, τὸν ὁποῖον σᾶς μετέδωκε τὸ Πνεῦμα, διὰ νὰ ὑποταχθῆτε εἰς τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ ἀπολαύσετε τὰς χάριτας καὶ τοὺς καρπούς, ποὺ ἐπήγασαν ἀπὸ τὸν σταυρικὸν θάνατόν του· εἴθε νὰ πληθύνουν καὶ νὰ πλεονάσουν εἰς σᾶς ἡ χάρις καὶ ἡ εἰρήνη. 3 Εἶναι ἄξιος δοξολογίας ὁ Θεὸς καὶ Πατὴρ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος σύμφωνα πρὸς τὸ πολὺ ἔλεός του καὶ τὴν εὐσπλαγχνίαν του μᾶς ξαναγέννησε διὰ νὰ μᾶς χαρίσῃ ἐλπίδα ἀγαθῶν αἰωνίων. Καὶ ἔκαμε τὴν ἐλπίδα μας αὐτὴν ζωντανὴν διὰ τῆς ἀναστάσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ βεβαίαν ἐγγύησιν, ὅτι ἡ ἐλπίς μας δὲν θὰ διαψευσθῇ, ἀλλὰ θ’ ἀναστηθῶμεν καὶ ἡμεῖς. 4 Ἡ ζωντανὴ δὲ αὕτη ἐλπὶς ὑπόσχεται κληρονομίαν, ποὺ δὲν φθείρεται καὶ δὲν μολύνεται, οὔτε μαραίνεται, ἀλλ’ ἔχει φυλαχθῆ εἰς τοὺς οὐρανοὺς διὰ σᾶς 5 Καὶ καταδιώκεσθε μὲν τώρα ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς τῆς πίστεως, δὲν θὰ πάθετε ὅμως τίποτε ἀπὸ τὰς ἐπιβουλάς των. Διότι διαφυλάττεσθε ἐν ἀσφαλείᾳ μὲ τὴν δύναμιν τοῦ Θεοῦ διὰ τῆς πίστεως καὶ πεποιθήσεως, τὴν ὁποίαν ἔχετε εἰς τὸν Θεόν. Διαφυλάττεσθε δὲ διὰ τὴν σωτηρίαν, ἡ ὁποία εἶναι ἕτοιμος νὰ ἀποκαλυφθῇ κατὰ τὸν ἔσχατον καιρὸν τῆς δευτέρας παρουσίας. 6 Καὶ καταδιώκεσθε μὲν τώρα ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς τῆς πίστεως, δὲν θὰ πάθετε ὅμως τίποτε ἀπὸ τὰς ἐπιβουλάς των. Διότι διαφυλάττεσθε ἐν ἀσφαλείᾳ μὲ τὴν δύναμιν τοῦ Θεοῦ διὰ τῆς πίστεως καὶ πεποιθήσεως, τὴν ὁποίαν ἔχετε εἰς τὸν Θεόν. Διαφυλάττεσθε δὲ διὰ τὴν σωτηρίαν, ἡ ὁποία εἶναι ἕτοιμος νὰ ἀποκαλυφθῇ κατὰ τὸν ἔσχατον καιρὸν τῆς δευτέρας παρουσίας. 7 Θὰ λυπηθῆτε δὲ ἐπ’ ὀλίγον, διὰ νὰ γίνῃ ἡ διὰ τῶν θλίψεων καὶ τῶν πειρασμῶν τούτων δοκιμασθεῖσα πίστις σας πολυτιμοτέρα ἀπὸ τὸν χρυσόν, ποὺ φθείρεται, ἔστω καὶ ἂν ἔγινεν οὗτος μέσα στὴ φωτιὰ ἁγνὸς καὶ καθαρός, καὶ διὰ νὰ εὑρεθῇ ἡ πίστις σας αὕτη πρὸς ἔπαινόν σας καὶ τιμὴν καὶ δόξαν κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς Κρίσεως, ὅταν θὰ φανερωθῇ ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ὡς ἔνδοξος Κριτής. 8 Τὸν Χριστὸν δὲ αὐτόν, καίτοι δὲν γνωρίζετε προσωπικῶς καὶ δὲν τὸν εἴδατε, ὅταν ἔζη ὡς ἄνθρωπος εἰς τὸν κόσμον αὐτόν, ὅμως τὸν ἀγαπᾶτε. Ἐπειδὴ δέ, καίτοι δὲν τὸν βλέπετε τώρα μὲ τὰ μάτια τοῦ σώματος, πιστεύετε ὅμως εἰς αὐτόν, διὰ τὴν πίστιν σας αὐτὴν θὰ ἀνταμειφθῆτε καὶ θὰ ἀγαλλιᾶσθε εἰς τὸ μέλλον ἀπολαμβάνοντες χαράν, ποὺ δὲν δύναται στόμα ἀνθρώπου νὰ περιγράψῃ καὶ ἡ ὁποία εἶναι γεμάτη ἀπὸ δόξαν. 9 Καὶ θὰ ἀπολαμβάνετε τὴν δοξασμένην αὐτὴν χαράν, διότι θὰ λάβετε ὑπὸ τὴν ἀσφαλῆ κατοχήν σας ἐκεῖνο, εἰς τὸ ὁποῖον καταλήγει καὶ τελειώνει ἡ πίστις, δηλαδὴ τὴν σωτηρίαν τῶν ψυχῶν σας. 10 Περὶ τῆς σωτηρίας δὲ αὐτῆς, τὴν ὁποίαν ἐπιτυγχάνομεν διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, μὲ πόθον πολὺν ἐζήτησαν νὰ μάθουν καὶ ἐξήτασαν οἰ προφῆται, οἱ ὁποῖοι ἐπροφήτευσαν περὶ τῆς χάριτος, ποὺ θὰ ἐδιδετο εἰς σᾶς. 11 Ἐξήταζαν δηλαδή οἰ προφῆται, εἰς ποῖον χρόνον καὶ ὑπὸ ποίας περιστάσεις τὸ Πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶχαν μέσα τους καὶ ἐκ προτέρου ἐμαρτύρει περὶ τῶν μελλόντων, ἐφανέρωνεν, ὅτι θὰ συμβοῦν τὰ πάθη, ποὺ θὰ ὑπέφερεν ὁ Χριστός, καὶ αἱ δόξαι, ποὺ θὰ ἐπηκολούθουν ὕστερον ἀπὸ τὸ πάθη αὐτά. 12 Εἰς τοὺς προφήτας τούτους ἀπεκαλύφθη ἀπὸ τὸν Θεόν, ὅτι ὄχι διὰ τὸν ἑαυτόν τους, ἀλλὰ διὰ σᾶς ἐγίνοντο αὐτοὶ διάκονοι καὶ ὄργανα τοῦ Θεοῦ διὰ νὰ προαναγγείλουν αὐτά, ποὺ σᾶς ἀνηγγέλθησαν τώρα ὡς γεγονότα πλέον ἀπὸ τοὺς κήρυκας τοῦ εὐαγγελίου, τοὺς ὁποίους ἔμπνεει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, τὸ ὁποῖον ἀπεστάλη ἀπὸ τὸν οὐρανόν. Καὶ εἶναι τόσον ὑψηλαὶ καὶ μεγάλοι αἱ ἀλήθειαι αὐταί, ποὺ περιλαμβάνονται εἰς τὸ εὐαγγελικὸν κήρυγμα, ὥστε ἐπιθυμοῦν καὶ αὐτοὶ οἰ ἄγγελοι νὰ ἐμβαθύνουν εἰς αὐτάς. 13 Ἀφοῦ λοιπὸν τόσον μεγάλας καὶ ὑψηλὰς εὐεργεσίας καὶ δωρεὰς μᾶς ἐχάρισεν ὁ Θεός, δι’ αὐτὸ περιμαζεύσατε τὰς διανοίας σας καὶ συγκεντρώσατε τὰς σκέψεις σας ἐλευθερώνοντες τὸν ἐσωτερικόν σας ἄνθρωπον ἀπὸ κάθε τι, ποὺ τὸν ἐμποδίζει νὰ ὑπηρετῇ τὸν Θεόν, καὶ ἐγκρατευόμενοι εἰς ὅλα ἐλπίσατε ἄνευ τοῦ ἐλαχίστου δισταγμοῦ, ὅτι θὰ λάβετε τὴν χάριν τῆς σωτηρίας, τὴν ὁποίαν σᾶς φέρει ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς δευτέρας μεγαλοπρεποῦς ἀποκαλύψεως καὶ παρουσίας του. 14 Σὰν παιδιά, ποὺ μητέρα ἔχουν τὴν ὑπακοὴν καὶ δὲν ἀπειθοῦν ποτὲ εἰς τὴν ἀλήθειαν, χωρὶς νὰ συμμορφώνεσθε πρὸς τὰς ἐπιθυμίας, αἱ ὁποῖαι σᾶς διηύθυναν εἰς τὸ παρελθόν, ὅταν ἦσθε εἰς τὴν ἄγνοιαν καὶ δὲν ἠξεύρατε τὸν Χριστὸν καὶ τὸ Εὐαγγέλιον, 15 ἀλλὰ σύμφωνα μὲ τὸ παράδειγμα τοῦ ἁγίου Θεοῦ, ποὺ σᾶς ἐκάλεσε, γίνετε καὶ σεῖς ἅγιοι εἰς κάθε περίπτωσιν καὶ εἰς κάθε τρόπον τῆς συμπεριφορᾶς σας. 16 Διότι εἶναι γραμμένον εἰς τὴν Ἁγίαν Γραφήν· Νὰ εἶσθε ἅγιοι, διότι ἑγὼ εἶμαι ἅγιος, λέγει πρὸς ὑμᾶς ὁ Κύριος. 17 Καὶ ἐὰν ὀνομάζετε καὶ ἐπικαλῆσθε πατέρα τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος ἀμερολήπτως καὶ χωρὶς νὰ ἀποβλέπῃ εἰς πρόσωπα κρίνει τὸν καθένα μας σύμφωνα μὲ τὸ σύνολον τῶν πράξεων του, μὲ φόβον συμπεριφερθῆτε κατὰ τὸν χρόνον τῆς ζωῆς σας ἐν τῇ γῇ, ὁ ὁποῖος εἶναι χρόνος ξενητειᾶς, διότι ἡ γῆ δὲν εἶναι ἡ ἀληθινὴ καὶ παντοτινὴ πατρίς σας. 18 Πρέπει δὲ μὲ φόβον Θεοῦ νὰ κανονίζετε τὴν συμπεριφοράν σας, διότι γνωρίζετε καὶ δὲν πρέπει ποτὲ νὰ τὸ ξεχάνετε, ὅτι ὄχι μὲ λύτρα φθαρτά, δηλαδὴ μὲ ἀργυρᾶ καὶ χρυσᾶ νομίσματα ἐξηγοράσθητε καὶ ἠλευθερώθητε ἀπὸ τὴν ματαίαν σας διαγωγὴν καὶ συμπεριφοράν, ποὺ τὴν εἴχατε πατροπαράδοτον. 19 Ἀλλ’ ἐξηγοράσθητε μὲ τὸ πολύτιμον αἷμα τοῦ Χριστοῦ, τὸ ὁποῖον προσεφέρθη θυσία σὰν αἷμα μικροῦ ἀρνιοῦ τελείως ἀμολύντου καὶ καθαροῦ ἀπὸ κάθε ἠθικὴν κηλῖδα. 20 Ὁ Χριστὸς δὲ ὡς λυτρωτὴς καὶ ὡς ἀμνὸς ἄμωμος θυσιαζόμενος ὑπὲρ τῶν ἀνθρώπων ἦτο γνωστὸς εἰς τὸν Θεόν πρὸ πάντων τῶν αἰώνων. Καὶ εἶχε μὲν προγνωσθῇ ἀπὸ τὸν Θεόν ἔκτοτε, προτοῦ ἀκόμη νὰ δημιουργηθῇ ὁ κόσμος, ἐφανερώθη δὲ διὰ τῆς ἐνανθρωπήσεως καὶ ἀναστάσεώς του κατὰ τὸν τελευταῖον καιρόν, διὰ σᾶς, 21 οἱ ὁποῖοι διὰ μέσου αὐτοῦ πιστεύετε εἰς τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος τὸν ἀνέστησεν ἐκ νεκρῶν καὶ τὸν ἐδόξασεν, ὥστε ἡ πίστις, ποὺ ἔχετε εἰς τὸν Χριστόν, καὶ ἡ ἐλπίς, τὴν ὁποίαν στηρίζετε εἰς αὐτόν, νὰ εἶναι πίστις καὶ ἐλπίς εἰς αὐτὸν τὸν Θεόν, ποὺ ὕψωσε καὶ ἐδόξασε τὸν Χριστόν. 22 Ὀφείλετε νὰ κάμετε ἁγνὰς καὶ καθαρὰς τὰς ψυχάς σας ἀπὸ κάθε ἀκάθαρτον πάθος καὶ ἀπὸ κάθε κακὴν ἐπιθυμίαν καὶ κλίσιν διὰ τῆς ὑπακοῆς σας εἰς τὴν ἀλήθειαν, τὴν ὁποίαν ὑπακοὴν θὰ σᾶς δώσῃ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Μὲ τὴν ἁγνότητα δὲ αὐτὴν παρασκευαζόμενοι πρὸς φιλαδελφίαν ἐλευθέραν ἀπὸ κάθε προσποίησιν καὶ ὑποκρισίαν, ἀγαπήσατε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον θερμῶς μὲ καρδίαν καθαρὰν καὶ ξένην πρὸς κάθε ἰδιοτέλειαν. 23 Πρέπει δὲ νὰ ἀγαπᾶτε θερμῶς καὶ ἀνιδιοτελῶς ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, διότι εἶσθε ὅλοι ἀδελφοὶ καὶ ἔχετε ἀναγεννηθῆ ὄχι ἀπὸ σπορὰν σαρκικὴν καὶ φθαρτήν. Ἡ νέα ζωή, ποὺ ἐλάβατε ὅλοι, ἐκπηγάζει ἀπὸ σπέρμα ἄφθαρτον. Ἀνεγεννήθητε διὰ τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι λόγος ζωντανός, γεμᾶτος δύναμιν, λόγος ποὺ μένει εἰς τὸν αἰῶνα. 24 Ναί· δὲν εἶναι ἡ ἀναγέννησις σας αὐτὴ σὰν τὴν γέννησιν, ποὺ ἐλάβατε ἀπὸ τοὺς σαρκικοὺς γονεῖς σας. Διότι κάθε ἄνθρωπος εἶναι σὰν τὸν χόρτον, καὶ κάθε δόξα ἀνθρώπου ὁμοιάζει πρὸς τὸ ἄνθος τοῦ χόρτου. Ξηραίνεται ὁ χόρτος καὶ πίπτει μαραμένον τὸ ἄνθος του. Ἔτσι καὶ ἡ σαρκικὴ γέννησις δίδει φθαρτὴν καὶ ἐντελῶς πρόσκαιρον ζωήν. 25 Ὁ λόγος ὅμως τοῦ Κυρίου μένει εἰς τὸν αἰῶνα καὶ ἡ ζωὴ λοιπόν, εἰς τὴν ὁποίαν μᾶς ἀναγεννᾷ, εἶναι ζωὴ αἰώνιος. Ὁ λόγος δὲ αὐτὸς τοῦ Κυρίου εἶναι τὸ κήρυγμα, ποὺ ὡς χαροποιὸς διδασκαλία ἐδιδάχθη εἰς σᾶς.

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΕΤΡΟΥ Α' Α´ 1 - 25


1 Ο Πετρος, απόστολος του Ιησού Χριστού, εις σας τους εκλεκτούς του Θεού, οι οποίοι είσθε τώρα προσωρινοί κάτοικοι, διασκορπισμένοι εις τας χώρας του Ποντου, της Γαλατίας, της Καππαδοκίας, της Ασίας και της Βιθυνίας, 2 και έχετε γίνει εκλεκτοί, σύμφωνα με την αγαθήν προγνώσιν του Θεού και Πατρός, με τον αγιασμόν, που χαρίζει το Πνεύμα το Αγιον, δια να υπακούσετε στο θέλημα του Κυρίου και λάβετε την απολύτρωσιν, που επήγασεν από το χυθέν αίμα του Ιησού Χριστού, εύχομαι η χάρις και η ειρήνη να αυξάνη και να πληθύνεται εις σας. 3 Ας είναι ευλογημένος και δοξασμένος ο Θεός και Πατήρ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ο οποίος σύμφωνα με το πολύ αυτού έλεος και την άπειρον ευσπλαγχνίαν του μας έχει αναγεννήσει πνευματικώς, ώστε με ζωντανήν και αδιάψευστον ελπίδα να αποβλέπωμεν εις τα αιώνια αγαθά δια της αναστάσεως εκ νεκρών του Ιησού Χριστού, η οποία αποτελεί βεβαίωσιν και απόδειξιν και της ιδικής μας αναστάσεως. 4 Αυτή δε η ελπίς αναφέρεται εις κληρονομίαν άφθαρτον και αμόλυντον και αμάραντον, η οποία έχει φυλαχθή δια σας στους ουρανούς. (Και είναι η κληρονομία αυτή, η αιωνία και μακαρία και ένδοξος βασιλεία των ουρανών)· 5 δια σας, οι οποίοι φρουρείσθε και μένετε ασφαλείς με την δύναμιν του Θεού, δια της θερμής και ενεργού πίστεως προς αυτόν, ώστε να αποκτήσετε την σωτηρίαν, που είναι ετοίμη να αποκαλυφθή εις όλην της την δόξαν κατά τον έσχατον καιρόν της Δευτέρας Παρουσίας. 6 Δι' αυτό και πρέπει να χαίρετε πάντοτε, έστω και αν παραστή ανάγκη, δια τον καταρτισμόν και την πρόοδόν σας εις την αρετήν, να λυπηθήτε τώρα ολίγον με τους διαφόρους πειρασμούς και τας ποικίλας θλίψεις. 7 Αι θλίψεις άλλωστε αυταί σκοπόν έχουν να κάμουν δόκιμον και λαμπροτέραν την πίστιν σας, πολυτιμοτέραν από τον φθαρτόν χρυσόν, ο οποίος με την φωτιάν καθαρίζεται από τις σκουριές και λαμπικαρίζεται. Και να ευρεθή έτσι η πίστις σας προς έπαινον και προς τιμήν και δόξαν σας, όταν θα αποκαλυφθή με όλην του την δόξαν ο Χριστός, κατά την Δευτέραν Παρουσίαν. 8 Τον Χριστόν, καίτοι δεν τον εγνωρίσατε και δεν τον είδατε προσωπικώς, όμως τον αγαπάτε. Επειδή δε πιστεύετε εις αυτόν, καίτοι δεν τον βλέπετε τώρα με τα μάτια του σώματος, δοκιμάζετε αγαλλίασιν, ένδοξον και απερίγραπτον χαράν, την οποίαν στόμα ανθρώπου δεν ημπορεί να εκφράση. 9 Βεβαιοι απολύτως, ότι θα κερδήσετε τον σκοπόν και την κατάληξιν της πίστεώς σας, δηλαδή την σωτηρίαν των ψυχών σας. 10 Περί της σωτηρίας αυτής με πολύν ζήλον και ενδιαφέρον εζήτησαν να μάθουν και ηρεύνησαν οι προφήται, οι οποίοι είχαν προφητεύσει περί της χάριτος και της δωρεάς, που θα εδίδετο εις σας. 11 Ηρεύνησαν δηλαδή εις ποίον χρόνον και κκατά ποίαν εποχήν και περίστασιν θα ελάμβαναν χώραν τα παθήματα του Χριστού και αι δόξαι που θα τα επακολουθούσαν, όπως εφανέρωνε εις αυτούς το Πνεύμα του Χριστού, που είχαν μέσα των, όταν προανήγγειλε τα εξαίρετα αυτά γεγονότα. 12 Εις αυτούς δε τους προφήτας είχεν αποκαλυφθή από τον Θεόν, ότι όχι δι' αυτούς, αλλά δια σας και επί των ημερών σας θα επραγματοποιούντο τα προφητευόμενα λόγια, τα οποία τώρα έχουν αναγγελθή προς σας, δια μέσου των Αποστόλων, οι οποίοι σας εκήρυξαν το Ευαγγέλιον, φωτιζόμενοι και εμπνεόμενοι από το Αγιον Πνεύμα, που είχε σταλή από τους ουρανούς. Και είναι τόσον μεγάλα και καταπληκτικά αυτά τα γεγονότα της σωτηρίας μας, ώστε και οι άγγελοι επιθυμούν να σκύψουν με ενδιαφέρον επάνω των και να εμβαθύνουν εις την κατανόησίν των. 13 Δι' αυτό, λοιπόν, περισφίξατε και συγκεντρώσατε τον νουν σας, απαλλάξατε τον από κάθε τι που τον σκοτίζει και τον απομακρύνει από τον Θεόν, άγρυπνοι δε και εγκρατείς ελπίσατε πλήρως και τελείως εις την θείαν χάριν της ενδόξου σωτηρίας, την οποίαν σας έδωσε τώρα, θα σας προσφέρη δε εις όλην της την μεγαλειότητα ο Χριστός κατά την μεγάλην εκείνην ημέραν της δευτέρας και μεγαλοπρεπούς φανερώσεως και παρουσίας του· 14 σαν παιδιά υπακοής, που υποτάσσοντο εις την αλήθειαν, χωρίς να συμμορφώνεσθε και να παρασύρεσθε εις τας επιθυμίας, αι οποίαι σας είχαν υποδουλώσει στον καιρόν της αγνοίας σας τότε, που δεν εγνωρίζετε τον Χριστόν και το Ευαγγέλιον. 15 Αλλά κατά τον τύπον του Αγίου Θεού, που σας εκάλεσε στον δρόμον του αγιασμού, γίνεσθε και σεις εις όλην σας την εσωτερικήν και εξωτερικήν συμπεριφοράν άγιοι. 16 Διότι είναι γραμμένον εις την Αγίαν Γραφήν· “να γίνεσθε εις όλην σας την ζωήν άγιοι, διότι εγώ, ο Θεός και Πατέρας σας, είμαι άγιος”. 17 Και εφ' όσον επικαλείσθε ως Πατέρας σας τον Θεόν, ο οποίος κρίνει τον καθένα χωρίς προσωποληψίαν, αλλά σύμφωνα με τα έργα της ζωής του, να συμπεριφερθήτε και να περάσετε τον χρόνον της προσωρινής αυτής κατοικίας σας εις την γην με φόβον Θεού· 18 γνωρίζοντες καλά, ότι δεν εξαγορασθήκατε και δεν ελευθερωθήκατε από την πατροπαράδοτον ματαίαν και αμαρτωλήν ζωήν και συμπεριφοράν με λύτρα φθαρτά, με αργυρ η χρυσά νομίσματα, 19 αλλ' έχετε εξαγορασθή με το ατίμητον αίμα του Χριστού ο οποίος προσεφέρθη θυσία, ως αμόλυντος καθαρός και ακηλίδωτος αμνός. 20 Ο Χριστός δε είχε προγνωσθή και προορισθή από τον Θεόν και Πατέρα, πριν ακόμη δημιουργηθή ο κόσμος, δια την μεγάλην αυτήν λυτρωτικήν θυσίαν, εφανερώθη δε με την ενανθρώπησίν του κατά τους τελευταίους τούτους χρόνους δια σας, 21 οι οποίοι δια μέσου αυτού πιστεύετε στον Θεόν, που τον ανέστησε εκ των νεκρών και του έδωσεν απεριόριστον δόξαν, ώστε η πίστις σας και η ελπίδα σας προς αυτόν, να είναι πίστις και ελπίς εις αυτόν τούτον τον άπειρον Θεόν και Πατέρα, ο οποίος τον έστειλε Σωτήρα των ανθρώπων και τον εδόξασε δια της αναστάσεως και αναλήψεως στους ουρανούς. 22 Αφού δε κατά καθήκον και προς το συμφέρον σας καταστήσατε τας ψυχάς σας αγνάς και καθαράς από κάθε μολυσμόν και επιθυμίαν της αμαρτίας με την πρόθυμον υπακοήν σας εις την αλήθειαν δια του φωτισμού και της δυνάμεως του Αγίου Πνεύματος, ώστε να είναι αι ψυχαί σας δεκτικαί μιας ειλικρινούς και ανυποκρίτου φιλαδελφίας, αγαπήσατε ο ένας τον άλλον θερμώς και πλουσίως με καρδίαν καθαράν από κάθε ιδιοτέλειαν και αντιζηλίαν. 23 Και τούτο, διότι έχετε αναγεννηθή ως νέοι πνευματικοί άνθρωποι και αδελφοί, όχι από σποράν σαρκικήν και φθαρτήν, αλλά με του Θεού τον λόγον, ο οποίος είναι γεμάτος ζωήν και δύμαμιν και μένει ακατάλυτος στον αιώνα. 24 Η αναγέννησίς σας αυτή δεν είναι σαν την σαρκικήν και φθαρτήν γέννησίν σας από τους γονείς σας. Διότι κάθε άνθρωπος γενικώς είναι σαν το χορτάρι και κάθε δόξα του ανθρώπου είναι σαν το άνθος του χόρτου. Εξηράθηκε το χόρτον και το άνθος αυτού έπεσε μαραμένον εις την γην. Ετσι μοιάζει η σαρκική γέννησις και επίγειος ζωη. 25 Εξ αντιθέτου ο λόγος του Κυρίου μένει αιώνιος και ακατάλυτος· και η ζωη, την οποίαν χαρίζει είναι άφθαρτος. Ο ζωοποιός δε αυτός λόγος του Θεού είναι το κήρυγμα του Χριστού, το οποίον σαν χαρμόσυνον μήνυμα έχει κηρυχθή εις σας.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΙΒ´ 1 - 12


1 Καὶ ἤρξατο αὐτοῖς ἐν παραβολαῖς λέγειν· Ἀμπελῶνα ἐφύτευσεν ἄνθρωπος, καὶ περιέθηκε φραγμὸν καὶ ὤρυξεν ὑπολήνιον καὶ ᾠκοδόμησε πύργον, καὶ ἐξέδετο αὐτὸν γεωργοῖς καὶ ἀπεδήμησε. 2 καὶ ἀπέστειλε πρὸς τοὺς γεωργοὺς τῷ καιρῷ δοῦλον, ἵνα παρὰ τῶν γεωργῶν λάβῃ ἀπὸ τοῦ καρποῦ τοῦ ἀμπελῶνος. 3 καὶ λαβόντες αὐτὸν ἔδειραν καὶ ἀπέστειλαν κενόν. 4 καὶ πάλιν ἀπέστειλε πρὸς αὐτοὺς ἄλλον δοῦλον· κἀκεῖνον λιθοβολήσαντες ἐκεφαλαίωσαν καὶ ἀπέστειλαν ἠτιμωμένον. 5 καὶ πάλιν ἄλλον ἀπέστειλε· κἀκεῖνον ἀπέκτειναν, καὶ πολλοὺς μὲν ἄλλους, οὓς μὲν δέροντες, οὓς δὲ ἀποκτέννοντες. 6 ἔτι οὖν ἕνα υἱὸν ἔχων, ἀγαπητόν αὐτοῦ, ἀπέστειλε καὶ αὐτὸν ἔσχατον πρὸς αὐτοὺς λέγων ὅτι ἐντραπήσονται τὸν υἱόν μου. 7 ἐκεῖνοι δὲ οἱ γεωργοὶ, θεασάμενοι αὐτόν ἐρχόμενον, πρὸς ἑαυτοὺς εἶπον ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ κληρονόμος· δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτόν, καὶ ἡμῶν ἔσται ἡ κληρονομία. 8 καὶ λαβόντες ἀπέκτειναν αὐτόν καὶ ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος. 9 τί οὖν ποιήσει ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος; ἐλεύσεται καὶ ἀπολέσει τοὺς γεωργοὺς τούτους, καὶ δώσει τὸν ἀμπελῶνα ἄλλοις. 10 οὐδὲ τὴν γραφὴν ταύτην ἀνέγνωτε, λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας· 11 παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη, καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν; 12 Καὶ ἐζήτουν αὐτὸν κρατῆσαι, καὶ ἐφοβήθησαν τὸν ὄχλον· ἔγνωσαν γὰρ ὅτι πρὸς αὐτοὺς τὴν παραβολὴν εἶπε. καὶ ἀφέντες αὐτὸν ἀπῆλθον.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΙΒ´ 1 - 12


1 Καὶ ἤρχισε νὰ ὁμιλῇ πρὸς αὐτοὺς μὲ παραβολάς· ἕνας ἄνθρωπος ἐφύτευσε ἄμπελον, καὶ ἔβαλε τριγύρω ἀπ’ αὐτὴν φράχτην καὶ ἔσκαψε κάτω ἀπὸ τὸν ληνὸν στέρναν διὰ νὰ μαζεύεται ἐκεῖ ὁ μοῦστος, καὶ ἔκτισε πύργον διὰ νὰ μένουν εἱς αὐτὸν οἱ φύλακες καὶ ἐργάται, καὶ τὴν ἐνεπιστεύθη εἰς γεωργοὺς καὶ ἀνεχώρησεν εἰς ἄλλην χώραν. Ὁ Θεὸς δηλαδὴ παρεσκεύασε καὶ ἐπεμελήθη ὡς ἰδικόν του λαὸν τὸν Ἰουδαϊκὸν λαόν. Καὶ ἐνεπιστεύθη τοῦτον εἰς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς ἄρχοντας, διὰ νὰ τὸν καλλιεργήσουν πρὸς παραγωγὴν ἔργων πίστεως καὶ ἀρετῆς. 2 Καὶ εἰς τὴν κατάλληλον ἐποχὴν τῆς ἐσοδείας ἀπέστειλε πρὸς τοὺς γεωργοὺς δοῦλον, διὰ νὰ παραλάβῃ ἀπὸ τοὺς γεωργοὺς μέρος ἀπὸ τὸν καρπὸν τῆς ἀμπέλου. Ἔστειλε δηλαδὴ ὁ Θεὸς τὴν πρώτην σειρὰν τῶν προφητῶν, διὰ νὰ διαπιστώσουν τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς, ποὺ ὤφειλεν ὡς ἄλλη καλλιεργημένη ἄμπελος νὰ καρποφορήσῃ ὁ τόσον εὐνοηθεὶς ἀπὸ τὸν Θεὸν λαός. 3 Αὐτοὶ ὅμως, ἀφοῦ ἔπιασαν τὸν δοῦλον αὐτόν, τὸν ἔδειραν καὶ τὸν ἔδιωξαν μὲ ἀδειανὰ χέρια. Ἡ πρώτη σειρὰ τῶν προφητῶν ἐστάλη εἰς τὸν Ἰσραὴλ ματαίως καὶ χωρὶς κανὲν ἀγαθὸν ἀποτέλεσμα. 4 Καὶ ἐπρόσθεσεν ὁ Θεὸς καὶ δευτέραν ἀποστολήν. Ἔστειλε πάλιν πρὸς τοὺς γεωργοὺς ἄλλον δοῦλον. Καὶ ἐκεῖνον ἀφοῦ τὸν ἐλιθοβόλησαν, τοῦ ἔσπασαν τὴν κεφαλὴν καὶ τὸν ἐδίωξαν ἀτιμασμένον. Καὶ τὴν δευτέραν λοιπὸν ἀποστολὴν τῶν προφητῶν οἱ ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων ἐκακομεταχειρίσθησαν περισσότερον ἀπὸ τὴν πρώτην. 5 Καὶ ἐπρόσθεσε καὶ τρίτην καὶ ἄλλας ἀποστολάς. Πάλιν δηλαδὴ ἀπέστειλεν ἄλλον δοῦλον. Καὶ ἐκεῖνον τὸν ἐφόνευσαν καὶ πολλοὺς ἄλλους ἐκακομεταχειρίσθησαν, ἄλλους μὲν δέρνοντες, ἄλλους δὲ φονεύοντες. 6 Εἶχε λοιπὸν ἀκόμη ἕνα υἱόν, ἀγαπημένον του· καὶ ἀπέστειλεν είς τὸ τέλος καὶ αὐτὸν πρὸς αὐτοὺς λέγων, ὅτι οἰ ἄνθρωποι αὐτοὶ πρέπει τουλάχιστον νὰ ἐντραποῦν τὸν υἱόν μου. Ἔστειλε λοιπὸν καὶ τὸν υἱόν του, τὸν Ἰησοῦν Χριστόν. 7 Οἱ γεωργοὶ ὅμως ἐκεῖνοι εἶπον μεταξύ τους, ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ κληρονόμος. Ἐλᾶτε, ἂς τὸν φονεύσωμεν, καὶ θὰ εἶναι ἰδική μας ἡ κληρονομία. Ἀνενόχλητοι πλέον θὰ ἐξουσιάζωμεν τὴν συναγωγὴν καὶ θὰ ἐκμεταλλευώμεθα αὐτήν. 8 Καὶ ἀφοῦ τὸν ἔπιασαν, τὸν ἐφόνευσαν καὶ τὸ σῶμα του τὸ ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὴν ἄμπελον. 9 Τί λοιπὸν θὰ κάμῃ εἰς αὐτοὺς ὁ κύριος τῆς ἀμπέλου; Θὰ ἔλθῃ καὶ θὰ ἐξολοθρεύσῃ τοὺς γεωργοὺς αὐτοὺς καὶ θὰ δώσῃ τὴν ἄμπελον εἰς ἄλλους. Πράγματι δέ, ἀφοῦ ἐξωλόθρευσε τοὺς Ἰουδαίους καὶ κατέστρεψε διὰ τῶν Ρωμαίων τὴν Ἱερουσαλήμ, παρέδωκε τὴν ἄμπελόν του εἰς τὸν νέον Ἰσραὴλ τῆς χάριτος, εἰς τοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς διαδόχους των, πρὸς καρποφόρον καλλιέργειαν. 10 Καὶ ἐξηκολούθησεν ὁ Κύριος: Δὲν ἀνεγνώσατε οὔτε κἂν τὸ χωρίον αὐτὸ τῆς Γραφῆς; Λίθον, τὸν ὁποῖον ἀπέρριψαν ὡς ἀκατάλληλον οἱ κτίσται, αὐτὸς ἔγινε τῆς ὅλης οἰκοδομῆς κεφαλὴ καὶ ἀκρογωνιαῖος λίθος; 11 Ἀπὸ τὸν Κύριον ἔγινεν ἡ τοποθέτησις αὐτὴ τοῦ λίθου καὶ εἶναι θαυμαστὴ εἰς τὰ μάτια ἡμῶν τῶν πιστῶν. Δηλαδή, ἐγώ, τὸν ὁποῖον σὰν ἄλλον λίθον ἀπερρίψατε ὡς ἀκατάλληλον ἐν τῇ οἰκοδομῇ τοῦ Θεοῦ, ἔγινα τῆς ὅλης οἰκοδομῆς κεφαλὴ καὶ συνήνωσα τοὺς λαοὺς εἰς μίαν Ἐκκλησίαν. Τὸ θαυμαστὸν δὲ εἰς τὰ μάτια ὅλων τῶν πιστῶν γεγονὸς τοῦτο ἔγινεν ἀπὸ τὸν Κύριον. 12 Καὶ ἐζήτουν οἱ ἀρχιερεῖς νὰ τὸν συλλάβουν, καὶ ἐφοβήθησαν τὸν λαόν. Ἐζήτουν δὲ νὰ τὸν συλλάβουν, διότι ἐκατάλαβαν, ὅτι δι’ αὐτοὺς εἶπε τὴν παραβολήν. Καὶ ἀφοῦ τὸν ἀφῆκαν, ἔφυγαν.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΙΒ´ 1 - 12


1 Ηρχισε τότε να ομιλή εις αυτούς με παραβολάς. “Ενας άνθρωπος εφύτεψε αμπέλι και ύψωσε ολόγυρα φράκτην και έσκαψε πατητήρι και στέρνα δια τον μούστον, έκτισε πύργον δια να μένουν οι φύλακες και οι εργάται, και έτοιμο πλέον το αμπέλι το παρέδωσε στους γεωργούς, να το καλλιεργούν, να αποδίδουν δε και εις αυτόν την αναλογίαν των καρπών και εταξίδευσεν εις άλλην χώραν. 2 Και κατά την κατάλληλον εποχήν έστειλεν στους γεωργούς ένα δούλον, δια να παραλάβη από αυτούς ένα μέρος από τον καρπόν του αμπελιού. 3 Εκείνοι όμως, αφού επιασαν τον δούλον, τον έδειραν και τον έδιωξαν με αδειανά τα χέρια. 4 Και πάλιν ο οικοδεσπότης έστειλε εις αυτούς άλλον δούλον· και εκείνον, αφού τον ελιθοβόλησαν, τον επλήγωσαν στο κεφάλι και τον εδίωξαν ντροπιασμένον. 5 Και πάλιν έστειλε άλλον και εκείνον τον εφόνευσαν και πολλούς άλλους εκακοποίησαν, άλλους μεν τους έδερναν, άλλους δε τους εφόνευαν. 6 Ακόμη, λοιπόν, ένα μονογενή και αγαπητόν Υιόν, που είχε, τον έστειλε τελευταίον προς αυτούς λέγων· Οτι αυτοί οι άνθρωποι θα εντραπούν επί τέλους τον υιόν μου. 7 Εκείνοι όμως οι γεωργοί, όταν είδαν αυτόν να έρχεται, είπαν μεταξύ τους· ότι αυτός είναι ο κληρονόμος· ελάτε να τον φονεύσωμεν και θα μείνη έτσι ιδική μας πλέον η κληρονομία. 8 Και αφού τον επιασαν, τον εφόνευσαν και τον έβγαλαν έξω από το αμπέλι. 9 Τι θα κάμη λοιπόν ο κύριος του αμπελώνος; Θα έλθη και θα εξολοθρεύση τους γεωργούς αυτούς και θα δώση εις άλλους το αμπέλι, (Ετσι θα τιμωρήση ο Θεός τους πνευματικούς ηγέτας του Ισραήλ, στους οποίους ως καρποφόρον άμπελον ενεπιστεύθη τον λαόν του, και τον οποίον αυτοί κατά πολλούς τρόπους ήθελαν να εκμεταλλεύωνται δια την ιδικήν των ωφέλειαν. Δια να μένουν δε ανενόχλητοι εις την ανίερον εκμετάλλευσίν των έδιωχναν και έδερναν και εφόνευαν τους προφήτας, τους οποίους κατά καιρούς έστελνεν εις αυτούς ο Θεός, δια να τους υπενθυμίση το καθήκον των. Και θα εμπιστευθή ο Θεός τον νέον λαόν της Χαριτος εις άλλους πνευματικούς ηγέτας). 10 Και επρόσθεσε ο Κυριος· “δεν εδιαβάσατε ούτε αυτό το χωρίον της Γραφής που λέγει· Λιθον τον οποίον απέρριψαν ως ακατάλληλον οι κτίσται, αυτός έγινε ο κυριώτερος ακρογωνιαίος λίθος, δι' όλην την οικοδομήν. 11 Από τον Κυριον έγινεν η τοποθέτησις αυτή του λίθου και είναι αξιοθαύμαστος εις τα μάτια ημών των πιστών;” 12 Και εζητούσαν οι αρχιερείς να τον συλλάβουν, αλλά εφοβήθησαν τον λαόν· ήθελαν δε να τον συλλάβουν, διότι εκατάλαβαν καλά, ότι δι' αυτούς είπε την παραβολήν. Και αφού τον αφήκαν, έφυγαν.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα