❌
Τετάρτη, 15 Νοεμβρίου 2023

Άγιοι Γουρίας, Σαμωνάς και Άβιβος οι Ομολογητές, Άγιοι Ελπίδιος, Μάρκελλος και Ευστόχιος
Γουρία, Σαμωνᾶ (†299-306) καὶ Ἀβίβου (†222) μαρτύρων καὶ ὁμολογητῶν.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Α' Δ´ 1 - 12


1 Τὸ λοιπὸν οὖν, ἀδελφοί, ἐρωτῶμεν ὑμᾶς καὶ παρακαλοῦμεν ἐν Κυρίῳ Ἰησοῦ, καθὼς παρελάβετε παρ’ ἡμῶν τὸ πῶς δεῖ ὑμᾶς περιπατεῖν καὶ ἀρέσκειν Θεῷ, ἵνα περισσεύητε μᾶλλον· 2 οἴδατε γὰρ τίνας παραγγελίας ἐδώκαμεν ὑμῖν διὰ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. 3 Τοῦτο γάρ ἐστι θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁ ἁγιασμὸς ὑμῶν, ἀπέχεσθαι ὑμᾶς ἀπὸ τῆς πορνείας, 4 εἰδέναι ἕκαστον ὑμῶν τὸ ἑαυτοῦ σκεῦος κτᾶσθαι ἐν ἁγιασμῷ καὶ τιμῇ, 5 μὴ ἐν πάθει ἐπιθυμίας καθάπερ καὶ τὰ ἔθνη τὰ μὴ εἰδότα τὸν Θεόν, 6 τὸ μὴ ὑπερβαίνειν καὶ πλεονεκτεῖν ἐν τῷ πράγματι τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, διότι ἔκδικος ὁ Κύριος περὶ πάντων τούτων, καθὼς καὶ προείπομεν ὑμῖν καὶ διεμαρτυράμεθα. 7 οὐ γὰρ ἐκάλεσεν ἡμᾶς ὁ Θεὸς ἐπὶ ἀκαθαρσίᾳ, ἀλλ’ ἐν ἁγιασμῷ. 8 τοιγαροῦν ὁ ἀθετῶν οὐκ ἄνθρωπον ἀθετεῖ, ἀλλὰ τὸν Θεὸν τὸν καὶ δόντα τὸ Πνεῦμα αὐτοῦ τὸ ἅγιον εἰς ὑμᾶς. 9 Περὶ δὲ τῆς φιλαδελφίας οὐ χρείαν ἔχετε γράφειν ὑμῖν· αὐτοὶ γὰρ ὑμεῖς θεοδίδακτοί ἐστε εἰς τὸ ἀγαπᾶν ἀλλήλους· 10 καὶ γὰρ ποιεῖτε αὐτὸ εἰς πάντας τοὺς ἀδελφοὺς τοὺς ἐν ὅλῃ τῇ Μακεδονίᾳ. παρακαλοῦμεν δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί, περισσεύειν μᾶλλον 11 καὶ φιλοτιμεῖσθαι ἡσυχάζειν καὶ πράσσειν τὰ ἴδια καὶ ἐργάζεσθαι ταῖς ἰδίαις χερσὶν ὑμῶν, καθὼς ὑμῖν παρηγγείλαμεν, 12 ἵνα περιπατῆτε εὐσχημόνως πρὸς τοὺς ἔξω καὶ μηδενὸς χρείαν ἔχητε.

ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Α' Δ´ 1 - 12


1 Μένει τώρα νὰ σᾶς κάμω καὶ μερικὰς ἄλλας συστάσεις. Σᾶς παρακαλοῦμεν λοιπόν, ἀδελφοί, καὶ σᾶς προτρέπομεν μὲ τὸ κῦρος, ποὺ μᾶς δίδει ἡ μετὰ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ κοινωνία, καθὼς παρελάβετε μὲ τὴν προφορικὴν διδασκαλίαν μας, περὶ τοῦ πῶς πρέπει νὰ συμπεριφέρεσθε καὶ νὰ ἀρέσκετε εἰς τὸν Θεόν, ἔτσι ἀκριβῶς νὰ προοδεύετε ὅσον τὸ δυνατὸν περισσότερον εἰς τὴν χριστιανικὴν τελειότητα. 2 Δὲν σᾶς χρειάζεται ἄλλη διδασκαλία ἐπ’ αὐτοῦ. Διότι γνωρίζετε, ποίας παραγγελίας σᾶς ἐδώκαμεν σύμφωνα πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. 3 Καὶ διὰ νὰ ἐξηγηθῶ καθαρώτερα, τοῦτο εἶναι θέλημα τοῦ Θεοῦ, νὰ ἁγιάζετε τοὺς ἑαυτούς σας μὲ τὴν ἁγνότητα, δηλαδὴ σεῖς οἱ Χριστιανοὶ νὰ ἀπέχετε ἀπὸ τὴν πορνείαν. 4 Πρέπει νὰ γνωρίζῃ ἕκαστος ἀπὸ σᾶς νὰ συγκρατῇ ὑπὸ τὴν κυριαρχίαν καὶ κατοχήν του τὸ σῶμα του καὶ νὰ τὸ διατηρῇ πάντοτε ἁγιασμένον καὶ τιμημένον. 5 Καὶ νὰ μὴ εἶναι κανεὶς ἀπὸ σᾶς αἰχμάλωτος ἐμπαθοῦς καὶ ἀκολάστου ἐπιθυμίας, καθὼς εἶναι οἱ ἐθνικοί, ποὺ δὲν γνωρίζουν τὸν ἀληθινὸν Θεόν. 6 Πρέπει νὰ γνωρίζῃ ὁ καθένας σας νὰ μὴ ἐξαπατᾷ καὶ πλεονεκτῇ διὰ τῆς μοιχείας τὸν ἀδελφόν του εἰς τὸ πρᾶγμα αὐτό, διὰ τὸ ὁποῖον ὁμιλοῦμεν. Διότι ὁ Κύριος εἶναι ἐκδικητὴς δι’ ὅλας αὐτὰς τὰς πράξεις τῆς ἀκαθαρσίας, σύμφωνα καὶ μὲ ὅσα σᾶς εἴπαμεν, ὅταν ἤμεθα εἰς τὴν πόλιν σας καὶ διεμαρτυρήθημεν εἰς σᾶς. 7 Διότι δὲν μᾶς ἐκάλεσεν ὁ Θεὸς διὰ νὰ ριπτώμεθα εἰς τὴν ἀκαθαρσίαν, ἀλλὰ διὰ νὰ ζῶμεν εἰς κατάστασιν ἁγιασμοῦ. 8 Ὥστε λοιπὸν ἐκεῖνος, ποὺ γίνεται παραβάτης, δὲν ἀθετεῖ ἀνθρώπου ἐντολάς, ἀλλὰ ἀθετεῖ τὴν ἐντολήν του Θεοῦ, ὁ ὁποῖος σᾶς ἔδωκε καὶ τὸ Πνεῦμα του τὸ Ἅγιον διὰ νὰ διατηρῆσθε μὲ τὴν χάριν του εἰς τὴν ἁγνότητα καὶ τὸν ἁγιασμόν. 9 Διὰ τὴν ἀγάπην δὲ πρὸς τοὺς Χριστιανοὺς ἀδελφοὺς δὲν ἔχετε ἀνάγκην νὰ σᾶς γράψωμεν, διότι σεῖς μόνοι σας εἶσθε διδαγμένοι ἀπὸ τὸν Θεὸν εἰς τὸ νὰ ἀγαπᾷ ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. 10 Ἀπόδειξις δὲ τούτου εἶναι, τὸ ὅτι καὶ ἐφαρμόζετε τὴν ἀρετὴν αὐτὴν εἰς ὅλους τοὺς ἀδελφοὺς Χριστιανούς, ποὺ εὑρίσκονται εἰς ὅλην τὴν Μακεδονίαν. Σᾶς παρακαλοῦμεν δέ, ἀδελφοί, νὰ ἀσκῆτε μὲ ἀκόμη περισσοτέραν περισσείαν τὴν ἀρετὴν αὐτὴν 11 καὶ νὰ προσπαθῆτε μὲ φιλοτιμίαν νὰ ἡσυχάζετε καὶ νὰ καταγίνεσθε ὁ καθένας σας εἰς τὰς ἴδικάς του ὑποθέσεις καὶ νὰ ἐργάζεσθε μὲ τὰ ἴδια σας τὰ χέρια σύμφωνα μὲ τὰς προφορικὰς παραγγελίας, ποὺ σᾶς ἐδώκαμεν. 12 Βάλετε τὰς προτροπάς μας αὐτὰς εἰς ἐνέργειαν, διὰ νὰ συμπεριφέρεσθε μὲ εὐπρέπειαν πρὸς τοὺς ἔξω τῆς Ἐκκλησίας ἀπίστους καὶ νὰ μὴ λαμβάνετε ἀνάγκην διὰ τίποτε, ἀφοῦ θὰ προμηθεύεσθε ὅλα μὲ τὴν ἰδικήν σας ἐργασίαν.

ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Α' Δ´ 1 - 12


1 Εν συμπεράσματι, λοιπόν, αδελφοί, σας παρακαλούμεν και σας προτρέπομεν εν ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, καθώς παρελάβατε και εδιδάχθητε από την προφορικήν μας διδασκαλίαν, δια το πως πρέπει να ζήτε και να φέρεσθε και να ευαρεστήτε στον Θεόν, σας παρακαλούμεν έτσι να φέρεσθε και να προοδεύετε ακόμη περισσότερον εις την χριστιανικήν ζωήν. 2 Γνωρίζετε άλωστε ποίας εντολάς και οδηγίας σας εδώκαμεν εκ μέρους του Κυρίου ημών Ιησού. 3 Διότι τούτο είναι θέλημα του Θεού, δηλαδή να γίνετε άγιοι και αγνοί, να απέχετε από την πορνείαν, (η οποία μολύνει πάντοτε τον άνθρωπον), 4 και να γνωρίζη ο καθένας σας να κρατή υπό την εξουσίαν και κυριαρχίαν του το σώμα του εις κατάστασιν αγιασμού και τιμής· 5 και να μη αφήση ποτέ κανείς τον ευατόν του να κυριευθή από πάθος αμαρτωλής επιθυμίας, όπως τα ειδωλολατρικά έθνη, τα οποία δεν γνωρίζουν τον Θεόν. 6 Ακόμη δε κανείς από σας επί του θέματος αυτού να μη ξεπερνά ποτέ τα όρια της ηθικής ζωής και συμπεριφοράς και μολύνη την τιμήν του αδελφού με το αμάρτημα της μοιχείας, διότι ο Κυριος είναι εκδικητής και τιμωρεί όλας αυτάς τας αισχράς πράξεις, όπως άλλωστε σας είχομεν προείπει, όταν ήμεθα μαζή σας και διεμαρτυρήθημεν μάλιστα. 7 Διότι δεν μας εκάλεσεν ο Θεός εις μίαν ακάθαρτον ζωήν σαρκικότητος, αλλ' εις ζωήν αγνότητος και αγιασμού. 8 Ωστε, λοιπόν, εκείνός που παραβαίνει αυτά δεν καταπατεί και δεν απορρίπτει άνθρωπον, αλλ' αυτόν τον Θεόν, ο οποίος και σας έδωσε το Πνεύμα του το Αγιον, δια να ζήτε με αγνότητα και αγιασμόν. 9 Ως προς δε την αγάπην προς τους αδελφούς Χριστιανούς δεν έχετε ανάγκην να γράψω εγώ προς σας, διότι σεις έχετε διδαχθή από τον ίδιον τον Θεόν στο να αγαπάτε ο ένας τον άλλον. 10 Και αυτό μαρτυρείται εκ του γεγονότος, ότι αυτήν την αγάπην την τρέφετε και την ασκείτε εις όλους τους αδελφούς, που ευρίσκονται καθ' όλην την έκτασιν της Μακεδονίας. Σας παρακαλούμεν, αδελφοί, να την ασκήτε ακόμη πλουσιωτέραν. 11 Να προσπαθήτε δε με κάθε φιλοτιμίαν και να το θεωρήτε τιμήν σας να ζήτε ειρηνικοί και ήσυχοι και να ασχολήται ο καθένας σας εις τα ιδικά του έργα και να εργάζεσθε με τα ίδια σας τα χέρια σύμφωνα με τας οδηγίας και τας εντολάς, που σας εδώσαμεν 12 δια να συμπεριφέρεσθε έτσι όπως ταιριάζει στους Χριστιανούς με αξιοπρέπειαν και ευγένειαν προς τους έξω της Εκκλησίας απίστους, και να μην έχετε ανάγκην από τίποτε, αλλά με την εργασίαν σας να επαρκήτε στον ευατόν σας.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΕ´ 1 - 10


1 Ἦσαν δὲ ἐγγίζοντες αὐτῷ πάντες οἱ τελῶναι καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀκούειν αὐτοῦ. 2 καὶ διεγόγγυζον οἵ Φαρισαῖοι καὶ οἱ γραμματεῖς λέγοντες ὅτι Οὗτος ἁμαρτωλοὺς προσδέχεται καὶ συνεσθίει αὐτοῖς. 3 εἶπε δὲ πρὸς αὐτοὺς τὴν παραβολὴν ταύτην λέγων· 4 Τίς ἄνθρωπος ἐξ ὑμῶν ἔχων ἑκατὸν πρόβατα καὶ ἀπολέσας ἓν ἐξ αὐτῶν, οὐ καταλείπει τὰ ἐνενήκοντα ἐννέα ἐν τῇ ἐρήμῳ καὶ πορεύεται ἐπὶ τὸ ἀπολωλὸς ἕως οὗ εὕρῃ αὐτό; 5 καὶ εὑρὼν ἐπιτίθησιν ἐπὶ τοὺς ὤμους αὐτοῦ χαίρων, 6 καὶ ἐλθὼν εἰς τὸν οἶκον συγκαλεῖ τοὺς φίλους καὶ τοὺς γείτονας λέγων αὐτοῖς· συγχάρητέ μοι, ὅτι εὗρον τὸ πρόβατόν μου τὸ ἀπολωλός. 7 λέγω ὑμῖν ὅτι οὕτω χαρὰ ἔσται ἐν τῷ οὐρανῷ ἐπὶ ἑνὶ ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι ἢ ἐπὶ ἐνενήκοντα ἐννέα δικαίοις, οἵτινες οὐ χρείαν ἔχουσιν μετανοίας. 8 Ἢ τίς γυνὴ δραχμὰς ἔχουσα δέκα, ἐὰν ἀπολέσῃ δραχμὴν μίαν, οὐχὶ ἅπτει λύχνον καὶ σαροῖ τὴν οἰκίαν καὶ ζητεῖ ἐπιμελῶς ἕως ὅτου εὕρῃ; 9 καὶ εὑροῦσα συγκαλεῖ τὰς φίλας καὶ τὰς γείτονας λέγουσα· συγχάρητέ μοι, ὅτι εὗρον τὴν δραχμὴν ἣν ἀπώλεσα. 10 οὕτω, λέγω ὑμῖν, γίνεται χαρὰ ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ ἐπὶ ἑνὶ ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΕ´ 1 - 10


1 Τὸν ἐπλησίαζαν δὲ εἰς κάθε πόλιν ἢ χωρίον, ποὺ ἐπήγαινεν, ὅλοι οἱ τελῶναι καὶ οἱ ἁμαρτωλοί, ὄχι ἁπλῶς ἐκ περιεργείας διὰ νὰ ἴδουν τὰ θαύματά του, ἀλλ’ ἐξ εἰλικρινοῦς ἐνδιαφέροντος νὰ άκούσουν τὴν διδασκαλίαν του. 2 Καὶ ἐγόγγυζαν μεταξύ των οἱ Φαρισαῖοι καὶ oι γραμματεῖς καὶ ἔλεγαν, ὅτι αὐτὸς δέχεται μὲ πολλὴν συμπάθειαν καὶ οἰκειότητα τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ συντρώγει μὲ αὐτοὺς ἀθετῶν τὴν παράδοσιν τῶν πρεσβυτέρων, ποὺ μᾶς ἐδίδαξαν νὰ εἴμεθα εὐπρεπεῖς καὶ νὰ μὴ συναναστρεφώμεθα ὑπόπτου ἠθικῆς πρόσωπα. 3 Ἀντιθέτως ὅμως ὁ Κύριος τοὺς εἶπε τὴν παραβολὴν ταύτην λέγων· 4 Ποῖος ἄνθρωπος ἀπὸ σᾶς, ἐὰν ἔχῃ ἑκατὸν πρόβατα καὶ χάσῃ ἓν ἀπὸ αὐτά, δὲν ἀφίνει τὰ ἐνενήκοντα ἐννέα εἰς τὴν ἐρημία καὶ δὲν πηγαίνει νὰ ἀναζητήσῃ τὸ χαμένο πρόβατον, καὶ δὲν παύει νὰ τὸ ἀναζητῇ ἕως ὅτου τὸ εὔρῃ; 5 Καὶ ὅταν τὸ εὔρῃ, δὲν τὸ κλωτσᾷ οὔτε τὸ σύρει ὀπίσω του, ἀλλὰ κουρασμένον, καθὼς εἶναι, τὸ βάζει μὲ χαρὰν ἐπὶ τῶν ὤμων του. 6 Καὶ ὅταν ἔλθῃ εἰς τὸ σπίτι του, προσκαλεῖ ὅλους μαζὶ τοὺς φίλους καὶ τοὺς γείτονας καὶ τοὺς λέγει· χαρῆτε καὶ σεῖς μαζί μου, διότι ηὗρα τὸ πρόβατόν μου, ποὺ εἶχε χαθῆ. 7 Σᾶς διαβεβαιῶ λοιπόν, ὅτι κατὰ τὸν ἴδιον τρόπον δι’ ἕνα ἁμαρτωλόν, ποὺ μετανοεῖ, θὰ εἶναι χαρὰ εἰς τὸν οὐρανὸν μεγαλυτέρα καὶ περισσότερον αἰσθητή, παρ’ ὅσον εἶναι αἰσθητή ἡ χαρὰ διὰ τοὺς ἐνενήκοντα ἐννέα δικαίους, οἱ ὁποῖοι δὲν ἔχουν ἀνάγκην μετανοίας. Διατὶ λοιπὸν μὲ κατηγορεῖτε, ἐπειδὴ καταδέχομαι τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ ζητῶ τὴν σωτηρίαν των; 8 Ἢ ποία γυναῖκα, ποὺ ἔχει δέκα δραχμάς, ἐὰν χάσῃ μίαν δραχμὴν ἀπὸ αὐτάς, δὲν ἀνάπτει λύχνον ὥστε νὰ φωτίζωνται καλά ὅλα τὰ μέρη καὶ ὅλαι αἱ γωνίαι τοῦ σπιτιοῦ της καὶ δὲν σαρώνει αὐτὸ καὶ δὲν ψάχνει προσεκτικὰ καὶ εἰς αὐτὰ τὰ σαρίδια, ἕως ὅτου εὔρῃ τὴν χαμένην δραχμήν; 9 Καὶ ὅταν τὴν εὔρῃ, καλεῖ ὅλας μαζὶ τὰς φίλας καὶ τὰς γειτόνισσας της καὶ λέγει· χαρῆτε μαζί μου, διότι ηὗρα τὴν δραχμήν, ποὺ ἔχασα. 10 Ὅπως λοιπὸν ἡ γυνὴ χαίρει διὰ τὴν ἀνεύρεσιν τῆς δραχμῆς, ἔτσι σᾶς βεβαιῶ, γίνεται χαρὰ εἰς τοὺς οὐρανοὺς ἐπὶ παρουσίᾳ τῶν ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖοι καὶ συμμετέχουν εἰς τὴν χαρὰν αὐτήν, δι’ ἕνα ἁμαρτωλὸν ποὺ μετανοεῖ.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΕ´ 1 - 10


1 Καθώς επερνούσε τα διάφορα μέρη, τον επλησίαζαν όλοι οι τελώναι και οι αμαρτωλοί με ενδιαφέρον να ακούσουν την διδασκαλίαν του. 2 Οι Φαρισαίοι όμως και οι γραμματείς εγόγγυζαν μεταξύ των λέγοντες, ότι αυτός δέχεται κοντά του με πολλήν συμπάθειαν αμαρτωλούς και μάλιστα τρώγει μαζή των. 3 Είπε δε προς αυτούς την παραβολήν αυτήν. 4 “Ποιός άνθρωπος από σας, εάν έχη εκατόν πρόβατα και χάση ένα από αυτά, δεν αφίνει τα ενενήντα εννέα μόνα των εις ερημικόν μέρος και πηγαίνει εις αναζήτησιν του χαμένου, έως ότου το εύρη; 5 Και αφού το εύρη δεν κτυπά, αλλά το βάζει γεμάτος χαράν επάνω στους ώμους του. 6 Και αφού έλθη στο σπίτι του, προσκαλεί τους φίλους και τους γείτονας και τους λέγει· Χαρήτε και σεις μαζή μου, διότι ευρήκα το χαμένο πρόβατό μου. 7 Σας διαβεβαιώνω, ότι έτσι μεγάλη χαρά θα είναι στον ουρανόν δι' ένα αμαρτωλόν που μετανοεί, περισσότερον κτυπητή από όσον είναι η χαρά δια τους ενενήντα εννέα δικαίους, οι οποίοι δεν έχουν ανάγκην από μετάνοιαν.(Χαίρει ο πανάγαθος Θεός. Χαίρουν τα αγγελικά τάγματα τα οποία όχι μόνον κατ' εντολήν του Θεού, αλλά και από την αγάπην που μας έχουν, ποθούν και εργάζονται ως λειτουργικά πνεύματα να μας οδηγήσουν εις μετάνοιαν και σωτηρίαν). 8 Η ποιά γυναίκα, που έχει δέκα δραχμές, εάν χάση μίαν δραχμήν, δεν ανάπτει τον λυχνάρι και δεν σαρώνει το σπίτι και δεν ψάχνει προσεκτικά με το φως του λυχναριού παντού, έως ότου εύρη την δραχμήν; 9 Και αφού την εύρη καλεί στο σπίτι της όλες τις φίλες και τις γειτόνισες και λέγει· Χαρήτε μαζή μου, διότι ευρήκα την δραχμήν που έχασα. 10 Σας διαβεβαιώνω, ότι γίνεται χαρά μεγάλη εμπρός στους αγγέλους του Θεού και με συμμετοχήν των αγγέλων δι' ένα αμαρτωλόν που μετανοεί”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα