❌
Σάββατο, 16 Σεπτεμβρίου 2023

Αγία Ευφημία, Αγία Μελιτίνη
Εὐφημίας μεγαλομάρτυρος τῆς πανευφήμου (†304).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Α´ 26 - 31


26 Βλέπετε γὰρ τὴν κλῆσιν ὑμῶν, ἀδελφοί, ὅτι οὐ πολλοὶ σοφοὶ κατὰ σάρκα, οὐ πολλοὶ δυνατοί, οὐ πολλοὶ εὐγενεῖς, 27 ἀλλὰ τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς, ἵνα τοὺς σοφούς καταισχύνῃ, καὶ τὰ ἀσθενῆ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς, ἵνα καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρά, 28 καὶ τὰ ἀγενῆ τοῦ κόσμου καὶ τὰ ἐξουθενημένα ἐξελέξατο ὁ Θεός, καὶ τὰ μὴ ὄντα, ἵνα τὰ ὄντα καταργήσῃ, 29 ὅπως μὴ καυχήσηται πᾶσα σὰρξ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. 30 ἐξ αὐτοῦ δὲ ὑμεῖς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ὃς ἐγενήθη ἡμῖν σοφία ἀπὸ Θεοῦ, δικαιοσύνη τε καὶ ἁγιασμὸς καὶ ἀπολύτρωσις, 31 ἵνα, καθὼς γέγραπται, ὁ καυχώμενος ἐν Κυρίῳ καυχάσθω.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Β´ 1 - 5


1 Κἀγὼ ἐλθὼν πρὸς ὑμᾶς, ἀδελφοί, ἦλθον οὐ καθ’ ὑπεροχὴν λόγου ἢ σοφίας καταγγέλλων ὑμῖν τὸ μαρτύριον τοῦ Θεοῦ. 2 οὐ γὰρ ἔκρινα τοῦ εἰδέναι τι ἐν ὑμῖν εἰ μὴ Ἰησοῦν Χριστὸν, καὶ τοῦτον ἐσταυρωμένον. 3 καὶ ἐγὼ ἐν ἀσθενείᾳ καὶ ἐν φόβῳ καὶ ἐν τρόμῳ πολλῷ ἐγενόμην πρὸς ὑμᾶς, 4 καὶ ὁ λόγος μου καὶ τὸ κήρυγμά μου οὐκ ἐν πειθοῖς ἀνθρωπίνης σοφίας λόγοις, ἀλλ’ ἐν ἀποδείξει Πνεύματος καὶ δυνάμεως, 5 ἵνα ἡ πίστις ὑμῶν μὴ ᾖ ἐν σοφίᾳ ἀνθρώπων ἀλλ’ ἐν δυνάμει Θεοῦ.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Α´ 26 - 31


26 Καὶ ὅτι αὐτὸ ποὺ σᾶς λέγω εἶναι ἀληθές, παρατηρήσατε διὰ νὰ πεισθῆτε, ἀδελφοί, τοὺς ἑαυτούς σας, τοὺς ὁποίους ὁ Θεὸς ἐκάλεσε εἰς σωτηρίαν. Παρατηρήσατε, ὅτι δὲν εἶναι πολλοὶ ἀπὸ σᾶς σοφοὶ κατὰ κόσμον, δὲν εἶναι πολλοὶ μὲ δύναμιν καὶ ἐπιρροήν· δὲν εἶναι πολλοὶ ἀριστοκράται καὶ μὲ εὐγενῆ καταγωγήν. 27 Ἀλλὰ τουναντίον ἐξέλεξεν ὁ Θεὸς ἐκείνους, ποὺ ὁ κόσμος περιφρονεῖ ὡς μωροὺς καὶ ἀνοήτους, διὰ νὰ καταντροπιάσῃ τοὺς σοφούς, ἀντὶ τῶν ὁποίων ἐπροτίμησεν ὡς ὄργανά του τὰ μωρά. Καὶ τοὺς κατὰ κόσμον ἀδυνάτους ἐξέλεξεν ὁ Θεός, διὰ νὰ καταντροπιάσῃ ἐκείνους, ποὺ ἔχουν ἰσχυρὰν κοσμικὴν ἐπιρροήν. 28 Καὶ ἐκείνους, ποὺ κατάγονται ἀπὸ ἄσημον κατὰ κόσμον γένος καὶ τοὺς περιφρονημένους ἐξέλεξεν ὁ Θεὸς καὶ ἐκείνους, ποὺ δὲν τοὺς λογαριάζει κανεὶς διόλου σὰν νὰ μὴν ὑπῆρχον, διὰ νὰ ἀποδείξῃ τιποτένιους ἐκείνους, ποὺ ὁ κόσμος θεωρεῖ πρόσωπα ἰσχυρὰ καὶ ὑψηλά. 29 Ἔπραξε δὲ τοῦτο ὁ Θεὸς διὰ νὰ μὴ δικαιοῦται νὰ καυχηθῇ κανένας ἄνθρωπος ἐμπρὸς εἰς αὐτόν. 30 Ἀπὸ αὐτὸν δὲ καὶ σεῖς εἶσθε ἐνωμένοι μὲ τὸν Ἰησοῦν Χριστόν, ὁ ὁποῖος ἔγινεν εἰς ἡμᾶς τοὺς πιστοὺς σοφία ἀπὸ τὸν Θεὸν μὲ τὴν διδασκαλίαν του καὶ δικαίωσις μὲ τὸν θάνατον καὶ τὴν ἀνάστασίν του καὶ ἁγιασμὸς μὲ τὴν ἀνάληψίν του καὶ μὲ τὴν ἀποστολὴν τοῦ Πνεύματός του καὶ πλήρης ἀπελευθέρωσις μὲ τὴν ἔνδοξον ἐπάνοδον καὶ δευτέραν παρουσίαν του. 31 Ἔτσι κάθε χάρις πνευματική, ποὺ ἔχομεν, δὲν προέρχεται ἀπὸ ἡμᾶς, ἀλλ’ ὀφείλομεν τὸ πᾶν εἰς τὸν Χριστὸν διὰ νὰ γίνῃ σύμφωνα μὲ ἐκεῖνο, ποὺ ἔχει γραφῆ: Ὅποιος καυχᾶται, ἂς καυχᾶται ἀποδίδων τὴν δόξαν εἰς τὸν Κύριον καὶ ὄχι εἰς τὸν ἑαυτόν του.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Β´ 1 - 5


1 Ναί· τὰ μωρὰ ἐξέλεξεν ὁ Θεὸς διὰ νὰ καταντροπιάσῃ τοὺς σοφοὺς τοῦ κόσμου. Καὶ ἑγώ, ἀδελφοί, ὅταν ἦλθα εἰς σᾶς, ἦλθα νὰ σᾶς διακηρύξω τὴν μαρτυρίαν ἐκείνων, ποὺ ἔκαμεν ὁ Θεὸς διὰ τὴν σωτηρίαν τοῦ ἀνθρώπου, ὄχι μὲ ὑπεροχὴν λόγου ἢ δεξιότητος συλλογισμῶν καὶ ἐπιχειρημάτων. 2 Καὶ δὲν σᾶς ἔδειξα ὑπεροχὴν λόγου, διότι δὲν ἐθεώρησα ἐπιτετραμμένον νὰ γνωρίζω τίποτε ἄλλο μεταξύ σας, παρὰ μόνον τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ τοῦτον ὄχι ὡς βασιλέα ἔνδοξον, ἀλλ’ ἐσταυρωμένον. 3 Καὶ ἐγὼ ἦλθα πρὸς σᾶς χωρὶς νὰ ἔχω καμμίαν κοσμικὴν δύναμιν ἢ προστασίαν, ἀλλὰ μὲ φόβον καὶ τρόμον πολύν, μήπως δὲν ἐπιτύχῃ μεταξύ σας τὸ ἀποστολικόν μου ἔργον. 4 Καὶ ὁ λόγος μου καὶ τὸ κήρυγμά μου δὲν ἔγινε μὲ πιθανοὺς καὶ συναρπαστικοὺς λόγους ἀνθρωπίνης σοφίας, ἀλλ’ ἔγινε μὲ ἀπόδειξιν Πνεύματος τὸ ὁποῖον ἔπειθε τὰς ψυχὰς τῶν ἀκροατῶν, καὶ μὲ ἀπόδειξιν θείας δυνάμεως, ἡ ὁποία μὲ τὰ ὑπερφυσικὰ καὶ θαυμαστὰ ἔργα της ἐπεβεβαίωνε τὴν διδασκαλίαν μου. 5 Τοῦτο δὲ ἔγινε διὰ νὰ μὴ στηρίζεται ἡ πίστις σας ἐπάνω εἰς τὴν ἀσταθῆ σοφίαν τῶν ἀνθρώπων, ἀλλ’ ἐπάνω εἰς τὴν ἀκλόνητον δύναμιν τοῦ Θεοῦ.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Α´ 26 - 31


26 Οι κατά κόσμον σοφοί κλείουν ένεκα του εγωϊσμού τα μάτια και τα αυτιά των εις την σοφίαν του Θεού· Αλλωστε κυττάξετε και σεις, αδελφοί, ότι εις την πρόσκλησιν, που σας απηύθυνεν ο Θεός, δεν υπήκουσαν και δεν την εδέχθησαν πολλοί σοφοί κατά κόσμον ούτε πολλοί από εκείνους που έχουν δύναμιν και εξουσίαν ούτε πολλοί με ευγενή και αριστοκρατικήν την καταγωγήν, 27 αλλά τουναντίον ο Θεός εδιάλεξε, δια την καλήν των διάθεσιν, τους απλοϊκούς αυτούς, τους οποίους ο κόσμος θεωρεί μωρούς, δια να καταντροπιάση έτσι τους σοφούς. Και εδιάλεξε τους αδυνάτους κατά κόσμον, δια να καταντροπιάση εκείνους που έχουν ισχύν και επιρροήν. 28 Και εδιάλεξεν ακόμη ο Θεός εκείνους, που έχουν άσημον κατά κόσμον την καταγωγήν, και τους περιφρονημένους εκ μέρους των ανθρώπων του κόσμου· και εκείνους που οι σοφοί και ισχυροί τους αντιπαρέρχονται με περιφρόνησιν, σαν να μη υπάρχουν καν. Τους εδιάλεξεν ο Θεός, δια να καταλύση και να αποδείξη χωρίς καμμίαν αξίαν εκείνους, τους οποίους ο κόσμος θεωρεί μεγάλους και ισχυρούς. 29 Και τούτο, δια να μη ημπορή να καυχηθή ενώπιον του Θεού κανείς απολύτως (ούτε οι κατά κόσμον σοφοί, διότι η σοφία των αποδεικνύεται μωρία ούτε οι πιστοί στον Χριστόν, διότι η σωτηρία των οφείλεται στον Θεόν και όχι εις αυτούς). 30 Από αυτόν δε, τον Θεόν, και χάρις εις αυτόν, και σεις είσθε ενωμένοι με τον Ιησούν Χριστόν και σωσμένοι από αυτόν, ο οποίος έγινε και απεδείχθη εις ημάς τους πιστούς άπειρος σοφία εκ μέρους του Θεού, δικαίωσίς μας χάρις εις την θυσίαν του, αγιασμός και αναγέννησις των καρδιών μας, απελευθέρωσις από την αμαρτίαν και ένδοξος σωτηρία μας. 31 Και τούτο έγινε, δια να πραγματοποιηθή και εις ημάς εκείνο, που έχει γραφή εις την Παλαιάν Διαθήκην· “όποιος καυχάται δια τα καλά που έχει, ας καυχάται δοξάζων τον Θεόν και αποδίδων αυτά εις Εκείνον και όχι στον εαυτόν του”.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Β´ 1 - 5


1 Και εγώ, αδελφοί μου, όταν ήλθα προς σας εις την Κορινθον, ήλθα να προσφέρω και να κηρύξω την αλήθειαν του Θεού, όχι με ευγλωττίαν, με σοφίαν, με ρητορικά σχήματα και τεχνικάς μεθόδους, με τρόπους που χρησιμοποιούν οι κατά κόσμον σοφοί. 2 Διότι δεν έκρινα ορθόν και δεν ηθέλησα να καταστήσω γνωστόν μεταξύ σας και να κηρύξω τίποτε άλλο, παρά μόνον τον Ιησούν Χριστόν και τούτον εσταυρωμένον. Αυτόν και μόνον ήλθα φέρων εις σας. 3 Και ήλθα εις σας εγώ ως αδύνατος άνθρωπος, με φόβον και τρόμον πολύν. 4 Και η διδασκαλία μου και το κήρυγμά μου δεν είχε τίποτε από τας πειστικάς δημηγορίας και τα κτυπητά σχήματα της ανθρωπίνης σοφίας, αλλ' ήτο και έγινε με αποδείξστου Αγίου Πνεύματος, πειστικάς δια τας ψυχάς των ακροατών και με δύναμιν θείαν, όπως εφαίνετο από τα μεγάλα θαύματα, που το συνώδευαν. 5 Και τούτο, δια να μη θεμελιώνεται η πίστις σας εις την ματαίαν σοφίαν και ικανότητα των ανθρώπων, αλλ' επάνω εις την ακλόνητον και αιώνιον δύναμιν του Θεού.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Η´ 21 - 30


21 Εἶπεν οὖν πάλιν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ἐγὼ ὑπάγω καὶ ζητήσετέ με, καὶ ἐν τῇ ἁμαρτίᾳ ὑμῶν ἀποθανεῖσθε· ὅπου ἐγὼ ὑπάγω, ὑμεῖς οὐ δύνασθε ἐλθεῖν. 22 ἔλεγον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι· Μήτι ἀποκτενεῖ ἑαυτόν, ὅτι λέγει, ὅπου ἐγὼ ὑπάγω, ὑμεῖς οὐ δύνασθε ἐλθεῖν; 23 καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Ὑμεῖς ἐκ τῶν κάτω ἐστέ, ἐγὼ ἐκ τῶν ἄνω εἰμί· ὑμεῖς ἐκ τοῦ κόσμου τούτου ἐστέ, ἐγὼ οὐκ εἰμὶ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου. 24 εἶπον οὖν ὑμῖν ὅτι ἀποθανεῖσθε ἐν ταῖς ἁμαρτίαις ὑμῶν· ἐὰν γὰρ μὴ πιστεύσητε ὅτι ἐγώ εἰμι, ἀποθανεῖσθε ἐν ταῖς ἁμαρτίαις ὑμῶν. 25 ἔλεγον οὖν αὐτῷ· Σὺ τίς εἶ; καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Τὴν ἀρχὴν ὅ,τι καὶ λαλῶ ὑμῖν. 26 πολλὰ ἔχω περὶ ὑμῶν λαλεῖν καὶ κρίνειν· ἀλλ’ ὁ πέμψας με ἀληθής ἐστι, κἀγὼ ἃ ἤκουσα παρ’ αὐτοῦ, ταῦτα λέγω εἰς τὸν κόσμον. 27 οὐκ ἔγνωσαν ὅτι τὸν πατέρα αὐτοῖς ἔλεγεν. 28 εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ὅταν ὑψώσητε τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, τότε γνώσεσθε ὅτι ἐγώ εἰμι, καὶ ἀπ’ ἐμαυτοῦ ποιῶ οὐδέν, ἀλλὰ καθὼς ἐδίδαξέ με ὁ πατὴρ μου, ταῦτα λαλῶ. 29 καὶ ὁ πέμψας με μετ’ ἐμοῦ ἐστιν· οὐκ ἀφῆκέ με μόνον ὁ πατὴρ, ὅτι ἐγὼ τὰ ἀρεστὰ αὐτῷ ποιῶ πάντοτε. 30 Ταῦτα αὐτοῦ λαλοῦντος πολλοὶ ἐπίστευσαν εἰς αὐτόν.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Η´ 21 - 30


21 Ἐφ’ ὅσον λοιπὸν κανεὶς δὲν ἐτόλμα νὰ τὸν ἐμποδίσῃ ἀπὸ τοῦ νὰ διδάσκῃ, εἶπε πάλιν εἰς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς· Ἐγὼ φεύγω ἀπὸ τὴν παροῦσαν ζωὴν καὶ πηγαίνω πρὸς τὸν ἐν οὐρανοῖς Πατέρα μου. Εἰς στιγμὰς δὲ ἀπελπισίας θὰ μὲ ζητήσετε ὡς Μεσσίαν καὶ λυτρωτήν σας. Λόγῳ τῆς ἀπιστίας σας ὅμως θὰ ἀποθάνετε μέσα εἰς τὴν ἁμαρτίαν σας, χωρισμένοι ἐντελῶς ἀπὸ τὸν Θεόν. Ἐκεῖ ποὺ πηγαίνω ἐγώ, σεῖς δὲν ἠμπορεῖτε νὰ ἔλθετε, διὰ νὰ εὔρετε πλησίον μου τὴν σωτηρίαν σας. 22 Ἔλεγον λοιπὸν οἱ Ἰουδαῖοι· Μήπως αὐτοκτονήσῃ καὶ θανατώσῃ μόνος του τὸν ἑαυτόν του; Διότι λέγει, ὅπου ἐγὼ πηγαίνω, σεῖς δὲν ἠμπορεῖτε νὰ ἔλθετε. Ὡρισμένως δέ, ἐὰν σκέπτεται νὰ αὐτοκτονήση, ἡμεῖς δὲν θὰ τὸν ἀκολουθήσωμεν ποτὲ εἰς τὸν Ἅδην. 23 Καὶ εἶπεν εἰς αὐτούς· Σεῖς εἶσθε ἀπὸ τὰ κάτω, ἀπὸ τὴν γῆν, καὶ εἶσθε κυριευμένοι ἀπὸ γηΐνας σκέψεις καὶ ἐλατήρια. Ἐγὼ εἶμαι ἀπὸ τὰ ἐπάνω, ἀπὸ τὸν οὐρανόν, μὲ φρονήματα καὶ σκέψεις ἐντελῶς ἀντίθετα ἀπὸ τὰ ἰδικά σας. Σεῖς εἶσθε ἀπὸ τὸν μάταιον καὶ ἁμαρτωλὸν αὐτὸν κόσμον, διότι κατέχεσθε ἀπὸ τὰ σαρκικὰ φρονήματα τῶν μακρὰν τοῦ Θεοῦ ἀνθρώπων. Ἐγὼ δὲν εἶμαι ἀπὸ τὸν κόσμον αὐτόν. Πῶς λοιπὸν εἶναι δυνατὸν νὰ μὴ χωρισθῶμεν διὰ παντός; 24 Ἀφοῦ λοιπὸν εἶσθε ἀπὸ τὸν κόσμον αὐτόν, σᾶς εἶπα, ὅτι θὰ ἀποθάνετε βυθισμένοι εἰς τὰς ἁμαρτίας σας. Διότι, ἐὰν δὲν πιστεύσετε, ὅτι ἐγὼ εἶμαι ὁ μόνος καὶ πραγματικὸς Σωτήρ, θὰ ἀποθάνετε θαμμένοι εἰς τὰς ἁμαρτίας σας. 25 Κατόπιν λοιπὸν τῆς βεβαιώσεως αὐτῆς τοῦ Ἰησοῦ, τοῦ ἔλεγαν ἐκεῖνοι: Καὶ ποῖος εἶσαι σύ, ὥστε χωρὶς σὲ νὰ εἶναι ἀδύνατον νὰ σωθῶμεν; Καὶ εἰς ἀπάντησιν ὁ Ἰησοῦς εἶπεν εἰς αὐτούς· Ἀκριβῶς καὶ ἐξ ὁλοκλήρου εἶμαι ἐκεῖνο, ποὺ σᾶς λέγω τώρα. 26 Καὶ διὰ νὰ ἐπανέλθω εἰς τὴν σειρὰν τῶν λόγων μου, σᾶς προσθέτω, ὅτι ἔχω ἀκόμη πολλὰ νὰ εἰπῶ διὰ σᾶς καὶ νὰ σᾶς κατακρίνω δι’ αὐτά. Καὶ δὲν θὰ δεχθῆτε μὲν σεῖς ὡς ἀληθῆ καὶ δικαίαν τὴν κρίσιν μου. Ἀλλ’ ἐκεῖνος ποὺ μὲ ἔστειλεν, εἶναι ἀληθής, καὶ δὲν πλανᾶται, οὔτε ψεύδεται ποτέ. Καὶ ἐγὼ ἐκεῖνα, ποὺ ἤκουσα ἀπὸ αὐτόν, αὐτὰ λέγω εἰς τὸν κόσμον, καὶ συνεπῶς ὅσα λέγω, εἶναι δίκαια καὶ ἀληθῆ. 27 Οἱ Ἰουδαῖοι ὅμως δὲν ἐκατάλαβαν, ὅτι τοὺς ἔλεγε διὰ τὸν Πατέρα του καὶ διὰ τὴν ἰδιαιτέραν σχέσιν καὶ κοινωνίαν, εἰς τὴν ὁποίαν καὶ ὡς ἄνθρωπος διετέλει πρὸς αὐτόν. 28 Εἶπε λοιπὸν εἰς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς· Ὅταν ὑψώσετε ἐπὶ τοῦ σταυροῦ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, τότε θὰ μάθετε ὅτι ἐγὼ εἶμαι ὁ μόνος Σωτήρ, καὶ ὅτι τίποτε ἀπολύτως δὲν κάμνω ἀπὸ τὸν ἑαυτόν μου, ἀλλὰ συμφωνῶ ἀπολύτως πρὸς τὸν Πατέρα μου. Καὶ διὰ νὰ σᾶς ὁμιλήσω σύμφωνα μὲ ἐκεῖνα, ποὺ συμβαίνουν μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, ὥστε νὰ μὲ καταλάβετε καλύτερα, σᾶς προσθέτω: Καθὼς μὲ ἐδίδαξεν ὁ Πατήρ μου, ἔτσι ὁμιλῶ καὶ αὐτὰ ἀκριβῶς λέγω. 29 Καὶ ἐκεῖνος, ποὺ μὲ ἔστειλεν, εἶναι μαζί μου. Δὲν μὲ ἀφῆκε ποτὲ μοναχὸν ὁ Πατήρ, διότι ἐγὼ πράττω πάντοτε ἐκεῖνα, ποὺ τοῦ ἀρέσουν, καὶ δι’ αὐτὸ διατηρῶ ἀδιάσπαστον πάντοτε καὶ πολὺ στενὴν τὴν ἐπικοινωνίαν καὶ σχέσιν πρὸς τὸν Πατέρα μου. 30 Ὅταν δὲ ἔλεγε αὐτὰ ὁ Ἰησοῦς, πολλοὶ ἐπίστευσαν εἰς αὐτόν, ὅτι εἶναι ὁ Μεσσίας.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Η´ 21 - 30


21 Είπε, λοιπόν, πάλιν εις αυτούς ο Ιησούς· “εγώ πηγαίνω προς τον Πατέρα μου, αφού τελειώσω το έργον μου, και θα με αναζητήσετε ως Σωτήρα σας, όταν αι συμφοραί επιπέσουν εναντίον σας, αλλά δια την απιστίαν σας θα αποθάνετε ζυμωμένοι με την αμαρτίαν σας. Δι' αυτό και όπου εγώ πηγαίνω, δεν ημπορείτε σεις να έλθετε”. 22 Ελεγαν τότε οι Ιουδαίοι· “μήπως θανατώση μόνος του τον ευατόν του; Διότι λέγει, ότι όπου εγώ πηγαίνω, σεις δεν ημπορείτε να έλθετε”. 23 Και είπεν προς αυτούς· “σεις είσθε από τα κάτω, από την γην και έχετε γήϊνα και υλικά φρονήματα και ελατήρια. Εγώ όμως είμαι εκ των άνω, από τον ουρανόν με ουράνιον πνευματικόν πλούτον. Σεις είσθε από τον αμαρτωλόν τούτον κόσμον, που ζη μακράν από τον Θεόν. Ενώ εγώ, καίτοι ζω τώρα στον κόσμον, δεν προέρχομαι από τον κόσμον τούτον. 24 Δι' αυτό και σας είπα ότι θα αποθάνετε ζυμωμένοι με τας αμαρτίας σας, διότι είσθε, και επιμένετε να είσθε, άνθρωποι του αμαρτωλού τούτου κόσμου. Εάν δε δεν πιστεύσετε ότι εγώ είμαι ο Μεσσίας, ο αληθινός και μοναδικός Σωτήρ, θα αποθάνετε βυθισμένοι εις τας αμαρτίας σας”. 25 Είπαν τότε προς αυτόν· “ποίος είσαι συ, που ισχυρίζεσαι ότι χωρίς σε δεν ημπορούμεν να σωθώμεν;” Και απήντησεν εις αυτούς ο Ιησούς· “είμαι ο,τι ευθύς εξ αρχής και συνεχώς λέγω προς σας. 26 Πολλά ακόμη έχω να πω δια σας και να σας κρίνω, δεν θα τα δεχθήτε όμως. Αλλά εκείνος που με έστειλε, είναι απολύτως αληθινός, και εγώ όσα ήκουσα από αυτόν, αυτά ακριβώς λέγω στον κόσμον, πάντοτε δηλαδή αληθινά και δίκαια”. 27 Οι Ιουδαίοι όμως δεν αντελήφθησαν ότι τους έκανε λόγον δια τον ουράνιον Πατέρα του. 28 Είπε τότε προς αυτούς ο Ιησούς· “όταν υψώσετε επάνω στον σταυρόν τον υιόν του ανθρώπου, τότε θα μάθετε ότι είμαι ο Υιός του Θεού, ο Σωτήρ του κόσμου και ότι από τον ευατόν μου εγώ δεν κάνω τίποτε απολύτως, αλλά όπως με εδίδαξε ο Πατήρ μου, αυτά ακριβώς λέγω. 29 Και εκείνος, που με έστειλε, είναι μαζή μου. Δεν με αφήκε ποτέ μόνον ο Πατήρ, αλλά έχει συνεχή και αδιατάρακτον επικοινωνίαν με εμέ, διότι εγώ πράττω πάντοτε αυτά που του είναι ευάρεστα”. 30 Ενώ δε εδίδασκεν αυτά ο Ιησούς, πολλοί επίστευσαν εις αυτόν.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα