❌
Σάββατο, 29 Ιουλίου 2023

Άγιος Καλλίνικος, Άγιος Θεοδόσιος ο Νέος (ή Μικρός) ο Ευσεβής Βασιλιάς, Αγία Θεοδότη και τα τρία παιδιά της
Καλλινίκου καὶ Θεοδότης μαρτύρων (γ΄-δ΄ αἰ.).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ ΙΓ´ 1 - 10


1 Πᾶσα ψυχὴ ἐξουσίαις ὑπερεχούσαις ὑποτασσέσθω· οὐ γάρ ἐστιν ἐξουσία εἰ μὴ ὑπὸ Θεοῦ· αἱ δὲ οὖσαι ἐξουσίαι ὑπὸ τοῦ Θεοῦ τεταγμέναι εἰσίν· 2 ὥστε ὁ ἀντιτασσόμενος τῇ ἐξουσίᾳ τῇ τοῦ Θεοῦ διαταγῇ ἀνθέστηκεν· οἱ δὲ ἀνθεστηκότες ἑαυτοῖς κρίμα λήψονται. 3 οἱ γὰρ ἄρχοντες οὐκ εἰσὶ φόβος τῶν ἀγαθῶν ἔργων ἀλλὰ τῶν κακῶν. θέλεις δὲ μὴ φοβεῖσθαι τὴν ἐξουσίαν; τὸ ἀγαθὸν ποίει, καὶ ἕξεις ἔπαινον ἐξ αὐτῆς· 4 Θεοῦ γὰρ διάκονός ἐστι σοὶ εἰς τὸ ἀγαθόν. ἐὰν δὲ τὸ κακὸν ποιῇς, φοβοῦ· οὐ γὰρ εἰκῇ τὴν μάχαιραν φορεῖ· Θεοῦ γὰρ διάκονός ἐστιν εἰς ὀργὴν, ἔκδικος τῷ τὸ κακὸν πράσσοντι. 5 διὸ ἀνάγκη ὑποτάσσεσθαι, οὐ μόνον διὰ τὴν ὀργὴν, ἀλλὰ καὶ διὰ τὴν συνείδησιν. 6 διὰ τοῦτο γὰρ καὶ φόρους τελεῖτε· λειτουργοὶ γὰρ Θεοῦ εἰσιν εἰς αὐτὸ τοῦτο προσκαρτεροῦντες. 7 ἀπόδοτε πᾶσι τὰς ὀφειλάς, τῷ τὸν φόρον τὸν φόρον, τῷ τὸ τέλος τὸ τέλος, τῷ τὸν φόβον τὸν φόβον, τῷ τὴν τιμὴν τὴν τιμήν. 8 μηδενὶ μηδὲν ὀφείλετε εἰ μὴ τὸ ἀγαπᾶν ἀλλήλους. ὁ γὰρ ἀγαπῶν τὸν ἕτερον νόμον πεπλήρωκε· 9 τὸ γὰρ οὐ μοιχεύσεις, οὐ φονεύσεις, οὐ κλέψεις, οὐκ ἐπιθυμήσεις, καὶ εἴ τις ἑτέρα ἐντολή, ἐν τούτῳ τῷ λόγῳ ἀνακεφαλαιοῦται, ἐν τῷ ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν. 10 ἡ ἀγάπη τῷ πλησίον κακὸν οὐκ ἐργάζεται· πλήρωμα οὖν νόμου ἡ ἀγάπη.

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ ΙΓ´ 1 - 10


1 Εἶσθε ὅμως καὶ μέλη τῆς ἄλλης κοινωνίας, ποὺ ἀγνοεῖ τὸν Χριστόν. Ἔρχομαι λοιπὸν νὰ σᾶς γράψω, πῶς πρέπει νὰ φέρεσθε καὶ ἐν μέσῳ τῆς κοινωνίας αὐτῆς. Κάθε ἄνθρωπος ἂς ὑποτάσσεται εἰς ἐκείνους, ποὺ κατέχουν ἀνωτέρας ἐξουσίας ἐν τῇ πολιτείᾳ. Διότι τὸ καθεστὼς τοῦ Κράτους μὲ τὰς ἐξουσίας του εἶναι σύμφωνον μὲ τὸ σχέδιον τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἐδημιούργησε τοὺς ἀνθρώπους διὰ νὰ ζοῦν εἰς κοινωνίας. Συνεπῶς κάθε ἐξουσία προέρχεται ἀπὸ τὸν Θεόν. Οἱ δὲ ἄρχοντες, ποὺ ἀσκοῦν τὴν ἐξουσίαν, ἔχουν ταχθῆ κατ’ ἀπόφασιν ἢ ἀνοχὴν τοῦ Θεοῦ. 2 Ὥστε ἐκεῖνος ποὺ ἀπειθεῖ εἰς τὴν ἐξουσίαν, ἐναντιώνεται εἰς τὴν διαταγὴν τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι δὲ ἐναντιώνονται, θὰ λάβουν εἰς τὸν ἑαυτόν τους τὴν πρέπουσαν τιμωρίαν. 3 Πράγματι δὲ ὅποιος ἀπειθεῖ εἰς τοὺς ἄρχοντας, ἐναντιώνεται εἰς τὴν διαταγὴν τοῦ Θεοῦ, διότι οἱ ἄρχοντες δὲν ἐμπνέουν φόβον διὰ τὰ καλὰ ἔργα, ποὺ συντελοῦν εἰς τὴν κοινωνικὴν δικαιοσύνην καὶ πρόοδον, ἀλλὰ διὰ τὰ κακὰ ἔργα, ποὺ διαταράττουν τὴν κοινωνικὴν ἀσφάλειαν καὶ τάξιν. Θέλεις δὲ νὰ μὴ φοβῆσαι τοὺς ἐν τῇ ἐξουσίᾳ ἄρχοντας; Πρᾶττε κάθε τι ποὺ συντελεῖ εἰς τὸ καλὸν τῆς κοινωνίας καὶ θὰ ἔχῃς ἔπαινον ἀπὸ τοὺς ἄρχοντας. 4 Θὰ ἔχῃς δὲ ἔπαινον ἀπὸ τὸν ἄρχοντα, διότι αὐτὸς εἶναι ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ πρὸς προστασίαν ἰδικήν σου καὶ διὰ τὸ καλὸν τῶν πολιτῶν. Ἐὰν ὅμως πράττῃς τὸ κακόν, τότε νὰ φοβῆσαι. Διότι δὲν φορεῖ ματαίως τὴν μάχαιραν, τὸ σύμβολον αὐτὸ τῆς δικαστικῆς καὶ ἐκτελεστικῆς ἐξουσίας. Τὴν φορεῖ διὰ νὰ τιμωρῇ καὶ διὰ θανάτου ἀκόμη κάθε ἄτακτον στοιχεῖον. Διότι εἶναι ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ, ἐκδικητὴς ποὺ ἔχει ἐντολὴν καὶ δικαίωμα νὰ ἐπιβάλλῃ τιμωρίας εἰς κάθε κακοποιόν. 5 Δι’ αὐτὸ εἶναι ἀνάγκη νὰ ὑποτάσσεσθε ὄχι μόνον διὰ τὸν φόβον τῆς τιμωρίας, ἀλλὰ καὶ διότι ἡ συνείδησις ἐπιβάλλει ὡς δικαίαν τὴν ὑποταγὴν ταύτην. 6 Διότι δὲ εἶναι δικαία ἡ ὑποταγὴ αὐτή, δι’ αὐτὸ πληρώνετε καὶ φόρους πρὸς συντήρησιν τῶν ἀρχόντων. Διότι εἶναι ὑπηρέται Θεοῦ, οἱ ὁποῖοι ἀφίνουν κάθε ἄλλο ἰδιωτικόν τους ἔργον καὶ ἀσχολοῦνται ἀποκλειστικὰ μὲ τὴν δημοσίαν ὑπηρεσίαν. 7 Ἀποδώσατε λοιπὸν εἰς ὅλους, ὅσοι κατέχουν ἐξουσίαν, ὅ,τι τοὺς ὀφείλετε ὡς χρέος καὶ ὡς καθῆκον. Εἰς ἐκεῖνον, ποὺ εἰσπράττει τὸν ἐπὶ τῶν εἰσοδημάτων καὶ τὸν κεφαλικὸν φόρον, ἀποδώσατε τὸν φόρον. Εἰς ἐκεῖνον, ποὺ εἰσπράττει τοὺς τελωνειακοὺς δασμούς, ἀποδώσατε τὸν τελωνειακὸν δασμόν. Εἰς ἐκεῖνον, ποὺ ἀνήκει ὁ βαθὺς σεβασμός, ἀποδώσατε τὸν βαθὺν σεβασμόν. Εἰς ἐκεῖνον, ποὺ ἀνήκει ἡ τιμή, ἀποδώσατε τὴν τιμήν. 8 Ὡς πρὸς δὲ τὰ ἄλλα μέλη τῆς κοινωνίας, ποὺ δὲν ἔχουν ἐξουσίαν ἢ ἀξίωμα, σᾶς παραγγέλλω νὰ μὴ χρεωστῆτε εἰς κανένα τίποτε ἄλλο παρὰ μόνον τὸ νὰ ἀγαπᾷ ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Διότι ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾷ τὸν ἄλλον, ἔχει ἐκπληρώσει διὰ τῆς ἀγάπης τὸν ὅλον νόμον. 9 Ἔχει δὲ ἐκπληρώσει τὸν ὅλον νόμον, διότι αἱ ἐντολαὶ τοῦ Θεοῦ: Δὲν θὰ μοιχεύσῃς· δὲν θὰ φονεύσῃς· δὲν θὰ κλέψῃς· δὲν θὰ ἐπιθυμήσῃς καὶ πᾶσα ἅλλη ἐντολὴ περιλαμβάνονται καὶ συγκεφαλαιώνονται εἰς αὐτὸ τὸ παράγγελμα, εἰς τὸ θὰ ἀγαπήσῃς τὸν πλησίον σου σὰν τὸν ἑαυτόν σου. 10 Ὅποιος ἔχει ἀγάπην δὲν πράττει κακὸν εἰς τὸν πλησίον του. Εἶναι λοιπὸν ἡ ἀγάπη τελεία τήρησις καὶ ἐκπλήρωσις τοῦ νόμου.

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ ΙΓ´ 1 - 10


1 Καθε άνθρωπος, ας υποτάσσεται εις τας ανωτέρας εξουσίας της πολιτείας, τους άρχοντας δηλαδή, που είναι φορείς αυτής της εξουσίας, (εφ' Οσον αι εντολαί των δεν αντίκεινται στο θέλημα του Θεού)· διότι δεν υπάρχει εξουσία μέσα εις την κοινωνίαν, που να μη απορρέη από τον Θεόν· οι άρχοντες, που ασκούν σήμερον τας εξουσίας, έχουν ταχθή από τον Θεόν (έστω και κατ' ανοχήν). 2 Ωστε εκείνος που αντιτάσσεται εις την εξουσίαν, αντιτίθεται εις την διαταγήν του Θεού· δι' αυτό δε και όσοι αντιτάσσονται θα επισύρουν επάνω τους την τιμωρίαν, που τους πρέπει. 3 Διότι οι άρχοντες (εφ' όσον διατάσσουν το ορθόν) δεν εμπνέουν φόβον δια τα καλά έργα, που υποβοηθούν την ζωήν και την πρόοδον της κοινωνίας, αλλά δια τα κακά έργα και τους κακούς· θέλεις δε να μη φοβήσαι την εξουσίαν των αρχόντων; Πράττε το αγαθόν και θα έχης έπαινον από αυτούς. 4 Διότι ο άρχων είναι υπηρέτης του Θεού δια το αγαθόν, το ιδικόν σου και των άλλων. Εάν όμως πράττης το κακόν, τότε να φοβήσαι, διότι δεν φέρει ματαίως και ανωφελώς ο άρχων την μάχαιραν, το δικαίωμα δηλαδή να δικάζη και να τιμωρή. Την φέρει δια να επιβάλλη τιμωρίας, και τας πλέον αυστηράς ακόμη, διότι είναι υπηρέτης Θεού, εκδικητής υπέρ του αγαθού και εναντίον του κακού, δια να επιβάλλη την πρέπουσαν τιμωρίαν στους κακοποιούς και παραβάτας. 5 Δι' αυτό είναι ανάγκη να υποτάσσεσθε, όχι μόνον δια τον φόβον της τιμωρίας, αλλά και από σεβασμόν προς την συνείδησίν σας, η οποία επιβάλλει, όπως και ο Θεός διατάσσει, αυτήν την υποταγήν. 6 Δι' αυτό άλλωστε και καταβάλλετε φόρους στους άρχοντας, διότι αυτοί είναι υπηρέται του Θεού, που αφήκαν κάθε άλλο ατομικόν των έργον, δια να ασχολούνται και επαγρυπνούν συνεχώς εις την εκπλήρωσιν του καθήκοντός των. 7 Λοιπόν να αποδίδετε εις όλους αυτούς, που κατέχουν εξουσίας, τας οφειλάς σας· εις εκείνον που εισπράττει τον φόρον, αποδώσατε τον φόρον· εις εκείνον που έχει καθήκον να εισπράττη τον τελωνειακόν δασμόν, αποδώσατε αυτόν τον δασμόν· εις εκείνον που του ανήκει ο σεβασμός, όπως είναι τα δικαστικά και εκτελεστικά όργανα της Πολιτείας, αποδώσατε τον σεβασμόν· εις εκείνον που κατέχει ανώτερα αξιώματα και του πρέπει ιδιαιτέρα τιμή, αποδώσατε αυτήν την τιμήν. 8 Εις δε τους άλλους πολίτας της κοινωνίας τίποτε εις κανένα να μη χρεωστήτε, παρά μόνον το να αγαπάτε ο ένας τον άλλον. Διότι εκείνος που αγαπά τον άλλον έχει εκπληρώσει όλον τον Νομον. 9 Διότι αι αντολαί του Θεού· “δεν θα καταπατήσης την συζυγικήν πίστιν, δεν θα φονεύσης, δεν θα κλέψης, δεν θα ψευδομαρτυρήσης, δεν θα επιθυμήσης όσα ανήκουν στον πλησίον σου” και οποιαδήποτε άλλη εντολή του Θεού, συμπεριλαμβάνεται στούτο· “να αγαπήσης τον πλησίον σου, όπως τον εαυτόν σου”. 10 Η αγάπη ποτέ δεν πράττει το κακόν εις βάρος του πλησίον. Είναι, λοιπόν, η τελεία αγάπη εκπλήρωσις και τήρησις όλου του νόμου.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΒ´ 30 - 37


30 ὁ μὴ ὢν μετ’ ἐμοῦ κατ’ ἐμοῦ ἐστι, καὶ ὁ μὴ συνάγων μετ’ ἐμοῦ σκορπίζει. 31 Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν, πᾶσα ἁμαρτία καὶ βλασφημία ἀφεθήσεται τοῖς ἀνθρώποις, ἡ δὲ τοῦ Πνεύματος βλασφημία οὐκ ἀφεθήσεται τοῖς ἀνθρώποις· 32 καὶ ὃς ἐὰν εἴπῃ λόγον κατὰ τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου, ἀφεθήσεται αὐτῷ· ὃς δ’ ἂν εἴπῃ κατὰ τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου, οὐκ ἀφεθήσεται αὐτῷ οὔτε ἐν τῷ νῦν αἰῶνι οὔτε ἐν τῷ μέλλοντι. 33 Ἢ ποιήσατε τὸ δένδρον καλὸν, καὶ τὸν καρπὸν αὐτοῦ καλόν, ἢ ποιήσατε τὸ δένδρον σαπρὸν καὶ τὸν καρπὸν αὐτοῦ σαπρόν· ἐκ γὰρ τοῦ καρποῦ τὸ δένδρον γινώσκεται. 34 γεννήματα ἐχιδνῶν, πῶς δύνασθε ἀγαθὰ λαλεῖν πονηροὶ ὄντες; ἐκ γὰρ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας τὸ στόμα λαλεῖ. 35 ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ ἀγαθοῦ θησαυροῦ ἐκβάλλει ἀγαθά, καὶ ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ πονηροῦ θησαυροῦ ἐκβάλλει πονηρά. 36 λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι πᾶν ῥῆμα ἀργὸν ὃ ἐὰν λαλήσωσιν οἱ ἄνθρωποι, ἀποδώσουσι περὶ αὐτοῦ λόγον ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως· 37 ἐκ γὰρ τῶν λόγων σου δικαιωθήσῃ, καὶ ἐκ τῶν λόγων σου καταδικασθήσῃ.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΒ´ 30 - 37


30 Συμβιβασμοὺς μὲ τὴν παράταξιν τοῦ διαβόλου δὲν δέχομαι.Ἐκεῖνος ποὺ δὲν εἶναι μαζί μου, εἶναι ἐναντίον μου.Καὶ ἐκεῖνος ποὺ δὲν μαζεύει μαζὶ μὲ ἑμὲ τὰ πνευματικὰ πρόβατά μου, αὐτὸς σὰν ἄλλος λύκος τὰ σκορπίζει. 31 Ἐπειδὴ δὲ σεῖς σκορπίζετε μετὰ τοῦ σατανᾶ, δι’ αὐτὸ σᾶς λέγω, πᾶσα ἁμαρτία καὶ βλασφημία θὰ συγχωρηθῇ εἰς τοὺς ἀνθρώπους, ἐφ’ ὅσον θὰ μετανοήσουν.Τὸ νὰ ἀποδίδει ὅμως κανεὶς τὰς πασιφανεῖς ἐνεργείας του Ἁγίου Πνεύματος εἰς τὸ πονηρὸν πνεῦμα καὶ ἀπὸ πώρωσιν ἐσωτερικὴν νὰ συκοφαντῇ τὰ ἔργα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ἔτσι νὰ βλασφημῇ αὐτό, ἀποτελεῖ ἁμαρτίαν, ποὺ δὲν θὰ συγχωρηθῇ εἰς τοὺς ἀνθρώπους. 32 Καὶ ἐκεῖνος ποὺ θὰ εἴπῃ λόγον ἐναντίον τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, σκανδαλιζόμενος ἀπὸ τὸ ἀσθενὲς φαινόμενον τῆς ἀνθρωπίνης φύσεώς του, θὰ συγχωρηθῇ, διότι ἐνδέχεται νὰ μετανοήσῃ.Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ θὰ εἴπῃ βλάσφημον λόγον κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀποδίδων ἐθελοκακῶς καὶ ἐκ πωρώσεως τὰς φανερὰς ἐνεργείας του Πνεύματος εἰς τὸν Βεελζεβούλ, ἐσκληρύνθη καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ μετανοήσῃ, δι’ αὐτὸ δὲ δὲν θὰ συγχωρηθῇ οὔτε εἰς τὴν παροῦσαν οὔτε εἰς τὴν μέλλουσαν ζωήν, ἀλλὰ θὰ τιμωρηθῇ καὶ ἐδῶ καὶ ἐκεῖ. 33 Ποῖος εἶμαι ἑγὼ καὶ ἐὰν πράγματι συνεργάζωμαι μὲ τὸν σατανᾶν, φαίνεται καθαρὰ ἀπὸ τὰ ἔργα μου καὶ τὴν ὅλην ζωήν μου.Ἢ παραδεχθῆτε καὶ διακηρύξατε τὸ δένδρον, ὅτι εἶναι καλὸν καὶ ὁ καρπὸς αὐτοῦ καλός, ἢ διακηρύξατε τὸ δένδρον κακὸν καὶ τὸν καρπὸν αὐτοῦ κακόν.Διότι ἀπὸ τὸν καρπόν του διακρίνεται, τί εἴδους εἶναι τὸ δένδρον.Καὶ ἀπὸ τὰ ἔργα μου λοιπόν, τὰ ὁποῖα δέχεσθε, ὅτι εἶναι ἔργα εὐεργετικὰ καὶ ἀγαθά, ἀποδεικνύεται, ὅτι δὲν ἔχω καμμίαν σχέσιν μὲ τὴν δύναμιν τοῦ πονηροῦ. 34 Ἀπόγονοι φαρμακερῶν ὀχιῶν, πῶς μπορεῖτε σεῖς νὰ λέγετε καλοὺς καὶ ἀγαθοὺς λόγους, ἀφοῦ εἶσθε πονηροὶ καὶ ἐξ ὁλοκλήρου διεφθαρμένοι; Τοῦτο εἶναι ἠθικῶς ἀδύνατον.Διότι τὸ στόμα ὁμιλεῖ ἐκεῖνα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα εἶναι γεμᾶτη ἡ ψυχὴ καὶ ὑπερεκχειλίζουν εἰς αὐτήν. 35 Ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος ἔχει τὴν ψυχήν του πολύτιμον θησαυροφυλάκιον ἀγαθῶν σκέψεων καὶ συναισθημάτων, καὶ βγάζει ἀπ’ ἐκεῖ ἀγαθοὺς λόγους.Καὶ ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν πονηρὸν θησαυρὸν τῶν φαύλων διανοημάτων καὶ ἐπιθυμιῶν του βγάζει πονηρὰ καὶ φαρμακερὰ καὶ βλάσφημα λόγια. 36 Διὰ νὰ καταλάβετε δὲ πόσον αὐστηρὰ θὰ κριθῆτε διὰ τὰ βλάσφημα καὶ συκοφαντικὰ λόγια σας, σᾶς λέγω, ὅτι διὰ κάθε λόγον περιττὸν καὶ ἀνωφελῆ, τὸν ὁποῖον θὰ εἴπουν τυχόν οἰ ἄνθρωποι, θὰ δώσουν λόγον δι’ αὐτὸν κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς κρίσεως. 37 Διότι ἀπὸ τοὺς καλούς σου λόγους θὰ δικαιωθῇς, καὶ ἀπὸ τοὺς πονηρούς σου λόγους θὰ καταδικασθῇς.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΒ´ 30 - 37


30 Καθορίσατε την θέσιν σας, διότι εκείνος που δεν είναι μαζή μου είναι εναντίον μου και εκείνος που μαζή με εμέ δεν συγκεντρώνει και δεν φρουρεί τα πρόβατα της μάνδρας μου, τα σκορπίζει και τα απομακρύνει. 31 Δια τούτο σας λέγω ότι κάθε αμαρτία και βλασφημία θα συγχωρηθή στους ανθρώπους, εφ' όσον θα μετανοήσουν· η δε βλασφημία εναντίον του Αγίου Πνεύματος, (το να διαβάλλη δηλαδή κανείς από εσωτερικήν πώρωσιν και εν επιγνώσει να αποδίδη τα έργα του Αγίου Πνεύματος στον διάβολον) αυτή η βλασφημία δεν θα συγχωρηθή ποτέ στους ανθρώπους αυτούς. 32 Και εκείνος που θα πη υβριστικόν λόγον ενάντιον του Υιού του ανθρώπου (σκανδαλιζόμενος από το φαινόμενον της ανθρωπίνης φύσεώς του) θα συγχωρηθή, διότι πιθανόν να μετανοήση. Εκείνος όμως που θα εκστομίση βλάσφημον λόγον κατά του Αγίου Πνεύματος (και από διεστραμμένην θέλησιν θα αποδίδη τας ενεργείας του Αγίου Πνεύματος στον διάβολον) δεν θα λάβη άφεσιν της αμαρτίας του ούτε εις την παρούσαν ούτε εις την μέλλουσαν ζωήν, διότι θα έχη σκληρυνθή πλέον η καρδία του και θα είναι ανεπίδεκτος μετανοίας. 33 Οπως το δένδρον, ανάλογα με τους καρπούς που παράγει, το χαρακτηρίζετε καλόν η κακόν, έτσι κάμετε και με εμέ. Η παραδεχθήτε και διακηρύξατε ότι το δένδρον είναι καλόν και ο καρπός του είναι καλός η παραδεχθήτε ότι το δένδρον είναι σάπιο και βλαμμένο και ο καρπός επίσης αυτού χαλασμένος και επιβλαβής. Διότι από τον καρπόν κατανοείται η ποιότης του δένδρου. Και οι ιδικοί μου καρποί, τα έργα μου, μαρτυρούν τι είμαι εγώ. 34 Απόγονοι από φαρμακερές οχιές, πως μπορείτε σεις ποτέ να λέτε λόγους αγαθούς, εφ' όσον είσθε πονηροί και διεστραμμένοι; Διότι το στόμα αντλεί και ομιλεί πάντοτε από εκείνα που υπερεκχειλίζουν την καρδίαν. 35 Ο αγαθός άνθρωπος βγάζει πάντοτε αγαθούς λόγους από τον αγαθόν θησαυρόν της καρδίας του. Και ο πονηρός άνθρωπος βγάζει πονηρά και βλάσφημα λόγια από τον φαύλον θησαυρόν. 36 Σας λέγω δε και τούτο· ότι δια κάθε περιττόν και μάταιον λόγον, τον οποίον θα πουν οι άνθρωποι, θα λογοδοτήσουν κατά την ημέραν της κρίσεως. (Και πολύ περισσότερον δια τα συκοφαντικά και φαρμακερά λόγια των). 37 Διότι από τα λόγια σου θα δικαιωθής και από τα λόγια σου θα καταδικασθής”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα