❌
Παρασκευή, 26 Ιανουαρίου 2024

Όσιος Ξενοφών μετά της συμβίου του Μαρίας και των τέκνων Αρκαδίου και Ιωάννη, Όσιος Συμεών ο Παλαιός, Όσιος Αμμωνάς, Όσιος Κλήμης ο εν τω Όρει Σαγματίω άσκησας
Ξενοφῶντος ὁσίου καὶ τῆς συνοδείας αὐτοῦ (ϛ΄ αἰ.)· Κλήμεντος ὁσίου τοῦ Ἀθηναίου (†1111).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Γ´ 9 - 17


9 Θεοῦ γάρ ἐσμεν συνεργοί· Θεοῦ γεώργιον, Θεοῦ οἰκοδομή ἐστε. 10 Κατὰ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ τὴν δοθεῖσάν μοι ὡς σοφὸς ἀρχιτέκτων θεμέλιον τέθεικα, ἄλλος δὲ ἐποικοδομεῖ· ἕκαστος δὲ βλεπέτω πῶς ἐποικοδομεῖ· 11 θεμέλιον γὰρ ἄλλον οὐδεὶς δύναται θεῖναι παρὰ τὸν κείμενον, ὅς ἐστιν Ἰησοῦς Χριστός. 12 εἰ δέ τις ἐποικοδομεῖ ἐπὶ τὸν θεμέλιον τοῦτον χρυσόν, ἄργυρον, λίθους τιμίους, ξύλα, χόρτον, καλάμην, 13 ἑκάστου τὸ ἔργον φανερὸν γενήσεται· ἡ γὰρ ἡμέρα δηλώσει· ὅτι ἐν πυρὶ ἀποκαλύπτεται· καὶ ἑκάστου τὸ ἔργον ὁποῖόν ἐστι τὸ πῦρ δοκιμάσει. 14 εἴ τινος τὸ ἔργον μενεῖ ὃ ἐπῳκοδόμησε, μισθὸν λήψεται· 15 εἴ τινος τὸ ἔργον κατακαήσεται, ζημιωθήσεται, αὐτὸς δὲ σωθήσεται, οὕτως δὲ ὡς διὰ πυρός. 16 Οὐκ οἴδατε ὅτι ναὸς Θεοῦ ἐστε καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν; 17 εἴ τις τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ φθείρει, φθερεῖ τοῦτον ὁ Θεός· ὁ γὰρ ναὸς τοῦ Θεοῦ ἅγιός ἐστιν, οἵτινές ἐστε ὑμεῖς.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Γ´ 9 - 17


9 10 11 12 13 14 15 16 17

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Γ´ 9 - 17


9 Ο Απολλώς, λοιπόν, και εγώ είμεθα μεταξύ μας ένα, συνεργάται του Θεού δια την ιδικήν σας σωτηρίαν. Σεις δε είσθε αγρός και ιδιοκτησία του Θεού, που καλιεργείται από αυτόν τον ίδιον. Είσθε οικοδόμημα του Θεού, που εις την πραγματικότητα κτίζεται από τον ίδιον τον Θεόν με όργανά του ημάς. 10 Συμφωνα δε με την χάριν και την αποστολήν που μου έδωσεν ο Θεός μεταξύ των εθνών, εγώ, σαν σοφός αρχιτέκτων φωτισμένος από τον Θεόν, έχω θέσει ακλόνητον θεμέλιον εις την Κορινθον και άλλος κτίζει επάνω στο θεμέλιον αυτό. Ο καθένας όμως ας βλέπη και ας προσέχη πως κτίζει επάνω στο θεμέλιον. 11 Δεν πρέπει δε να ασχολήται με νέαν θεμελίωσιν, διότι κανένας δεν ημπορεί να βάλη άλλο θεμέλιο αγκωνάρι εκτός από εκείνο που έχει ήδη τεθή και κείται εις την βάσιν της οικοδομής· και αυτός είναι ο Ιησούς Χριστός. 12 Εάν δε κανείς κτίζη επάνω στο θεμέλιον αυτό πολύτιμα υλικά, όπως είναι ο χρυσός, ο άργυρος, οι πολύτιμοι λίθοι, η κτίζη ξύλα, χορτάρι και καλάμια, 13 ας έχη υπ' όψιν του, ότι του καθενός οικοδόμου θα γίνη φανερόν το έργον και η αξία του. Διότι η μεγάλη εκείνη ημέρα της κρίσεως θα το φανερώση ολοκάθαρα. Επειδή θα συνοδεύεται αυτή με την θείαν δικαιοσύνην, η οποία σαν φως θα αποκαλύπτη και σαν πυρ θα κατακαίη κάθε τι το ευτελές και σάπιο. Και του καθενός το έργον τι είναι και τι αξίζει, θα το φανερώση η δικαία κρίσις του Θεού που ομοιάζει με την φωτιά. 14 Εάν, λοιπόν, το έργον που ένας ωκοδόμησε επάνω στο θεμέλιον, στον Χριστόν, μένη άθικτον από την φωτιά, καθ' ο στερεόν και ανθεκτικόν, αυτός θα λάβη μισθόν. 15 Εάν όμως κάποιου άλλου το έργον κατακαή και γίνη στάκτη, αυτός θα ζημιωθή, διότι οι κόποι του θα πάνε χαμένοι. Ο ίδιος όμως ίσως σωθή με πολύ μεγάλην δυσκολίαν, σαν εκείνον που διέρχεται ανάμεσα από τας φλόγας. (Θα σωθή εάν η δικαιοσύνη του Θεού τον κρίνη, τουλάχιστον δια την καλήν του διάθεσιν, άξιον συγνώμης και σωτηρίας). 16 Σεις οι Κορίνθιοι είσθε αυτό το πνευματικόν οικοδόμημα, δια το οποίον ομιλώ. Σας ερωτώ, λοιπόν· δεν γνωρίζετε, ότι είσθε πράγματι πνευματικός ναός του Θεού και ότι το πνεύμα του Θεού κατοικεί μέσα σας και μεταξύ σας; 17 Εάν, λοιπόν, κανείς με τας φιλονεικίας και τας διαιρέσεις καταστρέφη τον ναόν του Θεού, ας γνωρίζη αυτός, ότι θα τον καταστρέψη ο Θεός. Διότι ο ναός του Θεού είναι άγιος, ιερόν αφιέρωμα στον Θεόν. Τετοιος δε άγιος ναός του Θεού είσθε σεις.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΒ´ 2 - 14


2 Ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ βασιλεῖ, ὅστις ἐποίησε γάμους τῷ υἱῷ αὐτοῦ. 3 καὶ ἀπέστειλε τοὺς δούλους αὐτοῦ καλέσαι τοὺς κεκλημένους εἰς τοὺς γάμους, καὶ οὐκ ἤθελον ἐλθεῖν. 4 πάλιν ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους λέγων· εἴπατε τοῖς κεκλημένοις· ἰδοὺ τὸ ἄριστόν μου ἡτοίμασα, οἱ ταῦροί μου καὶ τὰ σιτιστὰ τεθυμένα, καὶ πάντα ἕτοιμα· δεῦτε εἰς τοὺς γάμους. 5 οἱ δὲ ἀμελήσαντες ἀπῆλθον, ὃς μὲν εἰς τὸν ἴδιον ἀγρόν, ὃς δὲ εἰς τὴν ἐμπορίαν αὐτοῦ· 6 οἱ δὲ λοιποὶ κρατήσαντες τοὺς δούλους αὐτοῦ ὕβρισαν καὶ ἀπέκτειναν. 7 ἀκούσας δὲ ὁ βασιλεὺς ἐκεῖνος ὠργίσθη, καὶ πέμψας τὰ στρατεύματα αὐτοῦ ἀπώλεσε τοὺς φονεῖς ἐκείνους καὶ τὴν πόλιν αὐτῶν ἐνέπρησε. 8 τότε λέγει τοῖς δούλοις αὐτοῦ· ὁ μὲν γάμος ἕτοιμός ἐστιν, οἱ δὲ κεκλημένοι οὐκ ἦσαν ἄξιοι· 9 πορεύεσθε οὖν ἐπὶ τὰς διεξόδους τῶν ὁδῶν, καὶ ὅσους ἐὰν εὕρητε καλέσατε εἰς τοὺς γάμους. 10 καὶ ἐξελθόντες οἱ δοῦλοι ἐκεῖνοι εἰς τὰς ὁδοὺς συνήγαγον πάντας ὅσους εὗρον, πονηρούς τε καὶ ἀγαθούς· καὶ ἐπλήσθη ὁ γάμος ἀνακειμένων. 11 εἰσελθὼν δὲ ὁ βασιλεὺς θεάσασθαι τοὺς ἀνακειμένους εἶδεν ἐκεῖ ἄνθρωπον οὐκ ἐνδεδυμένον ἔνδυμα γάμου· 12 καὶ λέγει αὐτῷ· ἑταῖρε, πῶς εἰσῆλθες ὧδε μὴ ἔχων ἔνδυμα γάμου; ὁ δὲ ἐφιμώθη. 13 τότε εἶπεν ὁ βασιλεὺς τοῖς διακόνοις· δήσαντες αὐτοῦ πόδας καὶ χεῖρας ἄρατε αὐτὸν καὶ ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων. 14 πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοὶ, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΒ´ 2 - 14


2 Ἠ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ὁμοιάζει πρὸς ἄνθρωπον βασιλέα, ποὺ ἔκαμε χαρὲς γάμου διὰ τὸν υἱόν του. 3 Καὶ ἀπέστειλε τοὺς δούλους του διὰ νὰ καλέσῃ αὐτούς, ποὺ εἶχαν προσκληθῇ εἰς τοὺς γάμους, καὶ ἐκεῖνοι δὲν ἤθελαν νὰ ἔλθουν. 4 Πάλιν ἀπέστειλε ἄλλους δούλους λέγων· εἶπατε εἰς τοὺς καλεσμένους· ἰδοὺ ἐτοίμασα τὸ μεσημεριανό μου τραπέζι· οἱ ταῦροι μου καὶ τὰ θρεφτάρια εἶναι σφαγμένα καὶ ὅλα εἶναι ἕτοιμα.Ἔλθετε εἰς τοὺς γάμους. 5 Αὐτοὶ ὅμως ἀδιαφόρησαν καὶ ἔφυγαν, ἄλλος μὲν εἰς τὸ χωράφι του, ἄλλος δὲ εἰς τὴν ἐμπορικήν του ἐπιχείρησιν. 6 Οἱ δὲ ὑπόλοιποι, ἀφοῦ ἔπιασαν τοὺς δούλους του, ὕβρισαν καὶ ἐφόνευσαν αὐτούς. 7 Ἀλλ’ ὅταν ἤκουσε ταῦτα ὁ βασιλεὺς ἐκεῖνος, ἐθύμωσε, καὶ ἀφοῦ ἔστειλε τὰ στρατεύματά του, ἐξωλόθρευσε τοὺς φονεῖς ἐκεῖνους καὶ κατέκαυσε τὴν πόλιν τους.(Καὶ τὴν τιμωρίαν αὐτὴν ἔλαβον οἱ Ἰουδαῖοι καὶ τὰ Ἱεροσόλυμα, τοὺς ὁποίους ὑπονοεῖ ἡ παραβολή). 8 Τότε λέγει εἰς τοὺς δούλους του· Τὸ τραπέζι τοῦ γάμου εἶναι ἔτοιμον· οἱ προσκαλεσμένοι ὅμως δὲν ἦσαν ἄξιοι νὰ λάβουν μέρος εἰς αὐτό. 9 Πηγαίνετε λοιπὸν εἰς τὰ σταυροδρόμια καὶ τὰ τρίστρατα καὶ ὅσους τύχῃ νὰ εὕρετε ἐκεῖ, καλέσατέ τους εἰς τοὺς γάμους. 10 Καὶ ἀφοῦ ἐβγῆκαν οἱ δοῦλοι ἐκεῖνοι εἰς τοὺς δρόμους, ἐμάζευσαν ὅλους ὅσους ηὔραν, κακοὺς καὶ καλούς, καὶ ἐγέμισεν η αἴθουσα τοῦ γάμου ἀπὸ ἀνθρώπους, ποῦ ἐκάθησαν εἰς τὸ τραπέζι.(Καὶ αὐτὸ ἐπραγματοποιήθη μὲ τὴν Ἐκκλησίαν, εἰς τὴν ὁποίαν ἐκλήθησαν καὶ προσῆλθον οἱ εἰδωλολάτραι πιστεύσαντες). 11 Ὅταν δὲ ἐμβῆκεν ὁ βασιλεὺς διὰ νὰ ἴδη τοὺς καθισμένους εἰς τὸ τραπέζι, εἶδεν ἐκεῖ ἄνθρωπον, ποῦ δὲν ἐφοροῦσεν ἔνδυμα γάμου.Δὲν εἶχε δηλαδὴ μαζὶ μὲ τὴν πίστιν καὶ τὸν καρπὸν τῆς πίστεως, τουτέστι τὰς ἀρετάς. 12 Καὶ λέγει εἰς αὐτόν· Φίλε, πῶς ἐμβῆκες ἐδῶ, χωρὶς νὰ ἔχῃς ἔνδυμα γάμου; Εὔκολον ἦτο νὰ ἀπευθυνθῇς εἰς τὴν ὑπηρεσίαν μου καὶ νὰ σοῦ προμηθεύσῃ τοιοῦτον.Αὐτὸς δὲ ἀπεστομώθη. 13 Τότε εἶπεν ὁ βασιλεὺς εἰς τοὺς ὑπηρέτας· Ἀφοῦ τοῦ δέσετε χέρια καὶ πόδια, πάρτε τον καὶ ρίψατέ τον ἔξω εἰς τὸ σκότος τὸ πιὸ βαθύ, ποὺ εἶναι μακρυὰ ἀπὸ τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.Ἐκεῖ θὰ εἶναι ὁ κλαυθμὸς καὶ τὸ τρίξιμο τῶν δοντιῶν. 14 Διότι πολλοὶ εἶναι οἱ καλεσμένοι εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, ὀλίγοι ὅμως εἶναι ἐκλεκτοί, ποὺ ἔχουν τὰς ἀρετάς, καὶ θὰ κληρονομήσουν τὴν βασιλείαν αὐτήν.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΒ´ 2 - 14


2 “Η βασιλεία των ουρανών είναι ομοία με βασιλέα, ο οποίος έκαμε μεγαλοπρεπείς γάμους στο παιδί του. 3 Και έστειλε τους δούλους του να καλέση τους προσκαλεσμένους του στους γάμους, αλλά εκείνοι δεν ήθελαν να έλθουν. 4 Παλιν έστειλε άλλους δούλους λέγων· Ειπέτε στους προσκαλεσμένους· ιδού το συμπόσιον το έχω ετοιμάσει, οι ταύροι μου και τα καλοθρεμμένα θρεφτάρια έχουν σφαγή και όλα είναι έτοιμα. Ελάτε στους γάμους. 5 Αλλ' εκείνοι επεριφρόνησαν την πρόσκλησιν, αδιαφόρησαν και επήγαν άλλος με στο κτήμα του, άλλος δε στο εμπόριόν του. 6 Οι υπόλοιποι δε, αφού επιασαν τους δούλους, τους ύβρισαν και τους εφόνευσαν. 7 Ακούσας δε ο βασιλεύς εκείνος ωργίσθη δια την αχαρακτήριστον συμπεριφοράν των προσκαλεσμένων, έστειλε τα στρατεύματά του, εξωλόθρευσε τους φονείς εκείνους και κατέκαυσε την πόλιν των. 8 Τοτε λέγει στους δούλους του· Ο μεν γάμος είναι έτοιμος, αλλά οι προσκεκλημένοι δεν ήσαν άξιοι να παρακαθήσουν στο συμπόσιον. 9 Πηγαίνετε λοιπόν εκεί, όπου βγάζουν οι δρόμοι και ξεχύνονται οι άνθρωποι, και όσους αν βρήτε καλέσατέ τους στους γάμους. 10 Εξήλθον οι δούλοι εκείνοι στους δρόμους και συνεκέντρωσαν όλους όσους ευρήκαν καλούς και κακούς· και εγέμισε η μεγάλη αίθουσα του γαμηλίου συμποσίου από συνδαιτημόνας. 11 Οταν δε εισήλθεν ο Βασιλεύς να ίδη τους καθισμένους στο συμπόσιον, παρετήρησεν εκεί ένα άνθρωπον, ο όποιος δεν εφορούσε κατάλληλον για γάμον ένδυμα 12 και λέγει εις αυτόν· Φιλε, πως εμπήκες εδώ, χωρίς να έχης κατάλληλον ένδυμα γάμου; (Επρεπε να φιλοτιμηθής από την τιμήν που σου έκανα και να προσπαθήσης να βρης ένα τέτοιο ένδυμα). Εκείνος δε έμεινε άφωνος. 13 Τοτε είπε ο βασιλεύς στους υπηρέτας· Δεστε του πόδια και χέρια, πέρτε τον και ρίψατέ τον στο πυκνότατον σκότος· εκεί θα είναι ο κλαυθμός και ο τριγμός των οδόντων. 14 Διότι πολλοί είναι οι προσκεκλημένοι εις την βασιλείαν του Θεού, αλλά ολίγοι είναι οι εκλεκτοί, που δέχονται με ευγνωμοσύνην την πρόσκλησιν και ετοιμάζονται όπως πρέπει”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα