ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΙΑ´ 11 - 23
11 Καὶ εἰσῆλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ εἰς τὸν ἱερὸν περίβολον τοῦ ναοῦ. Καὶ ἀφοῦ μὲ ἀγανάκτησιν ἐκύτταξε τριγύρω ὅλα, ἐπειδὴ ἦτο πλέον ἡ ὥρα προχωρημένη, ἐβγῆκεν εἰς τὴν Βηθανίαν μαζὶ μὲ τοὺς δώδεκα.
12 Καὶ τὴν αὐριανὴν ἡμέραν, ἀφοῦ ἐβγῆκαν ἀπὸ τὴν Βηθανίαν διὰ νὰ ἐπανέλθουν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, ἐπείνασεν ὁ Ἰησοῦς.
13 Καὶ ἀφορμὴν λαμβάνων ἀπὸ τὴν πεῖναν του, σὰν εἶδεν ἀπὸ μακρυὰ μίαν συκῆν ποὺ εἶχε φύλλα, ἦλθε. Καὶ ὅπως ἐνόμισαν οἱ μαθηταί, ἦλθε, μήπως εὕρῃ τίποτε εἰς αὐτὴν διὰ νὰ φάγῃ. Ὁ σκοπός του ὅμως ἦτο νὰ χρησιμοποιήσῃ τὴν συκῆν ὡς σύμβολον καὶ ὡς μέσον ἐποπτικῆς διδασκαλίας. Καὶ ὅταν ἦλθε πλησίον της, δὲν ηὗρε τίποτε παρὰ φύλλα· διότι δὲν ἦτο ἡ ἐποχὴ τῶν σύκων. Ἀλλ’ ἡ συκῆ ἐκείνη οὔτε ἄωρα σῦκα εἶχεν ἐπάνω της.
14 Καὶ διὰ νὰ δώσῃ μάθημα περὶ τοῦ ποία θὰ εἶναι ἡ τύχη κάθε ἀνθρώπου, ἀκάρπου σὰν τὴν συκῆν, ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς καὶ τῆς εἶπε· Νὰ μὴ φάγῃ πλέον κανεὶς ἀπὸ σένα καρπὸν εἰς τὸν αἰῶνα. Σὰν νὰ ἔλεγε καὶ εἰς τὴν συναγωγὴν τῶν Ἰουδαίων, ποὺ τότε εἶχε νὰ ἐπιδείξῃ μόνον φύλλα καὶ ἐξωτερικοὺς τύπους, ὄχι δὲ καὶ καρποὺς ἀρετῆς: Κανεὶς νὰ μὴ ἀπολαύσῃ ἀπὸ σὲ πνευματικὸν ἀγαθόν, ἀλλὰ ἐφ’ ὅσον ἐπιμένεις νὰ δεικνύῃς ἀπιστίαν εἰς ἐμέ, νὰ μείνῃς στεῖρα αἰωνίως. Καὶ ἤκουαν οἱ μαθηταὶ τὴν κατάραν αὐτὴν τοῦ Ἰησοῦ κατὰ τῆς συκῆς.
15 Καὶ ἔρχονται πάλιν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα. Καὶ ἀφοῦ ἐμβῆκεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὸν ἱερὸν περίβολον τοῦ ναοῦ, ἤρχισε νὰ βγάζῃ ἔξω ἐκείνους, ποὺ ἐπώλουν καὶ ἠγόραζον μέσα εἰς τὸ ἱερόν, καὶ ἀναποδογύρισε τὰ τραπέζια τῶν ἀργυραμοιβῶν, ποὺ ἀντήλλασσαν τὰ ξένα νομίσματα μὲ Ἰουδαϊκὰ διὰ τὴν πληρωμὴν τοῦ φόρου τοῦ ναοῦ, καθὼς καὶ τὰ καθίσματα ἐκείνων ποὺ ἐπώλουν τὰς περιστεράς.
16 Καὶ δὲν ἄφινε νὰ μεταφέρῃ κανεὶς διὰ μέσου τοῦ ἱεροῦ περιβόλου τοῦ ναοῦ κανένα οἰκιακὸν ἔπιπλον ἢ ἀγγεῖον.
17 Καὶ ἐδίδασκε καὶ ἔλεγεν εἰς αὐτούς· Δὲν ἔχει γραφῆ ἀπὸ τὸν προφήτην Ἠσαΐαν, ὅτι ὁ οἶκος μου θὰ ὀνομασθῇ οἶκος προσευχῆς δι’ ὅλα τὰ ἔθνη, τὰ ὁποῖα θὰ ἐπιστρέψουν εἰς ἐμὲ τὸν ἀληθινὸν Θεὸν καὶ θὰ μὲ λατρεύσουν; Σεῖς ὅμως ἐκάματε τὸν οἶκον μου αὐτόν, καθὼς ἔχει γραφῆ ἀπὸ τὸν προφήτην Ἱερεμίαν, σπήλαιον, ὅπου συναθροίζονται λῃσταί, διότι ἐμπορεύεσθε καὶ χρησιμοποιεῖτε πλῆθος ψέματα καὶ ἀπάτας διὰ νὰ κλέψῃ ὁ ἕνας τὸν ἄλλον.
18 Καὶ ἤκουσαν οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ ἀρχιερεῖς τὰ γενόμενα, καὶ ἐπειδὴ ἐθεώρουν τοὺς ἑαυτούς των μόνους ἁρμοδίους διὰ τὴν ἐπίβλεψιν τῆς τάξεως ἐν τῷ ναῷ, ἐθίχθησαν καὶ ἐζήτουν μὲ ποῖον τρόπον νὰ τὸν θανατώσουν. Διότι δὲν ἠδύναντο φανερὰ νὰ τὸν συλλάβουν, ἐπειδὴ ἐφοβοῦντο αὐτόν. Καὶ τὸν ἐφοβοῦντο, διότι ὅλος ὁ λαὸς ἐθαύμαζε πολὺ τὴν διδαχήν του.
19 Καὶ ὅταν ἐβράδυασεν, ἔβγαινεν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλιν διὰ να περνᾷ τὴν νύκτα του ἐκεῖ.
20 Καὶ τὸ πρωΐ, καθὼς ἐπερνοῦσαν, εἶδαν οἱ μαθηταὶ τὴν συκῆν νὰ εἶναι ξηραμένη ἀπὸ τὰς ρίζας.
21 Καὶ ἐνεθυμήθη ὁ Πέτρος καὶ τοῦ εἶπε· Διδάσκαλε, κύτταξε τὴν συκῆν, ποὺ κατηράσθης, ἐξεράθη.
22 Καὶ ὁ Ἰησοῦς ἀπεκρίθη καὶ τοὺς εἶπε· Μὴ θαυμάζετε διὰ τὸ θαῦμα αὐτό. Νὰ ἔχετε πίστιν καὶ πεποίθησιν εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τὴν δύναμίν του.
23 Σᾶς προτρέπω δὲ ν’ ἀποκτήσετε πίστιν θερμήν, διότι ἀληθῶς σᾶς λέγω, ὅτι εἰς ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος ὄχι πρὸς ἁπλὴν ἐπίδειξιν θαυματουργικῆς δυνάμεως, ἀλλὰ διὰ σοβαρὰν καὶ σπουδαίαν ἀνάγκην θὰ εἴπῃ εἱς τὸ βουνὸ αὐτό, σήκω καὶ πέσε εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ δὲν θὰ αἰσθανθῇ δισταγμὸν καὶ ἀμφιβολίαν μέσα εἰς τὴν καρδίαν του, ἀλλὰ θὰ πιστεύσῃ, ὅτι ἐκεῖνα ποὺ λέγει γίνονται διὰ τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ, εἰς αὐτὸν ποὺ θὰ ἔχῃ τὴν πίστιν αὐτήν, θὰ γίνῃ ἐκεῖνο ποὺ θὰ εἴπῃ.