ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' ΙΕ´ 39 - 45
39 Ὅλα ὅσα ἔχουν σάρκα, δὲν ἔχουν τὴν ἰδίαν μορφὴν καὶ τὸ αὐτὸ κρέας ὅλα. Ἀλλ’ ἅλλη μὲν εἶναι ἡ σάρκα τοῦ ἀνθρώπου, ἄλλη δὲ ἡ σάρκα τῶν κτηνῶν, ἄλλη δὲ τῶν ψαριῶν, ἄλλη δὲ τῶν πετεινῶν.
40 Ὑπάρχουν καὶ σώματα ἐπουράνια καὶ σώματα ἐπίγεια. Ἀλλ’ ἄλλη μὲν εἶναι ἡ λάμψις τῶν ἐπουρανίων, ἄλλη δὲ ἡ λάμψις τῶν ἐπιγείων.
41 Ἄλλη εἶναι ἡ λάμψις καὶ τὸ φῶς τοῦ ἡλίου καὶ ἄλλη ἡ λάμψις τῆς σελήνης καὶ ἄλλη ἡ λάμψις τῶν ἀστέρων. Διότι ἄστρον ἀπὸ ἄστρον διαφέρει εἰς τὴν λάμψιν.
42 Ἔτσι κατ’ ἀναλογίαν θὰ γίνῃ καὶ ἡ ἀνάστασις τῶν νεκρῶν. Σπέρνεται τὸ σῶμα εἰς τὸν τάφον εἰς κατάστασιν φθορᾶς. Ἐγείρεται εἰς κατάστασιν ἀφθαρσίας.
43 Σπέρνεται καὶ θάπτεται εἰς κατάστασιν ἀτιμίας καὶ δυσωδίας. Ἐγείρεται εἰς κατάστασιν δόξης. Σπέρνεται εἰς κατάστασιν ἀσθενείας, ἐγείρεται γεμᾶτο δύναμιν.
44 Σπέρνεται σῶμα, ποὺ ἐζωοποιεῖτο καὶ διευθύνετο ἀπὸ τὰς κατωτέρας ζωϊκὰς τῆς ψυχῆς δυνάμεις. Ἐγείρεται σῶμα, ποὺ θὰ ζωοποιῆται καὶ θὰ διευθύνεται ἀπὸ τὰς πνευματικὰς δυνάμεις τῆς ψυχῆς. Ὑπάρχει σῶμα ζωϊκὸν καὶ ὑπάρχει σῶμα πνευματικόν.
45 Ἔτσι εἶναι καὶ γραμμένον εἰς τὴν Γένεσιν: Ἔγινεν ὁ πρῶτος ἄνθρωπος, ὁ Ἀδάμ, ἐμψυχωμένος μὲ ψυχὴν ζωντανήν, ποὺ δίδει ζωὴν καὶ εἰς τὸ σῶμα. Ὁ ἔσχατος Ἀδάμ, ὁ Κύριος δηλαδή, ποὺ ἐδέχθη ὅλην τὴν παρουσίαν καὶ κατοίκησιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔγινε γεμᾶτος Πνεῦμα, ποὺ μεταδίδει ζωὴν πνευματικήν.